Του Κώστα Ράπτη
Οπλοστάσιο υπάρχει. Και όμως: η γραφειοκρατική αδράνεια, η έλλειψη διακρατικού συντονισμού και η απροθυμία των κρατούντων έχουν ως αποτέλεσμα το ξέπλυμα “μαύρου χρήματος”, με τη σύμπραξη μάλιστα των μεγαλύτερων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων του πλανήτη να ανθεί. Ακόμη και όσοι προτιμούσαν να αγνοούν την πραγματικότητα αυτή δεν το μπορούν πλέον, μετά την αποκάλυψη των FinCen Files στις αρχές της εβδομάδας.
Τα έγγραφα που δημοσιοποίησε η Διεθνής Σύμπραξη Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (ICIJ) για τη συμμετοχή των μεγαλύτερων τραπεζών του κόσμου σε ξέπλυμα χρήματος δεν αποτυπώνουν παρά ένα “κοινό μυστικό”. Ότι δηλαδή η διεθνής οικονομία αποτελεί ένα παγόβουνο του οποίου μεγάλο τμήμα κινείται κάτω από την “επιφάνεια” της νομιμότητας και ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα παίζει οργανικό ρόλο στη νομιμοποίηση των εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Οι πρωταγωνιστές
Η εργασία του ICIJ, που κινητοποίησε περίπου 400 δημοσιογράφους τουλάχιστον 110 μέσων ενημέρωσης από 88 διαφορετικές χώρες, βασίσθηκε σε περίπου 2.100 “αναφορές ύποπτης δραστηριότητας” (SARs) προς το Δίκτυο Αντιμετώπισης Οικονομικού Εγκλήματος (FinCen) του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, υπηρεσία λιγότερο γνωστή από τους “φοροκυνηγούς” του IRS, όχι όμως λιγότερο κρίσιμη.
Τα επίμαχα αρχεία διέρρευσαν αρχικά προς τον ενημερωτικό ιστότοπο BuzzFeed και εμφανίζουν τουλάχιστον 90 χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς να εμπλέκονται, σύμφωνα με τις δικές τους παραδοχές, στην κίνηση τουλάχιστον 2 τρισ. δολαρίων “μαύρου χρήματος” κατά την περίοδο 1999-2017.
Πρωταγωνιστικό ρόλο διεκδικούν η Deutsche Bank με 1,3 τρισ. ύποπτων συναλλαγών, η J.P. Morgan Chase με 514 δισ., η Standard Chartered με 166 δισ. η Bank of New York Mellon με 64 δισ., η HSBC με 4,5 δισ. και ακολουθούν η Barclays, η Societe Generale, η State Street, η Commerzbank και η China Investment Corp.
Οι ιδιαιτερότητες
Ο άμεσος αντίκτυπος της δημοσιοποίησης υπήρξε σαρωτικός: Η μετοχή της HSBC υποχώρησε τη Δευτέρα σε χαμηλό 25ετίας. Η Standard Chartered σημείωσε απώλειες της τάξης του 5% και οι Barclays και Deutsche Bank άνω του 8%. Η HSBC ζήτησε από το προσωπικό της να σταματήσει να αναρτά υλικό στους λογαριασμούς social media της τράπεζας.
Οι ιδιαιτερότητες των FinCEN Files είναι πολλές. Καταρχήν, δεν αποτελούν παρά μικροσκοπικό υποσύνολο (0,02%) των 12 εκατομμυρίων “αναφορών ύποπτης δραστηριότητας” που κατατέθηκαν στο FinCEN το ίδιο χρονικό διάστημα. Κατά δεύτερον, στηρίζονται στις αναφορές που οι ίδιες οι τράπεζες υποβάλλουν, όπως έχουν υποχρέωση εντός 60 ημερών, κάθε φορά που κινείται υποψία (όχι βεβαιότητα) παράνομης δραστηριότητας, με αποτέλεσμα οι ίδιες να απαλλάσσονται εν πολλοίς των ευθυνών. Κατά τρίτον, η αποκάλυψη έρχεται σε μία στιγμή κατά την οποία δεν εκτιμάται ότι υπάρχει πραγματική πιθανότητα αυστηροποίησης του ρυθμιστικού πλαισίου.
Πινακοθήκη σκανδάλων
Και μόνο μια γρήγορη περιδιάβαση των αρχείων συνιστά μια συναρπαστική πινακοθήκη σκανδάλων.
Η Standard Chartered διεκπεραίωσε από το 2014 έως το 2016 τουλάχιστον 900 πληρωμές συνολικού ύψους περίπου 12 εκατομμυρίων δολαρίων για την Arab Bank της Ιορδανίας, με την υποψία ότι προορίζονται για την ισλαμιστική παλαιστινιακή οργάνωση Χαμάς.
Η Βόρειος Κορέα χρησιμοποίησε μέσω “μετωπικών” οργανισμών την J.P. Morgan Chase και την Bank of New York Mellon, για να ξεπλύνει περισσότερα από 170 εκατ. δολάρια κατά παράκαμψη των εις βάρος της κυρώσεων.
Η HSBC διαπιστώθηκε ότι είχε διευκολύνει ένα διεθνές δίκτυο ναρκεμπόρων, μεταξύ αυτών και τον διαβόητο Ελ Τσάπο Γκουζμάν, προκειμένου να ξεπλύνουν περισσότερα από 880 εκατ. δολάρια.
