ΑΡΙΘΜΟΣ 457/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Γονική μέριμνα. Παύση γονικής μέριμνας. Παράσταση εισαγγελέα.
– Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1510, 1511, 1512, 1514 του ΑΚ συνάγεται ότι η γονική μέριμνα, η οποία περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου, την διοίκηση της περιουσίας του και την εκπροσώπησή του σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, ασκείται από τους γονείς του. Είναι δε έννοια ευρύτερη της επιμέλειας, η οποία (επιμέλεια) περιλαμβάνει την ανατροφή, την επίβλεψη, την μόρφωση και την εκπαίδευση του τέκνου, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του. Το άρθρο 1532 ΑΚ ορίζει ότι αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σ` αυτό, το Δικαστήριο μπορεί, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας, οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου, ο εισαγγελέας ή και αυτεπαγγέλτως, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο. Το Δικαστήριο μπορεί, ιδίως, να αφαιρέσει από τον ένα γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας, εν όλω ή εν μέρει, και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο, ή, αν συντρέχουν και στο πρόσωπο αυτού οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, να αναθέσει την επιμέλεια του τέκνου, εν όλω ή εν μέρει, σε τρίτον, ή να διορίσει επίτροπο. Από την παραπάνω διάταξη με σαφήνεια προκύπτει ότι το άρθρο 1532 ΑΚ για την αφαίρεση λόγω κακής άσκησης της γονικής μέριμνας θέτει τις εξής προϋποθέσεις διαζευκτικώς, (εναλλακτικώς), διατυπωμένες, δηλαδή, 1) παράβαση καθηκόντων που επιβάλει το λειτούργημα, 2) καταχρηστική άσκηση του λειτουργήματος και 3) αδυναμία ανταπόκρισης σ` αυτό. Εάν η γονική μέριμνα ανήκει και στους δύο γονείς, αφαιρούμενης της ασκήσεως αυτής από τον ένα, αυτή θα παραμένει μόνο στον άλλο γονέα, βάσει της αρχής του πλήρους δικαιώματος κάθε γονέως ασκήσεως αυτής. Εάν, όμως, οι προϋποθέσεις της κακής ή καταχρηστικής ασκήσεως υπάρχουν και στο πρόσωπο του άλλου γονέως ή μόνο ο ακατάλληλος γονέας είναι στη ζωή ή έχει τη γονική μέριμνα, μπορεί το δικαστήριο να διατάξει την ανάθεση της επιμέλειας ή την άσκηση της γονικής μέριμνας του τέκνου σε τρίτο, ή να διορίσει επίτροπο για τη διοίκηση της περιουσίας αυτού. Λόγοι που αφορούν την τρίτη των παραπάνω προϋποθέσεων της αδυναμίας ανταπόκρισης στο λειτούργημα είναι, μεταξύ άλλων, η τυχόν ασθένεια που επηρεάζει την ικανότητα προς ανταπόκριση στο λειτούργημα, ο δύστροπος χαρακτήρας, ο ακόλαστος και άσωτος βίος, η ανήθικη και εγκληματική διαγωγή του γονέα. Το Δικαστήριο πρέπει σε κάθε περίπτωση να διαπιστώσει την παράβαση του γονέως ή των γονέων και ότι αυτή επηρεάζει τη σωματική ή ψυχική και ηθική διάπλαση του τέκνου ή τα γεγονότα και τις πράξεις που καθιστούν καταχρηστική την άσκηση ή τους λόγους αδυναμίας ασκήσεως της γονικής μέριμνας. Εξάλλου, κατά την παρ. 1 του άρθρου 1533 ΑΚ η αφαίρεση του συνόλου της επιμέλειας ή της άσκησης της γονικής μέριμνας του προσώπου του τέκνου και από τους δύο γονείς και η ανάθεσή της σε τρίτο διατάσσεται από το Δικαστήριο, μόνο όταν άλλα μέτρα έμειναν χωρίς αποτέλεσμα ή κρίνεται ότι δεν επαρκούν για να αποτρέψουν κίνδυνο της σωματικής, πνευματικής ή ψυχικής υγείας του τέκνου. Το Δικαστήριο αποφασίζει την ανάθεση σε τρίτο, ύστερα από έλεγχο του ήθους, των βιοτικών συνθηκών και της εν γένει καταλληλότητάς του, στηριζόμενο υποχρεωτικά σε βεβαίωση αρμόδιας υπηρεσίας. Η ανάθεση γίνεται κατά προτίμηση σε συγγενικά πρόσωπα ή σε κατάλληλο ίδρυμα. Από τις ως άνω διατάξεις, σαφώς προκύπτει ότι αν μόνο ο ακατάλληλος γονέας είναι στη ζωή και έχει τη γονική μέριμνα, μπορεί το Δικαστήριο να διατάξει την ανάθεση της επιμέλειας ή της άσκησης της γονικής μέριμνας του τέκνου σε τρίτον. Η ως άνω ανάθεση γίνεται μετά από έλεγχο του ήθους, των βιοτικών συνθηκών και γενικώς της καταλληλότητας του τρίτου, που αποτελούν στοιχεία απαραίτητα για την πνευματική και ψυχοσωματική ανάπτυξη του τέκνου. Ο έλεγχος πρέπει να στηρίζεται υποχρεωτικά σε βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας (ΑΠ99/2014). Η κατά το άρθρο 1533 παρ. 1 Α.