Της Δήμητρας Καδδά
Η υγειονομική κρίση προκαλεί μεγάλες αβεβαιότητες στις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις, αναφέρει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, στη Γνώμη για το Προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού.
Εκτιμά πως είναι ασφαλείς οι προβλέψεις για εισροή ευρωπαϊκών πόρων, αλλά είναι μεγάλη η αβεβαιότητα για την επαναφορά των δημόσιων εσόδων, αφού θα εξαρτηθεί από την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών και επιχειρήσεων και τη δυνατότητά τους να ανταπεξέλθουν στις συσσωρευμένες υποχρεώσεις τους.
“Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε ότι αποτελεί ένα σημαντικό δημοσιονομικό ρίσκο που θα πρέπει να παρακολουθείται στενά”, αναφέρεται. Εκτιμά επίσης πως είναι πιο επωφελή τα μέτρα στήριξης από την πλευρά των δαπανών.
Αναλυτικά, στη γνώμη για το Προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού αναφέρεται πως “κατατίθεται σε συνθήκες πρωτόγνωρης υγειονομικής και οικονομικής κρίσης, που καθιστούν εκ των πραγμάτων αβέβαιες τόσο τις μακροοικονομικές όσο και τις δημοσιονομικές του προβλέψεις”.
Εκτιμά πως “το προσχέδιο προϋπολογισμού 2021 περιέχει μεγάλες αβεβαιότητες στις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές του προβλέψεις που οφείλονται στις αντικειμενικές συνθήκες εντός των οποίων σχεδιάστηκε. Η εμφάνιση της πανδημίας έχει καταστήσει τη δημοσιονομική πολιτική το βασικό εργαλείο αντιμετώπισης των οικονομικών της συνεπειών και έχει οδηγήσει σε αναθεώρηση των προτεραιοτήτων της.
Για το 2020, οι κύριες προτεραιότητες είναι η προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων από τις επιπτώσεις της πανδημίας και η ανάσχεση της ύφεσης. Αυτές εξηγούν την πρωτοφανή δημοσιονομική επέκταση που, σε συνδυασμό με την ίδια την ύφεση, προκαλεί μια δραματική επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών”.
Οι προτεραιότητες για το 2021 είναι η σταδιακή αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας και η στήριξη της ανάκαμψης. Η επίτευξη αυτών των στόχων προϋποθέτει την άρση των επεκτατικών δημοσιονομικών μέτρων και τη γρήγορη επαναφορά της ελληνικής οικονομίας.
Σχετικά με την άρση των δημοσιονομικών μέτρων, θεωρεί πως η πρόβλεψη για την επαναφορά των δημόσιων δαπανών το 2021 – ή για την κάλυψή τους από την εισροή ευρωπαϊκών πόρων – μπορεί να θεωρηθεί σχετικά ασφαλής.
Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει για την επαναφορά των δημόσιων εσόδων που περιλαμβάνουν και την αποπληρωμή μέρους των υποχρεώσεων που έχουν ανασταλεί για το 2020. Αυτό θα εξαρτηθεί από την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών και επιχειρήσεων και τη δυνατότητά τους να ανταπεξέλθουν στις συσσωρευμένες υποχρεώσεις τους.
“Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε ότι αποτελεί ένα σημαντικό δημοσιονομικό ρίσκο που θα πρέπει να παρακολουθείται στενά”, αναφέρει.
Το Γραφείο αναφέρει πως “η ταχύτητα επαναφοράς της ελληνικής οικονομίας το 2021 θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες μεταξύ των οποίων είναι η εξέλιξη της ίδιας της πανδημίας, η χρήση των πόρων του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και η αποτελεσματικότητα των επεκτατικών δημοσιονομικών μέτρων που εφαρμόζονται ήδη. Από την πλευρά μας επισημαίνουμε ότι η αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής επέκτασης δεν εξαρτάται μόνο από το ύψος της αλλά και από τη σύνθεσή της.
Η επέκταση μέσω μεταβιβάσεων και φορολογικών/ασφαλιστικών αναστολών και απαλλαγών είναι φυσικά απαραίτητη για την προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, ωστόσο έχει μόνο έμμεση οικονομική επίδραση (μέσω της κατανάλωσης) και όχι άμεση καθώς οι συγκεκριμένες συναλλαγές δεν προσμετρώνται στο ΑΕΠ.
Αντίθετα, η επέκταση μέσω αγορών αγαθών και υπηρεσιών, δηλαδή μέσω δημόσιας κατανάλωσης και επένδυσης, μπορεί να αποτελέσει αποτελεσματικότερο εργαλείο για την οικονομική ανάκαμψη. Σε αυτό το πλαίσιο, οι καταναλωτικές και επενδυτικές δαπάνες για τη δημόσια υγεία και εκπαίδευση θα είχαν ισχυρότερες θετικές επιπτώσεις, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα”.