Εκδόθηκε σε ΦΕΚ σήμερα Δευτέρα 07/09/2020 το Προεδρικό Διάταγμα για την ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων και την περαιτέρω εξειδίκευση των κανόνων και διαδικασιών και γενικά η διευθέτηση των απαραίτητων λεπτομερειών για τις συγκεντρώσεις και τις πορείες μετά την ψήφιση του νόμου «Χρυσοχοίδη»
Σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα Η τήρηση της τάξης κατά τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις εξασφαλίζεται από το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής εφόσον αυτές διεξάγονται σε περιοχή δικαιοδοσίας του.
Στις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις η Ελληνική Αστυνομία και το Λιμενικό Σώμα-Ελληνική Ακτοφυλακή παρίστανται και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα τάξης, ασφάλειας και τροχαίας, για την προστασία της συνάθροισης και των συναθροιζομένων από οποιαδήποτε νπροσβολή, την ανεμπόδιστη άσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος των πολιτών να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα, καθώς και την αποκατάσταση της τάξης και της ασφάλειας σε συντρέχουσα περίπτωση
Το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής που διατίθεται για εκτέλεση υπηρεσίας σε συναθροίσεις, οφείλει να απέχει από κάθε πράξη ή συμπεριφορά που μπορεί να εκληφθεί ως ενεργή συμμετοχή ή αντίθεση στη συνάθροιση, να ενεργεί με αίσθημα ευθύνης, αυτοκυριαρχία, αμεροληψία, αντικειμενικότητα και σεβασμό των δικαιωμάτων των πολιτών και να τηρεί πάντοτε τις αρχές της νομιμότητας, της αναγκαιότητας, της προσφορότητας του μέσου και της αναλογικότητας.
Ο οργανωτής οφείλει να γνωστοποιήσει εγγράφως ή μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας της Ελληνικής Αστυνομίας, σαράντα οκτώ (48) ώρες τουλάχιστον πριν από την πραγματοποίηση της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης την πρόθεσή του να καλέσει το ευρύ κοινό
ή ορισμένες κατηγορίες ή ομάδες προσώπων να συμμετάσχουν σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Η έγγραφη γνωστοποίηση γίνεται στην αστυνομική ή λιμενική αρχή του τόπου κατοικίας του ή του τόπου διεξαγωγής της συνάθροισης.
Στην περίπτωση που η γνωστοποίηση της συνάθροισης πραγματοποιείται μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας της Ελληνικής Αστυνομίας και ο χώρος διεξαγωγής της περιλαμβάνεται στην τοπική αρμοδιότητα της λιμενικής αρχής, η Ελληνική Αστυνομία ενημερώνει σχετικά το Αρχηγείο του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής διαβιβάζοντας άμεσα σε αυτό τη σχετική ηλεκτρονική αλληλογραφία.
Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα στοιχεία ταυτότητας και επικοινωνίας του οργανωτή, το σκοπό, τον ακριβή τόπο και το χρόνο έναρξης και λήξης της συνάθροισης, το προτεινόμενο δρομολόγιο προκειμένου για κινούμενη συνάθροιση. Σε περίπτωση
μεταγενέστερης μεταβολής των δηλωθέντων στοιχείων, ο οργανωτής υποχρεούται να προβεί εγκαίρως στην εκ νέου ενημέρωση της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής.
Δεν οφείλεται γνωστοποίηση για τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις που πραγματοποιούνται για τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς και της επετείου της 17ης Νοεμβρίου.
Σε περίπτωση που η γνωστοποίηση πραγματοποιείται εγγράφως και η συνάθροιση πρόκειται να γίνει σε τόπο διαφορετικό από αυτόν της περιοχής δικαιοδοσίας της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής όπου γνωστοποιήθηκε, η τελευταία ενημερώνει την αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή, διαβιβάζοντας άμεσα τη σχετική αλληλογραφία.
Η πραγματοποίηση δημόσιας συνάθροισης, αυθόρμητης ή έκτακτης, η οποία δεν έχει γνωστοποιηθεί κατά τα διαλαμβανόμενα επιτρέπεται, εφόσον δεν διαφαίνονται κίνδυνοι διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας ή σοβαρής διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής.
