Έχει το δικαίωμα ένας χρήστης του συστήματοςTAXIS να ζητήσει στοιχεία σχετικά με την πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων σε αυτό;
Με μία ενδιαφέρουσα απόφασή του, το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ 681/2020) έκανε δεκτή αίτηση ακύρωσης κατά πράξης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων αναφορικά με την άρνηση ικανοποίησης δικαιώματος πρόσβασης στο TAXIS.
Η υπόθεση αφορά σε απόρριψη αιτήματος για την χορήγηση στοιχείων και την παροχή πληροφοριών σχετικά με την πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων σε φορολογικά δεδομένα τής αιτούσης που τηρούνταν στο πληροφοριακό σύστημα TAXIS.
Συγκεκριμένα, η ενδιαφερόμενη είχε ζητήσει να διερευνηθεί ποιοί χρήστες επισκέφθηκαν τη φορολογική της εικόνα στο πληροφοριακό σύστημα ΤΑΧΙS κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2013 έως 30.9.2013, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε σιωπηρά από την αρμόδια υπηρεσία.
Μετά την απόρριψη αυτή, η ενδιαφερόμενη επανήλθε, ζητώντας με Εισαγγελική Παραγγελία τη λήψη αντιγράφου «του ιστορικού της επισκεψιμότητας της φορολογικής της εικόνας». Κατά τη δεύτερη αυτή αίτησή της, η ενδιαφερόμενη επικαλέστηκε το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και την υποχρέωση διεκπεραίωσης αιτημάτων των διοικουμένων, των άρθρων 4 και 5 Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
Και αυτή η αίτηση απορρίφθηκε από τη Διοίκηση, με το αιτιολογικό ότι η χορήγηση εγγράφων και η διεκπεραίωση αιτημάτων του ΚΔΔιαδ δεν καταλαμβάνουν περιπτώσεις όπως η εξετασθείσα, ενώ περαιτέρω η τεχνική διερεύνηση, που θα απαιτείτο για την ικανοποίηση του αιτήματος, δημιουργεί ζητήματα επισφάλειας και επικινδυνότητας. Η αιτούσα ζήτησε από το ΣτΕ την ακύρωση των δύο αυτών πράξεων της αρμόδιας υπηρεσίας της ΓΓΔΕ.
Αν και η αιτούσα δεν είχε επικαλεστεί σχετικό δικαίωμά της ενώπιον της Διοίκησης, το Δικαστήριο αναζήτησε τη δυνατότητα ικανοποίησης του αιτήματος στο πλαίσιο του δικαιώματος πρόσβασης του άρθρου 12 ν.2472/1997, σε σύνδεση με το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα του άρθρου 5 ΚΔΔιαδ.
Όπως αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην απόφαση, στο πλαίσιο ασκήσεως του δικαιώματος πρόσβασης, το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται σχετικά με τις συνθήκες, υπό τις οποίες διεξάγεται η επεξεργασία των δεδομένων του, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η εξακρίβωση της τηρήσεως από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 10 του ν. 2472/1997 για τη λήψη των καταλλήλων οργανωτικών και τεχνικών μέτρων προς διασφάλιση του απορρήτου της επεξεργασίας και της ασφάλειας των δεδομένων.
Συνεπώς, αίτηση προς τον υπεύθυνο της επεξεργασίας, εκ μέρους του υποκειμένου των δεδομένων, με αντικείμενο την ενημέρωσή του σχετικά με το αν κατά την επεξεργασία των δεδομένων του απέκτησαν πρόσβαση σε αυτά μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα, υποβάλλεται στο πλαίσιο ασκήσεως του δικαιώματος πρόσβασης, κατά τα τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 2472/1997.
Η άρνηση δε ικανοποιήσεως του ως άνω αιτήματος αποτελεί, σε περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι διοικητική αρχή, εκτελεστή διοικητική πράξη (πρβλ. ΣτΕ 1851/2016).
Περαιτέρω, ο ενδιαφερόμενος, εφ’όσον επικαλείται πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν το εύλογο ενδιαφέρον του, έχει, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, δικαίωμα πρόσβασης σε στοιχεία και πληροφορίες που τυχόν έχει στη διάθεσή της η διοικητική αρχή και τα οποία συνδέονται με την ικανοποίηση του κατά το άρθρο 12 του ν. 2472/1997 δικαιώματός του.
