Πώς μπορούν να μειώσουν άμεσα και δραστικά τα «κόκκινα» δάνειά τους οι τράπεζες, διαγράφοντας σε βάθος χρόνου DTC, για να καλύψουν τη ζημιά. Κατατέθηκε σε κυβέρνηση – θεσμούς η πρόταση. Τα βασικά χαρακτηριστικά του σχεδίου.
Την άμεση και ριζική μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (Non Performing Exposures – NPEs) των τραπεζών, με σταδιακή εγγραφή της ζημιάς, ώστε να μην υποχωρήσει κάτω από το ελάχιστο εποπτικό όριο η κεφαλαιακή τους επάρκεια, επιδιώκει το νέο σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος.
Η πρόταση για τη σύσταση Asset Management Company (σ.σ. bad bank) έχει κατατεθεί σε κυβέρνηση και θεσμούς και αναμένεται να παρουσιασθεί σύντομα στις τράπεζες. Θα ακολουθήσουν παρουσιάσεις σε επιλεγμένους επενδυτικούς οίκους, που έχουν επιδείξει ήδη σχετικό ενδιαφέρον.
Παρότι η αγορά κρατά μικρό καλάθι, ενθυμούμενη πως το προηγούμενο σχέδιο της ΤτΕΕΛΛ 0,00% κατέληξε στις ελληνικές καλένδες, ο προτεινόμενος μηχανισμός φαίνεται να ταιριάζει στις προκλήσεις, τις οποίες έχει μπροστά του ο εγχώριος τραπεζικός κλάδος.
Όπως έγραψε το Euro2day.gr, οι τιτλοποιήσεις με χρήση κρατικής εγγυοδοσίας (Ηρακλής) αναμένεται να μειώσουν τον λόγο των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς τις συνολικές χορηγήσεις στα επίπεδα του 25%, χωρίς να υπολογίζονται τα νέα «κόκκινα» που θα προκύψουν λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας της Covid-19.
Πρόκειται για ποσοστό πολλαπλάσιο σε σχέση με τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (2,7% και 3,2% με στοιχεία Δεκεμβρίου 2019). Επομένως θα απαιτηθεί νέο σχέδιο συλλογικής υποβοήθησης, ώστε οι εγχώριες τράπεζες να συγκλίνουν με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Άλλωστε, οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας επιβάλλουν να απεγκλωβιστούν γρήγορα οι τράπεζες από το απόθεμα των NPEs, ώστε να παίξουν από το 2021 σημαντικό ρόλο στη χρηματοδότηση της οικονομίας, συμβάλλοντας στην απορρόφηση πόρων του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης.
Το σχέδιο της ΤτΕΕΛΛ 0,00% φιλοδοξεί να απαντήσει τόσο στην ανάγκη άμεσου απεγκλωβισμού όσο και στο δεδομένο ότι, μετά την ολοκλήρωση των τιτλοποιήσεων, οι οποίες εντάσσονται στο πρόγραμμα «Ηρακλής», οι τράπεζες δεν θα διαθέτουν ικανά κεφαλαιακά «μαξιλάρια», ώστε να γράψουν εφάπαξ τη ζημιά από την αποαναγνώριση της συντριπτικής πλειονότητας των εναπομεινάντων κόκκινων δανείων.
Ο βασικός μηχανισμός της πρότασης για bad bank
Ο μηχανισμός του προτεινόμενου σχεδίου προβλέπει τη μεταφορά χαρτοφυλακίων μη εξυπηρετούμενων δανείων από την τράπεζα στην Asset Management Company (AMC). Η μεταφορά θα διενεργείται στην καθαρή λογιστική αξία των δανείων και ως αντάλλαγμα, η τράπεζα λαμβάνει ομολογίες, χωρίς rating, που αντικρίζονται από το χαρτοφυλάκιο δανείων. Υπενθυμίζεται ότι η συμμετοχή των τραπεζών είναι προαιρετική.
