της Δήμητρας Καδδά
Συνεχίστηκαν για δεύτερο συνεχή μήνα οι πιέσεις στο δείκτη οικονομικής συγκυρίας που καταρτίζει το ΙΟΒΕ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε σήμερα “υποχώρησε ελαφρά” και διαμορφώθηκε στις 89,5 μονάδες, έναντι 90,8 μονάδων τον Ιούλιο και 90,7 μονάδων τον Αύγουστο.
Πολύ μεγάλη ήταν η πίεση σε κατασκευές και καταναλωτές, με τον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης να φέρνει ξανά τους Έλληνες καταναλωτές ψηλά στην κατάταξη ως προς τους περισσότερο απαισιόδοξους καταναλωτές στην ΕΕ.
Και τούτο όταν την ίδια περίοδο ο δείκτης οικονομικού κλίματος σε επίπεδο ΕΕ συνεχίζει να αυξάνεται και μάλιστα εντυπωσιακά: κατά 8,7 μονάδες φτάνοντας στις 91,1 μονάδες τον Σεπτέμβριο και αντισταθμίζοντας έτσι τη μεγάλη κατάρρευση που είχε καταγραφεί την προηγούμενη Άνοιξη.
Πρόκειται για τον λεγόμενο “πρόδρομο δείκτη” που θεωρείται ότι δίνει μία πρώτη αίσθηση της για την πορεία της οικονομίας και του ΑΕΠ. Κατά συνέπεια, έχει ειδική σημασία ενόψει της αγωνίας και για το πώς θα καταγραφεί η ύφεση το τρίτο τρίμηνο του 2020 μετά την πτώση του ΑΕΠ κατά 15,2% το δεύτερο τρίμηνο.
Αναλυτικά για την Ελλάδα το ΙΟΒΕ αναφέρεται σε μικρή επιδείνωση του οικονομικού κλίματος, λόγω επιδείνωσης προσδοκιών σε όλους τους τομείς πλην Λιανικού Εμπορίου και Υπηρεσιών. Ο δείκτης οικονομικού κλίματος υποχώρησε ελαφρά τον Σεπτέμβριο στις 89,5 μονάδες.
Μικρή υποχώρηση των προσδοκιών καταγράφηκε στη Βιομηχανία και εντονότερη σε Κατασκευές και καταναλωτική εμπιστοσύνη, ενώ ανέκαμψε το Λιανικό Εμπόριο.
Στις Υπηρεσίες παρατηρήθηκε νέα βελτίωση. Αναφέρεται πως “ουσιαστικά πρόκειται για άμβλυνση της έντονης απαισιοδοξίας στο συγκεκριμένο τομέα, η οποία έχει ξεκινήσει από τον Ιούνιο. Άλλωστε, ο τομέας των υπηρεσιών είναι ετερογενής και η διαφοροποίηση στις κλαδικές τάσεις αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις στους διαφορετικούς παράγοντες που επηρεάζουν τον κάθε κλάδο”.
Οι αιτίες
“Η επανάκαμψη της υγειονομικής κρίσης τον Σεπτέμβριο, σε συνδυασμό με τα πρόσθετα μέτρα προστασίας της δημοσίας υγείας που λήφθηκαν κλιμάκωσαν εκ νέου την ανησυχία, σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, για τη διάρκεια και τις επιπτώσεις της πανδημίας”, επισημαίνεται. Αναφέρεται επίσης πως “ευρύτερα, τις προσδοκίες επηρεάζουν οι ισχυρές ενδείξεις μιας δεύτερης φάσης της υγειονομικής κρίσης παγκοσμίως, ενώ δεν υπάρχει ακόμη ορατότητα για το χρόνο λήξης της κρίσης”.
Το ΙΟΒΕ εκτιμά πως “οι σχετικές εξελίξεις το προσεχές χρονικό διάστημα, αλλά και όποιες παρεμβάσεις πολιτικής υπάρξουν, όχι μόνο για την προστασία της δημόσιας υγείας, αλλά και για την υποστήριξη της οικονομίας μεσοπρόθεσμα, θα επηρεάσουν καθοριστικά το οικονομικό περιβάλλον τους επόμενους μήνες”.
Αναλυτικά ανά κλάδο οι μετρήσεις του ΙΟΒΕ δείχνουν τα εξής:
* Στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση μεταβλήθηκε ήπια, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα αποκλιμακώθηκαν ήπια και οι προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες υποχώρησαν αισθητά.
* Στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για την παραγωγή ενισχύθηκαν, όπως και οι αρνητικές προβλέψεις για την απασχόληση.
* Στο Λιανικό Εμπόριο, οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις βελτιώνονται, σε αντίθεση με τις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους, ενώ παράλληλα τα αποθέματα μεταβάλλονται ελαφρά.
* Στις Υπηρεσίες, οι αρνητικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων βελτιώθηκαν ελαφρά, όπως και οι αντίστοιχες για την τρέχουσα ζήτηση και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της.
Οι καταναλωτές
Στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας επιδεινώνονται σημαντικά όπως και οι αντίστοιχες για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, ενώ ηπιότερα υποχωρούν οι εκτιμήσεις για μείζονες αγορές με την πρόθεση για αποταμίευση βελτιώνεται ήπια.
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης σημείωσε υποχώρηση τον Σεπτέμβριο και διαμορφώθηκε στις –41,0 (από –34,7) μονάδες, ο λόγος για ένα επίπεδο είναι πολύ χαμηλότερο από εκείνο πριν ένα χρόνο (-6,8 μονάδες).
Το ΙΟΒΕ αναφέρει πως “η σημαντική επιδείνωση των επιδημιολογικών δεδομένων στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο, ιδίως στην Αττική, σε συνδυασμό με την αύξηση των περιοριστικών μέτρων στη λειτουργία επιχειρήσεων και ευρύτερα, το διαφαινόμενο παγκοσμίως δεύτερο κύμα της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, θεωρείται πως αποτελούν τα βασικά αίτια αυτής της εξέλιξης στις προσδοκίες των νοικοκυριών.
Τα αποτελέσματα του Σεπτεμβρίου αποτυπώνουν σε ένα βαθμό και την έντονη υποχώρηση στον τουριστικό τομέα καθ’ όλο το τρίτο τρίμηνο, με σημαντικό αντίκτυπο στο εισόδημα τμήματος των νοικοκυριών και για τη φθινοπωρινή – χειμερινή περίοδο.
Η νέα υποχώρηση φέρνει ξανά τους Έλληνες καταναλωτές ψηλά στην κατάταξη ως προς τους περισσότερο απαισιόδοξους καταναλωτές στην ΕΕ, συγκεκριμένα στη 1η θέση, με την Βουλγαρία και την Κύπρο να ακολουθούν με -28,9 μον. έκαστη.
Στην τέταρτη θέση βρίσκονται οι καταναλωτές της Πορτογαλίας, με -28,6(από -27,6) μονάδες, ενώ την πεντάδα κλείνει η Ισπανία με -26,3 από – 25,6 τον προηγούμενο μήνα.
Τη χαμηλότερη κατάταξη, που αντιστοιχεί σε τιμές του δείκτη που δείχνουν αισιοδοξία, εμφάνισαν η Σουηδία (+2,7) και η Δανία (+0,5), οι οποίες είναι οι μοναδικές χώρες με θετικό πρόσημο τον Σεπτέμβριο. Οι μέσοι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -14,9 μονάδες στην ΕΕ και στις -13,9 μονάδες στην Ευρωζώνη, ενώ ανοδική τάση εμφάνισαν τον Σεπτέμβριο 15 χώρες”.