Στην περίπτωση αυτή η αστυνομική ή λιμενική αρχή καλεί τους συμμετέχοντες στη συνάθροιση να ορίσουν οργανωτή, εφόσον οι υφιστάμενες συνθήκες το επιτρέπουν, ενώ δύναται να επιβάλει περιορισμούς.
Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς την υποχρέωση ορισμού οργανωτή και τους τυχόν περιορισμούς που έχουν τεθεί, η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή δύναται να προβεί στη διάλυση των εν λόγω συναθροίσεων, ενημερώνοντας αμελλητί τον αρμόδιο εισαγγελέα πρωτοδικών.
Στην περίπτωση που για τη λήψη μέτρων κατά τη διεξαγωγή δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης, συναρμόδιες είναι δύο ή περισσότερες Διευθύνσεις Αστυνομίας ή Λιμενικές Αρχές, η Υπηρεσία υποδοχής της γνωστοποίησης, υποχρεούται να ενημερώσει τις λοιπές συναρμόδιες Διευθύνσεις Αστυνομίας ή Λιμενικές Αρχές. Αν η δημόσια υπαίθρια συνάθροιση λαμβάνει χώρα στα όρια Διευθύνσεων Αστυνομίας, ή Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων ή Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων ή Λιμενικών Αρχών, ο ανώτερος στο βαθμό ή ο αρχαιότερος μεταξύ ομοιοβάθμων, από τους συναρμόδιους ορισθέντες Αστυνομικούς ή Λιμενικούς Διαμεσολαβητές ορίζεται ως βασικός Διαμεσολαβητής, ενώ οι υπόλοιποι θεωρούνται ως βοηθοί του και τον συνδράμουν στην εκπλήρωση των καθηκόντων του.
Ομοίως, το συντονισμό, ως επικεφαλής των μέτρων, αναλαμβάνει ο ανώτερος στο βαθμό ή ο αρχαιότερος μεταξύ ομοιοβάθμων, από τους συναρμόδιους Διευθυντές των Διευθύνσεων Αστυνομίας ή Γενικούς Αστυνομικούς Διευθυντές ή Γενικούς Περιφερειακούς Αστυνομικούς Διευθυντές ή αξιωματικούς του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής, στην περίπτωση που δεν έχει οριστεί εξαρχής με σχετική διαταγή ο επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής, κατά περίπτωση, αρχής.
Ο οργανωτής της συνάθροισης υποχρεούται να μεριμνά για την ομαλή διεξαγωγή της, λαμβάνοντας κάθε αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο. Ιδίως ο οργανωτής της συνάθροισης:
α. συνεργάζεται άμεσα με την αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή και ιδίως με τον Αστυνομικό ή Λιμενικό Διαμεσολαβητή και συμμορφώνεται στις υποδείξεις τους παρέχοντας τη συνδρομή του στην προσπάθεια για την τήρηση της τάξης και την ομαλή πραγματοποίησης της συνάθροισης,
β. ενημερώνει τους μετέχοντες στη συνάθροιση για την υποχρέωσή τους να μη φέρουν αντικείμενα πρόσφορα για την άσκηση βίας και ζητά την παρέμβαση της αρμόδιας αστυνομικής ή λιμενικής αρχής για την απομάκρυνση ατόμων που φέρουν τέτοια αντικείμενα,
γ. ορίζει επαρκή αριθμό ατόμων, τα οποία παρέχουν συνδρομή στην περιφρούρηση της συνάθροισης,
δ. μεριμνά, σε συνεργασία με την ομάδα περιφρούρησης, για αποτροπή παρείσφρησης στη συνάθροιση ή την απομάκρυνση αντιτιθέμενων σε αυτή ατόμων, καθώς και ατόμων ή ομάδων ατόμων που δεν έχουν σχέση με το σκοπό της συνάθροισης και επιδιώκουν ή υφίστανται σοβαρές ενδείξεις ότι θα επιδιώξουν να προκαλέσουν βιαιοπραγίες, επεισόδια ή διάσπαση αυτής και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή στην περίπτωση άρνησης των ατόμων να απομακρυνθούν οικειοθελώς από το χώρο της συνάθροισης,
ε. παρέχει σαφείς και ακριβείς οδηγίες στους συμμετέχοντες για την τήρηση του δηλωθέντος δρομολογίου και των τυχόν περιορισμών,
στ. παρευρίσκεται συνεχώς στον τόπο της συνάθροισης, από την έναρξη μέχρι τη λήξη αυτής, διευκολύνοντας τις διαδικασίες ομαλής άφιξης και αποχώρησης των συμμετεχόντων,
ζ. ενημερώνει άμεσα την αστυνομική ή λιμενική αρχή, σε περίπτωση αιφνίδιας μεταβολής των δεδομένων που αφορούν τη διεξαγωγή της συνάθροισης,
η. ενημερώνει σχετικά τους συναθροιζόμενους και συμβάλλει στην υλοποίηση των αποφάσεων της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής, σε περίπτωση απαγόρευσης, επιβολής περιορισμών και διάλυσης της συνάθροισης,
Σε περίπτωση συνδιοργάνωσης ή συμμετοχής στην ίδια συνάθροιση περισσότερων του ενός φορέων ορίζεται κοινός οργανωτής.
