Χορήγηση παροχών κλάδου σύνταξης σε έμμεσα ασφαλισμένο λόγω ανικανότητάς του προς άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος συνεπεία αναπηρίας
ΔΠΑ 2011/2020, 2ο Τμήμα
Προσφυγή κατά απόφασης Διευθυντή Τοπικού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. περί διακοπής της καταβολής παροχών κλάδου σύνταξης, τις οποίες ελάμβανε ο προσφεύγων κατόπιν θανάτου της μητέρας του, συνταξιούχου του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., λόγω ανικανότητας του προς άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος συνεπεία αναπηρίας, η οποία είχε παρουσιασθεί πριν τη συμπλήρωση του 25ου και του 18ου έτους της ηλικίας του, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 29 παρ. 6 του αν.ν. 1846/1951.
Mε τα δεδομένα της επίδικης υπόθεσης, το Δικαστήριο λαμβάνει καταρχάς υπ’ όψιν ότι: α) η δυνατότητα προς άσκηση οποιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος αποκλείει τη συνταξιοδότηση τέκνου, που έχει υπερβεί τα όρια ηλικίας που τίθενται από το νόμο (25 ετών εν προκειμένω), β) οι υγειονομικές επιτροπές των ΚΕ.Π.Α. είναι αποκλειστικώς αρμόδιες να διαπιστώσουν την, από ιατρικής άποψης, φύση, έκταση, διάρκεια, καθώς και τα αίτια της πάθησης του αιτούμενου τη σύνταξη, αλλά και να καθορίσουν το χρόνο κατά τον οποίο επήλθε η ως άνω ανικανότητά του προς εργασία λόγω της πάθησης, ενώ οι αιτιολογημένες γνωματεύσεις των υγειονομικών επιτροπών αυτών δεσμεύουν τόσο τα ασφαλιστικά όργανα του καθού, όσο και τα επιλαμβανόμενα στη συνέχεια διοικητικά δικαστήρια, γ) η ….. γνωμάτευση της Α.Υ.Ε., σύμφωνα με την οποία: «… ο ασφ/νος φέρει ΔΝ=61 από γεννήσεως, και διαταραχή προσωπικότητας εξαρτημένου τύπου προ του 25ου έτους. Ο ανωτέρω φέρει ΠΑ 50% και δύναται να εκτελεί απλές χειρωνακτικές εργασίες. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το συνολικό ποσοστό αναπηρίας του ανέρχεται σε 50% πενήντα τοις εκατό κατά ιατρική πρόβλεψη, από 01/01/2014 έως 31/10/2016», παρίσταται νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη και, επομένως, είναι δεσμευτική για το παρόν Δικαστήριο όσον αφορά τις διαπιστώσεις αυτής, από ιατρικής απόψεως, σχετικά με τη φύση, έκταση, διάρκεια και τα αίτια της παθήσεως του προσφεύγοντος, καθώς και τον χρόνο κατά τον οποίο επήλθε η ανικανότητα αυτού. Εντούτοις, η τελική κρίση περί της ανικανότητας για κάθε βιοποριστική εργασία πριν από τη συμπλήρωση των ως άνω ορίων ηλικίας είναι ασφαλιστική και ανήκει στα ασφαλιστικά όργανα του Ιδρύματος, σε περίπτωση δε που ασκηθεί προσφυγή, στα διοικητικά δικαστήρια.
Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας περαιτέρω υπ’ όψιν: α) το είδος και τη φύση της παθήσεως του προσφεύγοντος (νοητική υστέρηση εκ γενετής και διαταραχή προσωπικότητας εξαρτημένου τύπου προ του 25ου έτους της ηλικίας του) και το ποσοστό της αναπηρίας (50%) που του προσδίδει η πάθηση αυτή, σύμφωνα με την ανωτέρω ιατρική γνωμάτευση της Α.Υ.Ε., β) ότι η ανικανότητά του αυτή υφίσταται σε κάθε περίπτωση προ του 25ου έτους της ηλικίας του, ενώ για το αμέσως προηγούμενο, από το επίδικο, χρονικό διάστημα, ήτοι από 01.06.2009 έως 31.10.2012, ο προσφεύγων ελάμβανε την εν λόγω παροχή ως ανίκανος για την άσκηση οποιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος, γεγονός που συνηγορεί υπέρ της άποψης ότι αυτός δεν άσκησε κάποιο επάγγελμα και ως εκ τούτου δεν απέκτησε κάποια επαγγελματική εξειδίκευση και εμπειρία, γ) ότι με βάση την κατάσταση της υγείας του, όπως αυτή προκύπτει από τα προσκομιζόμενα στοιχεία και ειδικότερα, ενόψει του γεγονότος ότι χρήζει διαρκούς παρακολούθησης και φροντίδας, εξέρχεται σπανίως της οικίας του δοθέντος ότι παρουσιάζει σοβαρή διαταραχή του προσανατολισμού του στο χώρο, αδυνατεί να διαχειριστεί χρήματα, να αναπτύξει ανεξάρτητες δραστηριότητες και να ασκήσει αυτόνομη εργασία, γίνεται ενίοτε επιθετικός και αδυνατεί να κυκλοφορεί μόνος του στην πόλη, συνάγεται ότι ο προσφεύγων δεν βρίσκεται σε θέση να ασκήσει χειρωνακτικό επάγγελμα, δοθέντος ότι μια τέτοιας φύσης επαγγελματική ενασχόληση αφ’ ενός θα έθετε σε κίνδυνο τη σωματική του ακεραιότητα, αφ’ ετέρου προϋποθέτει μια στοιχειώδη συναλλακτική ικανότητα, δ) υπό τις κρατούσες, κατά τα κοινώς γνωστά, συνθήκες στην αγορά εργασίας στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας, σε καθεστώς οικονομικής κρίσης και αυξημένης ανεργίας, άτομα όπως ο προσφεύγων, στην ηλικία αυτού κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα (37-41 ετών), με αναπηρία και μειωμένη νοητική ικανότητα κατά το ανωτέρω ποσοστό και χωρίς οποιαδήποτε επαγγελματική εξειδίκευση και εμπειρία, έχουν αντικειμενικά μηδενικές ευκαιρίες εξεύρεσης κάποιας απασχόλησης, κρίνει ότι ο προσφεύγων κατά το ένδικο χρονικό διάστημα, από 01.11.2012 έως 31.10.2016, ήταν ασφαλιστικά ανίκανος για κάθε βιοποριστική εργασία συνεχώς, από ηλικία μικρότερη τόσο των 25 όσο και των 18 ετών, και, ως εκ τούτου, δικαιούται την ένδικη συνταξιοδοτική παροχή για το διάστημα αυτό.
Συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση του Διευθυντή του Τοπικού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., που έκρινε αντίθετα, έσφαλε και, επομένως, πρέπει για το λόγο αυτό να ακυρωθεί, όπως βασίμως προβάλλει ο προσφεύγων με την κρινόμενη προσφυγή.