Κ. απαιτούμενη βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας προκειμένου να ανατεθεί σε τρίτο ή κατάλληλο ίδρυμα η άσκηση της επιμέλειας ανηλίκου τέκνου δεν αφορά και Οργανισμούς ή Ιδρύματα, που από το καταστατικό τους έχουν καθήκον να εξυπηρετούν, να περιθάλπουν και να ανατρέφουν τα ανήλικα που βρίσκονται οε κίνδυνο και παρέχουν τα από τη διάταξη αυτή εχέγγυα για το ήθος, την καταλληλότητα κ.λ.π. για την άσκηση της επιμέλειας των ανηλίκων. Ως παράβαση των καθηκόντων που επιβάλλει στους γονείς το λειτούργημα της γονικής μέριμνας μπορεί να θεωρηθεί οποιαδήποτε συμπεριφορά των γονέων αντίθετη με τις επιταγές των άρθρων που καθορίζουν τις υποχρεώσεις τους, όπως, λόγου χάρη, η ενέργεια πράξεων που αντιστρατεύονται στο συμφέρον του τέκνου, η παραμέληση των ειδικότερων υποχρεώσεων της επιμέλειας, όπως για ένδυση, υπόδηση, μόρφωση, περίθαλψη, ψυχαγωγία κ.λπ. του τέκνου, η παράβαση της διατροφικής υποχρέωσης έναντι του τέκνου και, γενικά, η αδράνεια των γονέων για τη λήψη μέτρων υπέρ του τελευταίου, όπου είναι αναγκαία η λήψη τους για το συμφέρον του. Το Δικαστήριο πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να διαπιστώσει, με μέτρο κρίσης το οικονομικό, κοινωνικό και πνευματικό επίπεδο των γονέων, την παράβαση του γονέα ή των γονέων και ότι αυτή επηρεάζει τη σωματική ή ψυχική και ηθική διάπλαση του τέκνου ή τα γεγονότα και τις πράξεις που καθιστούν καταχρηστική την άσκηση ή τους λόγους αδυναμίας άσκησης της γονικής μέριμνας ή επιμέλειας (ΑΠ 99/2014). Σε κάθε περίπτωση, η λήψη οποιουδήποτε μέτρου από το Δικαστήριο πρέπει να διαπνέεται από την αρχή της προσφορότητας, δηλαδή της καταλληλότητας του μέτρου για την αποτροπή του κινδύνου, που δημιουργεί η κακή άσκηση της γονικής μέριμνας, προς την οποία συνάπτεται η αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή της αναλογίας του μέτρου προς τον επιδιωκόμενο σκοπό και της ελάχιστης δυνατής επέμβασης στη σχέση γονέων και τέκνου. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 1511 παρ. 1 εδ. α` ΑΚ συνάγεται ότι όταν το Δικαστήριο αποφασίζει για ζητήματα γονικής μέριμνας, πρέπει να έχει ως αποκλειστικό οδηγό της δικαιοδοτικής του κρίσης το γενικό συμφέρον του ανήλικου τέκνου, σωματικό, υλικό, πνευματικό, ψυχικό και ηθικό. Το συμφέρον αυτό αποτελεί αόριστη νομική έννοια με αξιολογικό περιεχόμενο, που αντλεί το Δικαστήριο από την κοινωνική πείρα, την κοινή συνείδηση με αντικειμενικά αξιολογικά στοιχεία και εξετάζεται σε συνδυασμό προς όλα τα επωφελή και πρόσφορα για τον ανήλικο στοιχεία και περιστάσεις (ΑΠ 1027/2010, ΑΠ 834/1996). Επιπροσθέτως, η γονική μέριμνα είναι δικαίωμα και καθήκον των γονέων (λειτουργικό δικαίωμα) να μεριμνούν για το τέκνο, το λειτούργημα δε αυτό, που είναι υποχρεωτικό για τους γονείς, περιλαμβάνει πολλά αυτοτελή δικαιώματα και υποχρεώσεις.
– Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, κατά την παρ. 1 του άρθρου 1533 ΑΚ η αφαίρεση του συνόλου της επιμέλειας ή της άσκησης της γονικής μέριμνας του τέκνου και από τους δύο γονείς και η ανάθεσή της σε τρίτο διατάσσεται από το Δικαστήριο, μόνο όταν άλλα μέτρα έμειναν χωρίς αποτέλεσμα ή κρίνεται ότι δεν επαρκούν για να αποτρέψουν κίνδυνο της σωματικής, πνευματικής ή ψυχικής υγείας του τέκνου. Το Δικαστήριο αποφασίζει την ανάθεση σε τρίτο, ύστερα από έλεγχο του ήθους, των βιοτικών συνθηκών και της εν γένει καταλληλότητάς του, στηριζόμενο υποχρεωτικά σε βεβαίωση αρμόδιας υπηρεσίας. Η ανάθεση γίνεται κατά προτίμηση σε συγγενικά πρόσωπα ή σε κατάλληλο ίδρυμα. Η ως άνω ανάθεση γίνεται μετά από έλεγχο του ήθους, των βιοτικών συνθηκών και γενικώς της καταλληλότητας του τρίτου, που αποτελούν στοιχεία απαραίτητα για την πνευματική και ψυχοσωματική ανάπτυξη του τέκνου. Ο έλεγχος πρέπει να στηρίζεται υποχρεωτικά σε βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας.
– Όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 1510 ΑΚ ο γονέας που στερείται της άσκησης της γονικής μέριμνας δεν παύει να είναι φορέας αυτής ακόμη και αν του αφαιρεθεί η άσκησή της, η οποία γονική μέριμνα ως δικαίωμα τότε “αδρανεί” ή “αργεί”. Σύμφωνα δε με το εδ. β’ του άρθρου 1510 ΑΚ η γονική μέριμνα παύει λόγω θανάτου, κήρυξης σε αφάνεια ή έκπτωσης από αυτή σύμφωνα με διάταξη του άρθρου 1537 ΑΚ που ορίζει ότι “ο γονέας εκπίπτει από τη γονική μέριμνα αν καταδικάστηκε τελεσίδικα σε φυλάκιση τουλάχιστον ενός μηνός για αδίκημα που διέπραξε με δόλο και που αφορά τη ζωή, την υγεία και τα ήθη του τέκνου”. Στην περίπτωση αυτή ο γονέας εκπίπτει και άρα παύει να είναι φορέας γονικής μέριμνας σε σχέση με το συγκεκριμένο τέκνο αυτοδικαίως μόλις καταδικαστεί τελεσίδικα. Έκδοση κάποιας διαπιστωτικής πράξης ή επιχείρηση κάποιας περαιτέρω ενέργειας (π.χ. επίδοσης της απόφασης) δεν απαιτείται. Εξάλλου το άρθρο 1538 ΑΚ ορίζει ότι η γονική μέριμνα παύει στο σύνολό της ως προς τον ένα γονέα αν αυτός εκπέσει σύμφωνα με το άρθρο 1537 ή πεθάνει ή κηρυχθεί σε αφάνεια. Παύση της γονικής μέριμνας σημαίνει ότι ο γονέας δεν είναι πλέον φορέας γονικής μέριμνας δηλ. του συνόλου των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που συνιστούν το λειτουργικό δικαίωμα της γονικής μέριμνας.
– Κατά τη διάταξη του άρθρου 23 παρ. 5 του Ν. 1756/1988, όπως ισχύει μετά τις τροποποιήσεις του με τα άρθρα 16 παρ. 3 του Ν. 2331/1995 και 2 παρ. 2 του Ν. 2298/1995 στις συνεδριάσεις των τμημάτων του Αρείου Πάγου που εκδικάζουν πολιτικές υποθέσεις ο Εισαγγελέας παρίσταται μόνο αν είναι διάδικος ή έχει υποβάλλει έως την έναρξη της δικασίμου έγγραφη πρόταση την οποία και αναπτύσσει προφορικά. Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 748 παρ. 2 ΚΠολΔ αντίγραφο της αίτησης που δικάζεται κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας με τη σημείωση για το προσδιορισμό δικασίμου πρέπει να κοινοποιείται στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της περιφέρειας του Δικαστηρίου, εκτός άλλων, και στην περίπτωση που ο Εισαγγελέας εμφανίζεται ως διάδικος ή αν το διατάξει ο δικαστής που αναφέρεται στην παράγραφο 1, και κατά τη διάταξη του άρθρου 760 του ίδιου Κώδικα το άρθρο 748 εφαρμόζεται και στα ένδικα μέσα και αντί για τον Εισαγγελέα που αναφέρεται στην παρ. 2 του άρθρου αυτού καλείται ο Εισαγγελέας του Δικαστηρίου που δικάζει το ένδικο μέσο. Τέλος κατά τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 573 του ΚΠολΔ στη διαδικασία της δίκης για την αναίρεση, τους Εισαγγελείς όταν έχουν την ιδιότητα του διαδίκου, τους εκπροσωπεί ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι επί αναιρέσεως κατ’ αποφάσεως που εκδόθηκε σε υπόθεση εκουσίας δικαιοδοσίας, με διάδικο τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών, όπως εκείνη του άρθρου 1532 του Α.Κ. όπου το Δικαστήριο μπορεί να ενεργήσει και αυτεπαγγέλτως, αν αντίγραφο της αναιρέσεως δεν κοινοποιηθεί στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και αυτός δεν εμφανισθεί οίκοθεν στη δίκη κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση της αναιρέσεως κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα σύμφωνα με τα άρθρα 111 παρ. 2, 159 αρ. 2 και 576 παρ. 2 εδ. β’ και παρ. 3 του ΚΠολΔ (ΑΠ 1543/2010, ΑΠ 413/1999).