Η Ελλάδα είναι η πιο ευάλωτη χώρα της ευρωζώνης σε ένα σοκ του τουρισμού, επισημαίνει ο οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar σε σημερινή του ανάλυση, τονίζοντας πως η πορεία του κλάδου και ο αντίκτυπός της στην οικονομία θα αποτελέσει έναν από τους πολλούς παράγοντες που θα διαμορφώσουν την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας, η οποία θυμίζουμε αναμένεται από τον οίκο στις 23 Οκτωβρίου. Παράλληλα επισημαίνει πως η νέα αύξηση των κρουσμάτων δημιουργεί “σύννεφα” γύρω από την ανάκαμψη της οικονομίας στο γ’ και το δ’ τρίμηνο.
Σημειώνεται πως σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του οίκου, η ύφεση φέτος στην Ελλάδα θα κινηθεί στο 7%, ενώ η ανάκαμψη το 2021 θα διαμορφωθεί στο 4%. Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο του οίκου, η συρρίκνωση του ελληνικού ΑΕΠ φέτος θα είναι της τάξης του 9% και η ανάπτυξη το 2021 θα κινηθεί σε υποτονικού ρυθμούς του 1,5%. Υπενθυμίζεται πως η DBRS τον Ιούνιο είχε προβλέψει πως στο ήπιο σενάριο η ύφεση στην Ελλάδα φέτος θα φτάσει το 6,5% (με ανάπτυξη 4% το 2021), ενώ υπό το δυσμενές σενάριο η ύφεση είχε τοποθετεί στο 10% (με ανάκαμψη 1,5% το 2021).
Εξετάζοντας διάφορους διαρθρωτικούς παράγοντες, η DBRS καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι οικονομίες της Νότιας Ευρώπης είναι οι πιο ευάλωτες χώρες στην ευρωζώνη απέναντι σε μία κρίση του τουριστικού κλάδου. Ωστόσο, ο τελικός αντίκτυπος θα εξαρτηθεί και από την εξέλιξη της πανδημίας, την επιβολή περιοριστικών μέτρων και τις κυβερνητικές πολιτικές για τη μείωση των επιπτώσεων του σοκ. Ο τομέας των ταξιδιών και του τουρισμού θα μπορούσε να υποστεί μακροχρόνιες ζημιές, με αποτέλεσμα λουκέτα σε επιχειρήσεις και μόνιμες απώλειες θέσεων εργασίας. Σε αυτήν την περίπτωση, η εργασία πιθανότατα θα πρέπει να ανακατανεμηθεί σε ολόκληρη την οικονομία, αυξάνοντας τη σημασία της αποτελεσματικής ενεργού αγοράς εργασίας και των πολιτικών κατάρτισης που θα βοηθήσουν στην απορρόφηση της εργασίας.
Σε σχέση με την υγειονομική κρίση και τα μέτρα για την αντιμετώπισή της, ο αντίκτυπος κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους ήταν σημαντικός στις χώρες του Νότου. Η πρόσφατη αύξηση των κρουσμάτων COVID-19 και η επανέναρξη των περιοριστικών μέτρων, θα καθυστερήσουν την ανάκαμψη του κλάδου φέτος και πιθανότατα και το 2021.
Με το τέλος της περιόδου των διακοπών στην Ευρώπη, κατέστη σαφές ότι ο κορονοϊός επηρέασε σημαντικά την τουριστική βιομηχανία, μετά από δεκαετίες σταθερής ανάπτυξης. Τα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού, συμπεριλαμβανομένων των περιορισμών κινητικότητας και των ταξιδιωτικών απαγορεύσεων, μείωσαν τις τουριστικές ροές. Αυτό είναι σημαντικό, τονίζει η DBRS, καθώς η περιοχή της ευρωπεριφέρειας είναι ένας σημαντικός διεθνής ταξιδιωτικός προορισμός και η βιομηχανία αποτελεί βασική πηγή εισοδήματος και απασχόλησης. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού, η Ευρώπη είναι η περιοχή με τις περισσότερες επισκέψεις στον κόσμο. Στη ζώνη του ευρώ, χώρες της Νότιας Ευρώπης όπως η Κύπρος, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Μάλτα, η Πορτογαλία και η Ισπανία αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των συνολικών διεθνών αφίξεων, επωφελούμενες από έναν συνδυασμό ελκυστικών χαρακτηριστικών – ευνοϊκά κλίματα, προσβάσιμες παραλίες, σημαντικούς ιστορικούς χώρους και καλή υποδομή.
