24) «σχετική και αιτιολογημένη ένσταση»: ένσταση σε ένα σχέδιο απόφασης ως προς την ύπαρξη παράβασης του παρόντος κανονισμού, ή ως προς τη συμφωνία με τον παρόντα κανονισμό της προβλεπόμενης ενέργειας σε σχέση με τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία, η οποία καταδεικνύει σαφώς τη σημασία των κινδύνων που εγκυμονεί το σχέδιο απόφασης όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων και, κατά περίπτωση, την ελεύθερη κυκλοφορία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντός της Ένωσης,
Έτσι ορίζεται η «σχετική και αιτιολογημένη ένσταση» στο άρθρο 4 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων. Πρόκειται για μια από τις έννοιες με το μικρότερο ενδιαφέρον, τόσο για τα υποκείμενα, όσο και για τους υπευθύνους επεξεργασίας, η οποία όμως είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη λειτουργία του μηχανισμού συνεργασίας του άρθρου 60 ΓΚΠΔ.
Όπως ειδικότερα προβλέπεται στο άρθρο αυτό, όταν η έρευνα επί υπόθεσης διασυνοριακού χαρακτήρα έχει ανατεθεί στην επικεφαλής εποπτική αρχή, η αρχή αυτή υποχρεούται (παρ.3) να υποβάλει «χωρίς καθυστέρηση σχέδιο απόφασης στις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές προς διατύπωση γνώμης».
Οι ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, από την πλευρά τους, έχουν προθεσμία τεσσάρων εβδομάδων (παρ.4) για να προβάλουν σχετική και αιτιολογημένη ένσταση ως προς το σχέδιο που τους έχει υποβληθεί. Στην περίπτωση αυτή, η επικεφαλής εποπτική αρχή έχει δύο επιλογές: είτε να δεχθεί την ένσταση και να υποβάλει αναθεωρημένο σχέδιο απόφασης (παρ.5), είτε να μην τη δεχθεί και να υποβάλει το ζήτημα στο μηχανισμό συνεκτικότητας του άρθρου 63, ήτοι να παραπέμψει την υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.
Είναι σαφές ότι η ακριβής έννοια της «σχετικής αιτιολογημένης ένστασης», όπως αυτή οριοθετείται από τους ορισμούς του άρθρου 4 είναι κρίσιμη για τη σωστή λειτουργία του μηχανισμού συνεργασίας που έχει θεσπιστεί, για το λόγο αυτό μάλιστα ο ίδιος ο Γενικός Κανονισμός (αιτιολογική σκέψη 124) έχει ήδη προβλέψει την αρμοδιότητα του Συμβουλίου να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές, ειδικά ως προς το «τι συνιστά σχετική και αιτιολογημένη ένσταση».
Με βάση τις διατάξεις αυτές, το ΕΣΠΔ προχώρησε στην έκδοση των «Κατευθυντηρίων Γραμμών 9/2020 για τη σχετική και αιτιολογημένη ένσταση υπό τον Κανονισμό 2016/679».
Με τις Κατευθυντήριες αυτές, το Συμβούλιο επιχειρεί αφενός να αναλύσει ειδικότερα ποιες είναι οι προϋποθέσεις εκείνες, που καθιστούν μια ένσταση «σχετική και αιτιολογημένη», αφετέρου να εξειδικεύσει το περιεχόμενο αυτής, σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 4 ΓΚΠΔ.
Οι Κατευθυντήριες Γραμμές 9/2020 έχουν τεθεί σε διαβούλευση μέχρι τις 24 Νοεμβρίου 2020 και είναι διαθέσιμες στα αγγλικά, εδώ.