Ένα από τα σημεία τριβής μεταξύ φορολογουμένων και ελεγκτικών οργάνων είναι οι αναλήψεις και επανακαταθέσεις μετρητών στο τραπεζικό σύστημα, που συχνά εσφαλμένα θεωρούνται πρωτογενή εισοδήματα από τα ελεγκτικά όργανα στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου, ενώ στην πραγματικότητα αποτελούν νομίμως φορολογηθέντα εισοδήματα.
Σε πρόσφατη απόφασή της η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (βλ. υπ’ αριθ. ΔΕΔ Αθήνας 1370/2020 απόφαση) πήρε θετική θέση σχετικά με τα ζητήματα αυτά κρίνοντας ότι: «Επειδή ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι προέβαινε σε αναλήψεις μετρητών από τους τραπεζικούς λογαριασμούς του και σε επανακαταθέσεις χρηματικών ποσών προκειμένου να εξυπηρετήσει σχετικές ανάγκες του, προσωπικές και επαγγελματικές.
Κατά συνέπεια αφ’ ης στιγμής προκύπτει ότι τα σχετικά ποσά έχουν ήδη αναληφθεί και μάλιστα σε μετρητά από τον ίδιο και χωρίς να μεσολαβήσει μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ ανάληψης και επανακατάθεσης, από κανένα απολύτως σημείο και στοιχείο του φακέλου, μπορεί να προκύψει ότι τα αρχικώς αναληφθέντα ποσά δεν συμπίπτουν με αυτά τα οποία επανακατατέθηκαν, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι ουδόλως έλαβε χώρα κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα αγορά τινός περιουσιακού στοιχείου, κινητού ή ακινήτου, ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι αυτά αναλώθηκαν.
Επιπλέον ισχυρίζεται ότι θα πρέπει να ληφθεί η ανάλωση κεφαλαίου του που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα έχει απαλλαγεί από τον φόρο.
Προκειμένου ο έλεγχος να καταλογίσει εμπεριστατωμένα οποιαδήποτε προσαύξηση περιουσίας, θα πρέπει μεταξύ άλλων να λαμβάνει υπόψη του την ανάλωση κεφαλαίου που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα έχει απαλλαγεί από το φόρο, καθώς επίσης και να εξετάζει αν ποσά αναλήψεων που υποδεικνύει ο προσφεύγων υπερκαλύπτουν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων ή λοιπών δαπανών, έτσι ώστε να μη δικαιολογούνται μεταγενέστερες καταθέσεις αυτών».