Η Deutsche Bank κατέχει θέση πρωταθλητή, εφόσον φέρεται να ξέπλυνε περισσότερα από δέκα δισ. δολάρια ρωσικού χρήματος, μέσα από ένα δίκτυο εταιρειών-σφραγίδα στο επίκεντρο των οποίων βρισκόταν ο δολοφονηθείς το 2012 στο Λονδίνο, Αλεξάντερ Περεπιλίτσνι, ο οποίος είχε αρχίσει να συνεργάζεται με τις Αρχές.
Ο δε γαμπρός και πιθανός διάδοχος του Ταγίπ Ερντογάν, νυν υπουργός Οικονομικών της Τουρκίας, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, θα πρέπει να εξηγήσει πολλά για τις δραστηριότητες της Aktif Bank, την οποία ο ίδιος διηύθυνε σε νεαρότατη ηλικία, που ενισχύουν τις καταγγελίες του συλληφθέντος το 2016 στις ΗΠΑ Ιρανο-Αζέρου λαθρεμπόρου χρυσού, Ρεζά Ζαράμπ, για την παράκαμψη των κυρώσεων κατά της Τεχεράνης με την (όχι ανιδιοτελή) συνδρομή του περιβάλλοντος του Τούρκου προέδρου.
Αντίστοιχες αποκαλύψεις μπορούν να “εξορυχτούν” από τα αρχεία για δραστηριότητες των καθεστώτων της Λιβύης, του Σουδάν ή της Μιανμάρ, ενώ δεν λείπει και η (αμερικανική) προεκλογική διάσταση, καθώς οι αποκαλύψεις αγγίζουν τον άλλοτε διευθυντή της καμπάνιας του Τραμπ το 2016, Πολ Μάναφορτ.
“Τείχος από χαρτιά”
Όλα αυτά αποτελούν τρόπον τινά τη συνέχεια προηγούμενων αποκαλύψεων τα τελευταία χρόνια, όπως τα Panama Papers (με την ευθύνη και πάλι του ICIJ), τα Malta Files (για περιπτώσεις διαφθοράς και φοροδιαφυγής), το 1MDB (για τις δραστηριότητες της Goldman Sachs στη Μαλαισία), τα Luanda Papers (για τη λεηλασία της Ανγκόλα από την προεδρική θυγατέρα και νυν πλουσιότερη γυναίκα της Αφρικής, Ισαμπέλ Ντος Σάντος) κ.ο.κ.
Είναι, βέβαια, αλήθεια ότι μετά τα υψηλά πρόστιμα που επιβλήθηκαν για αντίστοιχες υποθέσεις στην HSBC και τη Standard Chartered το 2012, ο αριθμός των “αναφορών ύποπτης δραστηριότητας” εκτοξεύθηκε από τις 60.000 στα 2 εκατομμύρια ετησίως. Πρόκειται όμως περισσότερο για την οχύρωση των ίδιων των τραπεζών πίσω από ένα “τείχος από χαρτιά”, καθώς μόνο το 4% των υποθέσεων φθάνει να ερευνάται από τις ρυθμιστικές αρχές. Είναι, πάντως, χαρακτηριστικό ότι πολλές από τις τράπεζες που τώρα βρίσκονται στο στόχαστρο συνέχισαν να διεκπεραιώνουν τις ύποπτες συναλλαγές ακόμη και όταν υπήρξαν ειδοποιήσεις ή και ποινές από τις Αρχές.
Εθνικές “λύσεις” σε ένα διεθνές πρόβλημα
Η Ε.Ε. έχει ήδη εγκρίνει πέντε νομοθετικές πράξεις για την καταπολέμηση του βρώμικου χρήματος, οι οποίες μεταξύ άλλων οδήγησαν στη σύσταση, σε όλα τα κράτη-μέλη, της αποκαλούμενης Financial Intelligence Unit (FUI), η οποία καλείται να εξετάσει όλες τις ύποπτες συναλλαγές. Όμως, όπως τόνισε, μιλώντας στην Deutsche Welle, o εκπρόσωπος των Χριστιανοδημοκρατών στην Ευρωβουλή για θέματα δημοσιονομικής πολιτικής, Μάρκους Φέρμπερ, “αυτοί που ξεπλένουν χρήματα και οι συνεργάτες τους επωφελούνται από το ότι τα κράτη-μέλη εφαρμόζουν τη νομοθεσία με μισή καρδιά και δεν συντονίζονται μεταξύ τους, ενώ δεν υπάρχει μία ευρωπαϊκή εποπτική Αρχή με ουσιαστικές αρμοδιότητες παρέμβασης”.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της “Διεθνούς Διαφάνειας” μόνο έντεκα κράτη-μέλη έχουν ενσωματώσει πλήρως τη σχετική νομοθεσία στο εθνικό τους δίκαιο, ενώ σε 25 από τις 27 χώρες της Ε.Ε. εδρεύουν τράπεζες που επανειλημμένα έχουν διενεργήσει ύποπτες συναλλαγές.
Στις αρχές της χρονιάς, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA) θωρακίστηκε με νέες αρμοδιότητες για την καταπολέμηση του βρώμικου χρήματος. Ωστόσο δεν μπορεί να επέμβει στο έργο της αρμόδιας εθνικής αρχής, παρά μόνο να συντονίσει τις εθνικές αρχές ή να απευθύνει έκκληση για άμεση παρέμβαση. Επί του παρόντος, οι Ευρωπαίοι προσπαθούν να δώσουν εθνικές λύσεις σε ένα διεθνές και διασυνοριακό πρόβλημα.