Με την υπ’ αριθ. 2082/2020 απόφαση ΔΕΔ Αθήνας έγινε δεκτό ότι σε περίπτωση που το μη αναλωθέν κεφάλαιο του φορολογουμένου προηγουμένων ετών υπερκαλύπτει τα ποσά των τραπεζικών του καταθέσεων και λοιπών χρηματοοικονομικών προϊόντων στο εσωτερικό και το εξωτερικό, τότε ο φορολογούμενος έχει τη δυνατότητα αποταμίευσης και διακράτησης μετρητών ανά χείρας και δύναται να καταθέσει μετρητά με μεταγενέστερες πιστώσεις στην τράπεζα, χωρίς αυτό να συνιστά αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας του, ενώ το βάρος της απόδειξης μεταφέρεται στη φορολογική αρχή, η οποία πρέπει να αποδείξει και να τεκμηριώσει ότι οι εν λόγω πιστώσεις μετρητών αφορούν προσαύξηση της περιουσίας του ή ότι προέρχονται από άλλη πηγή εισοδήματος κλπ.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση κρίθηκε ότι οι πρωτογενείς πιστώσεις από καταθέσεις μετρητών που αφορούν τον προσφεύγοντα και τη σύζυγό του ανέρχονται για τα ελεγχόμενα έτη σε 274.591,26 ευρώ και 78.986,68 ευρώ αντίστοιχα, υπερκαλύπτεται από το μη αναλωθέν κεφάλαιο προηγουμένων ετών ποσού 881.891,67 ευρώ, δεδομένου ότι τα τραπεζικά υπόλοιπα κατά την 01/01/2013 ανήλθαν στο ποσό των 53.386,71 ευρώ, και ως εκ τούτου οι προσφεύγοντες είχαν τη δυνατότητα αποταμίευσης και διακράτησης μετρητών και κατάθεσης αυτών με τις επίμαχες πιστώσεις. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός των προσφευγόντων κρίθηκε βάσιμος και αποδεκτός και τα ποσά αυτά διαγράφηκαν από την καταλογισθείσα προσαύξηση περιουσίας τους.