Κατά την άποψη της DBRS όσο περισσότερο συνεχίζεται η επιδημιολογική κατάσταση, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος οι ταξιδιωτικές και τουριστικές βιομηχανίες σε αυτές τις χώρες να υποστούν μεγαλύτερη και διαρκή ζημιά, με αποτέλεσμα μόνιμες απώλειες θέσεων εργασίας και κλείσιμο ορισμένων επιχειρήσεων. Ακόμα και μετά την κατάργηση των ταξιδιωτικών περιορισμών, ο φόβος για ταξίδια μπορεί να κρατήσει περισσότερο στην παγκόσμια κοινότητα.
Η υψηλή εξάρτηση από τον τομέα των ταξιδιών και του τουρισμού, αφήνει τις χώρες της ευρωπεριφέρειας εκτεθειμένες στη σημαντική πτώση της τουριστικής βιομηχανίας που μπορεί να συμβάλει στην επιβράδυνση της οικονομικής ανάκαμψης ακόμη και μετά το “άνοιγμα” των οικονομιών, προειδοποιεί ο οίκος. Η πρόσφατη αύξηση των κρουσμάτων στην Ευρώπη έσβησε τις ελπίδες για μία ισχυρή ανάκαμψη της θερινής περιόδου και αυξάνει την αβεβαιότητα για το τέταρτο τρίμηνο του έτους. Ανάλογα με την εξέλιξη του ιού, οι προοπτικές για το επόμενο έτος μπορεί επίσης να επηρεαστούν σοβαρά.
Η συμβολή του κλάδου στο ΑΕΠ της Ευρώπης είναι στο 9,5% ενώ απασχολεί 22 εκατ. θέσεις εργασίας ή το 11,2% των συνολικών θέσεων απασχόληση της περιοχής. Το 2018 το 51% των διεθνών αφίξεων ήταν σε χώρες της Ευρώπης. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ η πτώση του τουρισμού στην περιοχή θα κινηθεί στο 60-80% για το σύνολο του 2020, ενώ ήδη το διάστημα Ιανουαρίου – Μαΐου οι αφίξεις έχουν μειωθεί κατά 58% σε ετήσια βάση.
Εντός της Ευρώπης, οι χώρες του Νότου και πρώτη η Ελλάδα είναι αντιμέτωπες με τον μεγαλύτερο κίνδυνο από την κρίση του κλάδου.
Για την Ελλάδα ο τουρισμός αντιπροσωπεύει το 20,8% του ΑΕΠ και το 21,7% των θέσεων εργασίας. Δεύτερη είναι η Κύπρος με 13% του ΑΕΠ συμβολή του τουρισμού και 13,2% των θέσεων εργασίας. Τρίτη είναι η Μάλτα και ακολουθούν Πορτογαλία, Ισπανία και Ιταλία.
Η συνολική αυτή αξιολόγηση της DBRS για το πόσο ευάλωτη είναι η κάθε χώρα στον τουρισμό, βασίστηκε σε διάφορους παράγοντες οι οποίοι αφορούν τέσσερις τομείς: 1) τη σημασία του τουρισμού για την οικονομία, 2) την απασχόληση και το εμπόριο, τις ξένες τουριστικές δαπάνες και αφίξεις εκτός ΕΕ όπου έχουν εφαρμοστεί ευρύτερα οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί, 3) τα μέτρα που ενδέχεται να υποδηλώνουν κινδύνους για τη διαρθρωτική ανεργία από παράγοντες όπως η χρονικότητα και τα χαμηλά επίπεδα απασχόλησης και 4) την ανταγωνιστικότητα που μπορεί να υποδηλώνει επίπεδα ανάπτυξης καθώς και ελκυστικότητα για τους τουρίστες.
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι οικονομίες της Νότιας Ευρώπης είναι πιο ευάλωτες στην ύφεση του τουρισμού. Η τουριστική βιομηχανία αντιπροσωπεύει μια σημαντική πηγή εισοδήματος και απασχόλησης για χώρες όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, η Μάλτα, η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιταλία. Αντίθετα, η Γερμανία, το Βέλγιο, η Φινλανδία, η Γαλλία και η Σλοβακία είναι λιγότερο ευάλωτες στο τουριστικό σοκ. Πάντως στα παραπάνω, επαναλαμβάνει ο οίκος, δεν έχει ληφθεί ο αντίκτυπος των μέτρων στήριξης των κυβερνήσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Ελευθερία Κούρταλη