Υποχρεώσεις επικεφαλής αστυνομικής ή λιμενικής αρχής
Ο επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής, που διατίθεται για εκτέλεση υπηρεσίας σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, υποχρεούται να μεριμνά για τη διασφάλιση της ομαλής διεξαγωγής της λαμβάνοντας κάθε αναγκαίο και πρόσφορο προς τούτο μέτρο. Ιδίως, ο επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής Αρχής:
α. παρίσταται καθόλη τη διάρκεια διεξαγωγής της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης, μέχρι το πέρας αυτής και την αποχώρηση των συναθροισθέντων,
β. διατηρεί άμεση επαφή και διαρκή συνεργασία και επικοινωνία με τον οργανωτή και τον Αστυνομικό ή Λιμενικό Διαμεσολαβητή,
γ. ενημερώνει τον οργανωτή για την επιβολή τυχόν περιορισμών ή απαγόρευσης και μεριμνά για την εφαρμογή τους,
δ. κατευθύνει, εποπτεύει και ελέγχει το αστυνομικό ή λιμενικό προσωπικό που λαμβάνει μέρος στην εφαρμογή των μέτρων, παρεμβαίνοντας άμεσα για την αποτελεσματική διευθέτηση τυχόν προβλημάτων και την έγκαιρη αποφυγή γεγονότων και καταστάσεων που θα
μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την ομαλή διεξαγωγή της συνάθροισης,
ε. αναφέρει άμεσα στην ιεραρχικά προϊστάμενη Υπηρεσία του οποιοδήποτε ουσιώδες γεγονός ανακύπτει και συναρτάται με τη συνάθροιση,
στ. ενημερώνει αμελλητί τον άμεσα ιεραρχικά προϊστάμενο του και τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών, όταν αυτός δεν παρίσταται στον χώρο της συνάθροισης για τη λήψη απόφασης διάλυσης της συνάθροισης, εφόσον κατεπείγουσες και σοβαρές περιπτώσεις διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας, ιδίως σε περιπτώσεις διάπραξης εγκλημάτων κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας ή σε περιπτώσεις γενικευμένων επεισοδίων επιβάλλουν την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 4703/2020, σε συνδυασμό με την παρ. 5 του άρθρου 10 του παρόντος.
Αστυνομικός ή Λιμενικός Διαμεσολαβητής
Με διαταγή του οικείου Διευθυντή – Προϊσταμένου,
σε κάθε Διεύθυνση Αστυνομίας ή Κεντρικού Λιμεναρχείου ορίζεται αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ή στέλεχος του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, ως Αστυνομικός ή Λιμενικός Διαμεσολαβητής με τον αναπληρωτή του. Εφόσον οι σχετικές ανάγκες
το απαιτούν, δύναται να ορίζεται και ανάλογος αριθμός αξιωματικών ή άλλων βαθμοφόρων ως βοηθοί του, προκειμένου να τον συνδράμουν στην εκπλήρωση των καθηκόντων του.