Ως τέτοια δε έγγραφα και στοιχεία νοούνται και τα ηλεκτρονικά έγγραφα, υπό την καθοριζόμενη στο άρθρο 3 του ν. 3979/2011 έννοια.
Συνεπώς, το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα που κατοχυρώνεται με το άρθρο 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας αφορά και ηλεκτρονικό υλικό, το οποίο περιλαμβάνει πληροφορίες εγγεγραμμένες στο πλαίσιο ενός ηλεκτρονικού – πληροφοριακού συστήματος, οι οποίες είναι πρόσφορες να αποδείξουν γεγονότα που μπορούν να έχουν έννομες συνέπειες.
Η άρνηση ικανοποιήσεως τέτοιου αιτήματος αποτελεί, επίσης, εκτελεστή διοικητική πράξη.
Απόσπασμα της απόφασης
3. Επειδή, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της κρινομένης αιτήσεως και τα σχετικώς προσκομισθέντα στοιχεία, κατόπιν ανωνύμων καταγγελιών που υπεβλήθησαν εις βάρος της αιτούσης, …, διατάχθηκε η διενέργεια ελέγχου ως προς τις δηλώσεις περιουσιακής καταστάσεώς της, καθώς και η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης προς διακρίβωση της τυχόν εκ μέρους της τελέσεως αξιοποίνων πράξεων κατά την άσκηση των καθηκόντων της. Ο διενεργηθείς έλεγχος απέληξε στην επιβολή στην αιτούσα της πειθαρχικής ποινής της στέρησης αποδοχών ενός μηνός. Εξ άλλου, η ποινική δικογραφία που είχε σχηματισθεί εις βάρος της για τα αδικήματα της παθητικής δωροδοκίας, της παράβασης καθήκοντος και της υποβολής ανακριβούς δηλώσεως περιουσιακής κατάστασης τέθηκε στο αρχείο με την από 16.4.2014 σχετική πράξη της Εισαγγελίας Οικονομικού Εγκλήματος.
Εν τω μεταξύ, η αιτούσα υπέβαλε ενώπιον της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών την υπ’αριθμ. ……/2013 αίτηση, με την οποία ζήτησε να διερευνηθεί ποιοί χρήστες επισκέφθηκαν τη φορολογική της εικόνα στο πληροφοριακό σύστημα ΤΑΧΙS κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2013 έως 30.9.2013, προκειμένου να ενημερωθεί τόσο η ίδια, όσο και η αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου. Μετά την πάροδο δε διμήνου από την υποβολή της ανωτέρω αιτήσεώς της και επειδή δεν έλαβε απάντηση επί αυτής, η αιτούσα ζήτησε και έλαβε την υπ’αριθμ. …./2014 σχετική εισαγγελική παραγγελία, την οποία, εν συνεχεία, κατέθεσε ενώπιον της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Στην αίτησή της για τη λήψη της εισαγγελικής παραγγελίας η αιτούσα επικαλέσθηκε τις διατάξεις των άρθρων 5 και 4 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και ζήτησε να της χορηγηθεί αντίγραφο «του ιστορικού της επισκεψιμότητας της φορολογικής [της] εικόνας» από το πληροφοριακό σύστημα, για το χρονικό διάστημα από 1.6.2013 έως και 30.9.2013, προκειμένου να εντοπισθεί «ο χρήστης εκείνος ο οποίος αναρμοδίως και παρανόμως εισήλθε στη φορολογική [της] μερίδα».