Εν συνεχεία η AMC τιτλοποιεί το χαρτοφυλάκιο, με πώληση στον προτιμητέο επενδυτή τουλάχιστον του 50% των τίτλων πρώτης διαβάθμισης (senior notes) και πιθανώς «φέτας» των τίτλων ενδιάμεσης διαβάθμισης (mezzanine notes).
Προκειμένου να διευκολυνθεί η πώληση και να καλυφθεί η διαφορά, μεταξύ της καθαρής λογιστικής αξίας και της αποτίμησης του χαρτοφυλακίου από τον προτιμητέο επενδυτή, παρέχεται ονομαστική κρατική εγγύηση.
Πώς μειώνεται και το DTC μαζί με τα «κόκκινα»
Με την πώληση τουλάχιστον του 50% των senior notes, πληρούνται οι προϋποθέσεις αποαναγνώρισης του χαρτοφυλακίου για την τράπεζα, η οποία αναλαμβάνει να πληρώνει για μια 5ετία με 7ετία, ένα ποσό ετησίως, ως προμήθεια για την κρατική εγγύηση. Μόνο που η προμήθεια δεν καταβάλλεται στο Δημόσιο τοις μετρητοίς, αλλά με διαγραφή από την τράπεζα ίσης αξίας αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (deferred tax credit- DTC).
Έτσι, επιτυγχάνεται ο στόχος που είχε θέσει εξαρχής η Τράπεζα της Ελλάδος να αντιμετωπίσει, με το ίδιο σχέδιο, το πρόβλημα των NPEs και των υψηλών αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, οι οποίες ανέρχονταν, τον Μάρτιο του 2020, σε 15,5 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 54% των συνολικών εποπτικών κεφαλαίων.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις των υπηρεσιών της Τράπεζας της Ελλάδος, στα επόμενα 4 τρίμηνα, χωρίς να ληφθούν υπόψη οποιεσδήποτε επιπτώσεις από την πανδημία, η συμμετοχή του DTC στα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών θα προσεγγίσει το 75%.
Πρόκειται για εκτιμήσεις που συνυπολογίζουν την κεφαλαιακή επιβάρυνση της εφαρμογής των μεταβατικών διατάξεων του IFRS 9, το πραγματοποιηθέν ή εκτιμώμενο κόστος τιτλοποιήσεων, καθώς και τις τάσεις πιστωτικής επέκτασης και οργανικής κερδοφορίας, όπως είχαν διαμορφωθεί έως και το α’ τρίμηνο του 2020.
Ταυτόχρονα, με το σχέδιο της TτE δεν θα τρωθούν, με εφάπαξ διαγραφές, τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών, καθώς η ζημιά θα εγγραφεί σε βάθος ως επτά ετών, ανάλογα με τις εισπράξεις του χαρτοφυλακίου και τη ροή αποπληρωμής των senior notes από την AMC.
Το νέο σχέδιο δεν θα ανατρέπει αλλά αντίθετα θα αξιοποιεί τις υφιστάμενες υποδομές των τραπεζών, καθώς και τις συμμετοχές τρίτων μερών (Intrum, doValue) στους τομείς διαχείρισης των NPLs. Επιπλέον, ενδεχόμενη εφαρμογή του δεν θα επιφέρει πρόσθετο κόστος για τον φορολογούμενο.
Η αγορά κρατά μικρό καλάθι ως προς το αν αποδεχθεί η κυβέρνηση το νέο σχέδιο της TτE. Υπενθυμίζεται ότι το προηγούμενο δεν αξιοποιήθηκε από την Ελλάδα, αλλά αντιγράφηκε από την ιταλική κυβέρνηση, η οποία σε συνεργασία με την τοπική κεντρική τράπεζα και τη διοίκηση της Banca Monte dei Paschi di Siena πέτυχε να μεταφερθούν NPEs της τελευταίας, ύψους περίπου 8 δισ. ευρώ, στην Asset Management Company, AMCO.