Ο Αστυνομικός ή Λιμενικός Διαμεσολαβητής αποτελεί τον σύνδεσμο του επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής δύναμης με τον οργανωτή, ώστε να διασφαλίζεται η ομαλή και σύμφωνα με το νόμο διεξαγωγή της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης. Ειδικότερα, ο Αστυνομικός ή Λιμενικός Διαμεσολαβητής:
α. συνεργάζεται διαρκώς με τον οργανωτή και τον επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής δύναμης παραμένοντας στο χώρο της συνάθροισης καθ’ όλη τη διάρκεια της και μέχρι την αποχώρηση των συμμετεχόντων και
β. διαμεσολαβεί για την άμεση και ειρηνική επίλυση τυχόν παρεξηγήσεων ή την αποκλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ των συμμετεχόντων, ή μεταξύ των συμμετεχόντων και της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής, ενημερώνοντας σχετικά τον επικεφαλής της δημόσιας δύναμης.
Η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή οφείλει να διασφαλίζει τις προϋποθέσεις ακώλυτης άσκησης του δικαιώματος του συνέρχεσθαι σε δημόσιο υπαίθριο χώρο, λαμβάνοντας προς τούτο κάθε αναγκαίο μέτρο, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, σύμφωνα με την
κείμενη νομοθεσία και σε συνεργασία με τον οργανωτή της συνάθροισης.
Κάθε απόφαση απαγόρευσης, επιβολής περιορισμών ή διάλυσης της συνάθροισης, αναρτάται στην επίσημη ιστοσελίδα της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής και κοινοποιείται στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών. Η απόφαση απαγόρευσης ή επιβολής περιορισμών σε επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση κοινοποιείται στον οργανωτή δώδεκα (12) τουλάχιστον ώρες πριν από την πραγματοποίησή της.
Απαγόρευση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης
1. Επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση μπορεί να απαγορευθεί με αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή ή Γενικού Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή ή Διευθυντή Διεύθυνσης Αστυνομίας ή Λιμενάρχη της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής ή του οικείου Διοικητή Περιφερειακής Διοίκησης Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, με σύμφωνη γνώμη του οικείου προέδρου πρωτοδικών που παρέχεται το αργότερο έως είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν την έναρξη της συνάθροισης και με απλή γνώμη των οικείων Δημάρχων ή των υπευθύνων Προέδρων ή Διευθυνόντων Συμβούλων δημοσίων φορέων διαχείρισης και εκμετάλλευσης λιμένων αν:
α. επαπειλείται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, λόγω ιδιαιτέρως πιθανής διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων ιδίως κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της ιδιοκτησίας και της πολιτειακής εξουσίας,
β. απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής σε ορισμένη περιοχή, η οποία θεωρείται ότι συντελείται ιδίως όταν εξαιτίας της συνάθροισης απειλείται η κοινή ειρήνη ή τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο η ασφάλεια των συγκοινωνιών ή η λειτουργία υποδομών ζωτικής σημασίας ή άλλων κοινωφελών εγκαταστάσεων ή παρακωλύεται σημαντικά ο εφοδιασμός της χώρας ή μιας περιοχής με αγαθά πρώτης ανάγκης όπως υγειονομικό υλικό, φάρμακα, καύσιμα, κ.λπ.,
γ. πρόκειται για δημόσια υπαίθρια συνάθροιση ο σκοπός της οποίας αντιτίθεται προς το σκοπό ήδη προγραμματισμένης, γνωστοποιηθείσας και μη απαγορευθείσας συνάθροισης που πραγματοποιείται ή βρίσκεται σε εξέλιξη στην ίδια περιοχή ή εγγύς της ίδιας περιοχής και κατά το ίδιο χρονικό διάστημα.
Στις περιπτώσεις (β) και (γ), η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή υποδεικνύει ενδεικτικά, εφόσον είναι εφικτό, ως εναλλακτικές επιλογές, άλλες περιοχές κατάλληλες για την πραγματοποίηση της συνάθροισης.
Για τη λήψη της απόφασης απαγόρευσης γνωστοποιηθείσας δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης λαμβάνονται υπόψη ιδίως: (α) ο εκτιμώμενος αριθμός συμμετεχόντων, (β) η περιοχή πραγματοποίησής της και (γ) ο βαθμός επικινδυνότητας αυτής ως προς την πιθανότητα
διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων και διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής.