Τελικώς, επί της αιτήσεως της αιτούσης εξεδόθη η προσβαλλόμενη πράξη της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, στην οποία διαλαμβάνονται τα εξής: «… Με την ως άνω σχετική αίτησή σας, ζητάτε να εκτυπωθεί και να σας δοθεί αντίγραφο του ιστορικού της επισκεψιμότητας της φορολογικής σας εικόνας στο πληροφοριακό σύστημα TAXIS για το χρονικό διάστημα 1/6/2013 – 30/9/2013. Επικαλείστε τις κείμενες διατάξεις για την υποχρέωση χορήγησης εγγράφων και διεκπεραίωσης αιτημάτων των διοικουμένων από τη Διοίκηση, οι οποίες είναι προφανές ότι δεν περιλαμβάνουν τέτοιες περιπτώσεις. Επικαλείστε επίσης την ανάγκη ισότιμης υπηρεσιακής μεταχείρισης, έχοντας δεδομένη την ικανοποίηση αντίστοιχων αιτημάτων άλλων υπαλλήλων, τους οποίους μάλιστα κατονομάζετε. Ωστόσο, ουδέποτε η υπηρεσία μας έχει χορηγήσει τέτοιου τύπου πληροφορίες σε υπαλλήλους, κατόπιν σχετικών τους αιτήσεων. Από τους υπαλλήλους που κατονομάζετε, υποθέτουμε ότι αναφέρεστε στην πρόσφατα διενεργηθείσα έρευνα για αναζητήσεις από υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών μέσω TAXIS των φορολογικών δηλώσεων της Πολιτικής Ηγεσίας και συγκεκριμένων Γενικών Δ/ντών και Δ/ντών του Υπουργείου. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, η υπηρεσία μας ανταποκρίθηκε στο αίτημα Οικονομικών Επιθεωρητών, στους οποίους δόθηκε εντολή έρευνας από την αρμόδια Δ/νση Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου. Οι σχετικές πληροφορίες που προέκυψαν από την τεχνική διερεύνηση του συστήματος, παραδόθηκαν -με εμπιστευτική αλληλογραφία- στους επιτετραμμένους Οικονομικούς Επιθεωρητές και όχι στα πρόσωπα που αφορούσε η διερεύνηση. Η υπηρεσία μας, συμπερασματικά, δεν μπορεί να ικανοποιήσει το αίτημά σας. Εξάλλου, με δεδομένη την πληθώρα των σημείων πρόσβασης και τη μη πλήρη καταγραφή κινήσεων σε όλα τα υποσυστήματα του TAXIS, τα ενδεχόμενα αποτελέσματα μιας τεχνικής διερεύνησης όπως η αιτούμενη θα είχαν μεγάλο βαθμό επισφάλειας και επικινδυνότητας …».
8. Επειδή, οι λόγοι που παρατίθενται στο ανωτέρω έγγραφο της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων δεν συνιστούν νόμιμη αιτιολογία απορρίψεως των σχετικών αιτημάτων της αιτούσης.
Ειδικότερα, τα αναφερόμενα στο ως άνω έγγραφο, ότι τα αιτήματα αυτά δεν βρίσκουν έρεισμα στις διατάξεις του νόμου, είναι απορριπτέα, εφ’όσον, κατά τα προαναφερθέντα, τα αιτήματα της αιτούσης στηρίζονταν στις διατάξεις τόσο του νόμου περί προστασίας προσωπικών δεδομένων όσο και του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης σε διοικητικά έγγραφα, είχαν δε ως αντικείμενο την παροχή στοιχείων και πληροφοριών σχετικά με περιπτώσεις μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης στα προσωπικά φορολογικά της δεδομένα. Περαιτέρω, είναι αδιάφορη η διαδικασία που ακολουθείται από την Υπηρεσία σε περίπτωση διαβίβασης εντολής για τη διενέργεια σχετικής έρευνας από Οικονομικούς Επιθεωρητές του Υπουργείου.
Εξ άλλου, στο έγγραφο αυτό δεν γίνεται επίκληση τεχνικών λόγων που καθιστούν αδύνατη την ικανοποίηση του αιτήματος της αιτούσης. Τα δε αορίστως αναφερόμενα περί «πληθώρας των σημείων πρόσβασης» και «μη πλήρους καταγραφής κινήσεων σε όλα τα υποσυστήματα του TAXIS» δεν θεμελιώνουν, πάντως, τεχνική αδυναμία για τη διενέργεια της σχετικής ηλεκτρονικής διερεύνησης και την παροχή πληροφοριών, με βάση τα αποτελέσματα που προκύπτουν από τα ηλεκτρονικώς τηρούμενα αρχεία, σχετικά με περιπτώσεις πρόσβασης στα προσωπικά φορολογικά δεδομένα της αιτούσης από πρόσωπα, τα οποία δεν ήταν νομίμως εξουσιοδοτημένα προς τούτο. Εν όψει των προαναφερθέντων, η άρνηση ικανοποιήσεως των αιτημάτων της αιτούσης που εκδηλώθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων, με την ανωτέρω αιτιολογία, δεν παρίσταται νόμιμη και πρέπει, για τον λόγο αυτό, να ακυρωθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση.
Δείτε την αναλυτικά την απόφαση στο adjustice.gr