ΑΡΙΘΜΟΣ 648/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Επιχειρησιακή συνήθεια. Οικειοθελείς παροχές. Αρχή της ισότητας.
– Η επιχειρησιακή συνήθεια, δηλαδή η πρακτική που έχει διαμορφωθεί από μακροχρόνιο, ομοιόμορφο χειρισμό ορισμένων ζητημάτων που ανάγονται στις σχέσεις εργοδότη και μισθωτού μέσα στο χώρο μιας επιχείρησης δεν αποτελεί από μόνη της πηγή γένεσης αξιώσεων μπορεί όμως να αποτελέσει βάση σιωπηρής συμφωνίας. Αυτό συμβαίνει όταν ο εργοδότης, είτε ρητά με ανακοίνωσή του υπόσχεται στους εργαζομένους τη χορήγηση μελλοντικών παροχών υπό ορισμένες προϋποθέσεις, είτε χωρίς θετική υπόσχεση, χορηγεί συνεχώς τέτοιες στους εργαζομένους, οπότε η αποδοχή των παροχών αυτών από τους εργαζομένους, παρέχει τη βάση συμβατικής δέσμευσης και αφαιρεί από την πράξη το χαρακτήρα της μονομερούς και, συνεπώς, ελευθέρως ανακλητής θέλησης. Για την ύπαρξη επιχειρησιακής συνήθειας απαιτείται η συμπεριφορά του εργοδότη να είναι γενική και απρόσωπη, να αντιμετωπίζεται δηλαδή το ίδιο θέμα κατά τρόπο γενικό, μακροχρόνιο και ομοιόμορφο, μπορεί δε η συνήθεια αυτή να αναφέρεται και στο ύψος των καταβαλλόμενων αποδοχών (ΑΠ 2/1992). Εξάλλου, η κατά τα άρθρα 288 ΑΚ, 22 παρ.1 του Συντάγματος και 141 της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που κυρώθηκε με τον 3001/2002 (πρώην άρθρο 119), αρχή της ίσης μεταχείρισης των μισθωτών που απασχολούνται στον ίδιο εργοδότη, επιβάλλει όπως ο εργοδότης, όταν προβαίνει από κάποιο λόγο, που ελεύθερα εκτιμά, σε εκούσια παροχή στους μισθωτούς του να μην εξαιρεί από αυτά κάποιον ή κάποιους μισθωτούς, οι οποίοι ανήκουν στην ίδια κατηγορία και παρέχουν εργασία κάτω από τις ίδιες συνθήκες (ΟλΑΠ 348/1985, ΟλΑΠ 1191/1983). Έτσι, οι “οικειοθελείς” παροχές του εργοδότη αποτελούν την προϋπόθεση και το κύριο αντικείμενο τόσο της επιχειρησιακής συνήθειας-πρακτικής της εκμετάλλευσης, όσο και της αρχής της ίσης μεταχείρισης. Αλλά η επιχειρησιακή συνήθεια προϋποθέτει τη μακροχρόνια και ομοιόμορφη χορήγηση της παροχής στο προσωπικό και εφόσον σ” αυτή προβαίνει ο εργοδότης ανεπιφύλακτα ανακύπτει η σιωπηρή συμφωνία βάσει της οποίας ο εργοδότης υποχρεούται να συνεχίσει να χορηγεί την παροχή αυτή, η οποία παύει πλέον να είναι οικειοθελής και παρέχει τη βάση συμβατικής δέσμευσης. Κατά την αρχή της ίσης μεταχείρισης, ο εργοδότης που χορηγεί την οικειοθελή παροχή στο προσωπικό, ανεξάρτητα αν έχει δημιουργηθεί ή όχι συμβατική δέσμευση χορήγησής της και στο μέλλον και επομένως ανεξάρτητα αν η παροχή αυτή έχει αποτελέσει αντικείμενο δεσμευτικής πρακτικής- επιχειρησιακής συνήθειας, υποχρεούται, για όσο διάστημα τη χορηγεί, να μεταχειρίζεται τους εργαζομένους κατά τον ίδιο τρόπο. Κατά συνέπεια η αξίωση του εργαζομένου είναι δυνατό να θεμελιώνεται στην επιχειρησιακή συνήθεια και στην αρχή της ίσης μεταχείρισης. Έτσι, αν ο εργοδότης παρά την ύπαρξη μιας διαμορφωμένης πλέον στο χώρο της εκμετάλλευσης επιχειρησιακής συνήθειας με αντικείμενο πρόσθετη χρηματική παροχή, εξαιρεί αυθαίρετα από αυτήν έναν ή περισσότερους εργαζομένους, τότε αυτοί έχουν αφενός αξίωση που στηρίζεται στην επιχειρησιακή συνήθεια και αφετέρου αξίωση που στηρίζεται στην αρχή της ίσης μεταχείρισης. Στην περίπτωση αυτή, αν αποδειχθεί η ύπαρξη επιχειρησιακής συνήθειας, ο εργαζόμενος έχει ήδη αξίωση βάσει της σιωπηρής συμφωνίας, που δημιουργεί τη συμβατική δέσμευση. Η αρχή της ίσης μεταχείρισης έχει επικουρικό χαρακτήρα και για τη θεμελίωσή της αρκεί ότι ο εργοδότης εξαιρεί αυθαίρετα από την παροχή έναν ή περισσότερους εργαζόμενους υπό τις αυτές συνθήκες και προϋποθέσεις, αν και οφείλει να τους μεταχειρίζεται κατά τον ίδιο τρόπο, ανεξάρτητα από την επιχειρησιακή συνήθεια και την εντεύθεν συμβατική πλέον δέσμευση (ΑΠ 869/2018, ΑΠ 1174/2017).