Κριτήρια, τρόπος και μέσα επιβολής περιορισμών
Σε επικείμενες ή εν εξελίξει δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις, δύναται να επιβάλλονται περιορισμοί, με αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή ή Γενικού Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή ή Διευθυντή Διεύθυνσης Αστυνομίας ή Προϊσταμένου της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, με απλή γνώμη των οικείων Δημάρχων ή των υπευθύνων Προέδρων ή Διευθυνόντων Συμβούλων δημοσίων φορέων διαχείρισης και εκμετάλλευσης λιμένων, εάν πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή της θα διαταράξει δυσανάλογα την κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής. Η ανωτέρω γνώμη διατυπώνεται εγγράφως ή προφορικά σε επείγουσες περιπτώσεις και μνημονεύεται στη σχετική απόφαση.
Κριτήρια για την επιβολή περιορισμών είναι ιδίως ο αριθμός των συμμετεχόντων στη συνάθροιση σε συνάρτηση με:
α) την περιοχή πραγματοποίησής της,
β) τις ειδικότερες κυκλοφοριακές συνθήκες,
γ) τα χαρακτηριστικά του οδικού περιβάλλοντος (διατομή οδοστρώματος, ύπαρξη πεζοδρομίου, αριθμός λωρίδων κυκλοφορίας, κατεύθυνση κυκλοφορίας, κ.λπ.) και
δ) τη σημασία της οδού ή των οδών που εκτιμάται ότι θα επηρεαστούν από τη συνάθροιση στην εν γένει κυκλοφορία (αυτοκινητόδρομος, ύπαρξη λεωφορειολωρίδων) και τον εφοδιασμό της αγοράς με είδη ζωτικής σημασίας όπως καύσιμα, υγειονομικό υλικό και φάρμακα και γενικά ο βαθμός διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής
Μέσα επιβολής των περιορισμών αποτελούν ιδίως:
α) η διάταξη της αστυνομικής ή λιμενικής δύναμης,
β) φορητά μέσα σήμανσης της κυκλοφορίας και οριοθέτησης του χώρου (κορδέλες, κώνοι κ.λπ.),
γ) κιγκλιδώματα,
δ) μεταλλικοί φραγμοί (συρόμενοι),
ε) φραγμοί με οχήματα και
στ) άλλα πρόσφορα μέσα.
Διαδικασία, τρόπος και μέσα διάλυσης
Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις διαλύονται εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 9 του ν. 4703/2020, με αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή, προκειμένου για τις περιοχές των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής
και Θεσσαλονίκης, του οικείου Γενικού Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή σε περιπτώσεις που η συνάθροιση πραγματοποιείται σε περιοχή που περιλαμβάνεται στην τοπική αρμοδιότητα περισσότερων τη μίας Διευθύνσεων Αστυνομίας δικαιοδοσίας του και του Διευθυντή της Διεύθυνσης Αστυνομίας σε κάθε περίπτωση που η συνάθροιση πραγματοποιείται εντός της εδαφικής δικαιοδοσίας της οικείας Διεύθυνσης. Στην περίπτωση που η συνάθροιση πραγματοποιείται σε περιοχή περισσότερων της μίας Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων ή Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων η απόφαση διάλυσης λαμβάνεται από τον οικείο Γενικό Επιθεωρητή Αστυνομίας, ενώ στην περίπτωση που πραγματοποιείται σε περιοχή που περιλαμβάνεται στους τομείς Βορείου και Νοτίου Ελλάδος, η απόφαση διάλυσης λαμβάνεται από τον Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας.
Ομοίως, δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις οι οποίες λαμβάνουν χώρα εντός περιοχών αρμοδιότητας του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, διαλύονται με αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου Λιμενάρχη. Εφόσον τα μέτρα αστυνόμευσης και τάξης λαμβάνονται υπό τις εντολές Διοικητή Περιφερειακής Διοίκησης Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, η απόφαση διάλυσης λαμβάνεται από τον οικείο Διοικητή Περιφερειακής Διοίκησης Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής.
Για τη διάλυση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία πριν από την εκδήλωση οποιασδήποτε άλλης ενέργειας, ο επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής ζητά από τον οργανωτή να αποκαταστήσει την ομαλή διεξαγωγή της συνάθροισης ή να ανακοινώσει τη λήξη αυτής στους συμμετέχοντες, καλώντας τους να απομακρυνθούν άμεσα και ήσυχα από το χώρο πραγματοποίησής της.
Σε περίπτωση άρνησης ή αδυναμίας του οργανωτή να ανταποκριθεί στο ανωτέρω αίτημα, ο επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής προσκαλεί στον τόπο της συνάθροισης τον αρμόδιο εισαγγελέα πρωτοδικών, στον οποίο ανακοινώνει ότι συντρέχει περίπτωση διάλυσης. Εν συνεχεία, με την παρουσία και τη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα πρωτοδικών, ο επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής ανακοινώνει στους μετέχοντες τους λόγους για τους οποίους δεν επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί ή να συνεχισθεί η συνάθροιση και τους προσκαλεί με τη χρήση μεγαφώνου ή άλλου πρόσφορου μέσου να απομακρυνθούν άμεσα και ήσυχα από το χώρο πραγματοποίησης της, επισημαίνοντας τις κυρώσεις που προβλέπονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Η υπόδειξη για διάλυση της συνάθροισης και απομάκρυνσης των συμμετεχόντων επαναλαμβάνεται τρεις (3) φορές.
Εφόσον η συνάθροιση συνεχίζεται και οι συμμετέχοντες δεν συμμορφώνονται στις υποδείξεις για διάλυση της συνάθροισης και εκούσια απομάκρυνσή τους, οεπικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής υλοποιεί την απόφαση για τη διάλυση της συνάθροισης, λαμβάνοντας υπόψη και συνεκτιμώντας, ιδίως, τον αριθμό των συμμετεχόντων, την ένταση που επικρατεί και τη βαρύτητα των αξιοποίνων πράξεων που τελούνται ή που η τέλεσή τους πιθανολογείται βασίμως.
Η διάλυση της συνάθροισης πραγματοποιείται κατόπιν σχετικής ρητής εντολής του επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής, η οποία δίδεται και εκτελείται μόνον εφόσον έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες που προβλέπονται και ως εκ τούτου έχουν
εξαντληθεί όλες οι δυνατότητες ήπιας διευθέτησης του ζητήματος με εκούσια αποχώρηση των συναθροισθέντων.
Οποιαδήποτε ενέργεια της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής για την υλοποίηση της εντολής διάλυσης της συνάθροισης τελεί υπό τις αρχές της νομιμότητας, της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας και διακόπτεται άμεσα με την εξάλειψη του λόγου που επέβαλε την εκδήλωσή της.
Για τη διάλυση της συνάθροισης χρησιμοποιούνται από την αστυνομική ή λιμενική αρχή τα πλέον πρόσφορα, αναγκαία και ανάλογα προς την περίσταση νόμιμα μέσα.
Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις σοβαρής διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας και, ιδίως, σε περιπτώσεις διάπραξης εγκλημάτων κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας ή σε περιπτώσεις γενικευμένων επεισοδίων, ο επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής δικαιούται και πριν από την άφιξη στο χώρο της συνάθροισης του εισαγγελικού λειτουργού, να προβαίνει στις προβλεπόμενες από τις προηγούμενες παραγράφους ενέργειες διάλυσης, τηρουμένων και των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 4703/2020.
Η παράγραφος αυτή προβλέπει ότι σε κατεπείγουσες και σοβαρές περιπτώσεις διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας και ιδίως, σε περιπτώσεις διάπραξης εγκλημάτων κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας ή σε περιπτώσεις γενικευμένων επεισοδίων, εφόσον δεν παρίσταται αρμόδιος εισαγγελέας πρωτοδικών, η απόφαση διάλυσης της συνάθροισης λαμβάνεται από τον επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής δύναμης με παράλληλη αμελλητί ενημέρωση του αρμοδίου εισαγγελέα πρωτοδικών.