Αγαθά των οποίων η παραγωγή έχει αρχίσει από τον έμπορο
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τη δημοσιευθείσα στις 21-10-2020 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) αποφάνθηκε ότι η εξαίρεση από το δικαίωμα υπαναχώρησης, όπως προβλέπεται από την οδηγία 2011/83/ΕΕ [οδηγία σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών], μπορεί να αντιταχθεί στον καταναλωτή ο οποίος συνήψε σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος με αντικείμενο την πώληση αγαθού το οποίο θα πρέπει να κατασκευασθεί σύμφωνα με τις προδιαγραφές του, ανεξαρτήτως του αν ο έμπορος έχει αρχίσει την παραγωγή του εν λόγω αγαθού.
Ειδικότερα, το ΔΕΕ επιλήφθηκε της υπόθεσης στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Möbel Kraft GmbH & Co. KG, γερμανικής εταιρίας που πωλεί έπιπλα, και της καταναλώτριας ML, σχετικά με αγωγή αποζημιώσεως κατόπιν της υπαναχώρησης της ML από τη σύμβαση που είχε συναφθεί μεταξύ των δύο αυτών μερών.
Ιστορικό της υπόθεσης
Η ML συνήψε με τη Möbel Kraft, στο πλαίσιο εμπορικής έκθεσης, σύμβαση πώλησης που αφορούσε εντοιχισμένη κουζίνα. Στη συνέχεια, η ML επικαλέστηκε δικαίωμα υπαναχώρησης και αρνήθηκε, ως εκ τούτου, να παραλάβει την προανφερθείσα κουζίνα, με αποτέλεσμα η Möbel Kraft να ασκήσει αγωγή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Amtsgericht Potsdam (ειρηνοδικείου Potsdam, Γερμανία), με αίτημα την καταβολή αποζημίωσης λόγω μη εκτέλεσης από την ML της επίμαχης σύμβασης.
Τα μέρη της κουζίνας η οποία αποτελεί το αντικείμενο της επίμαχης σύμβασης, τα οποία η Möbel Kraft δεν είχε αρχίσει ακόμη να κατασκευάζει όταν η ML αποφάσισε να υπαναχωρήσει από την εν λόγω σύμβαση, θα συναρμολογούνταν από άλλη επιχείρηση, βάσει ενός διάτρητου μοτίβου, σε ψηφιακές γραμμές παραγωγής, και θα τοποθετούνταν επιτόπου, στην οικία της ML, όχι από υπαλλήλους της ανωτέρω επιχείρησης, αλλά της Möbel Kraft. Πρόσθετα, τα προκατασκευασμένα μέρη της κουζίνας μπορούσαν να αποσυναρμολογηθούν χωρίς ζημία για τον έμπορο, καθόσον μόνον η επένδυση τοίχου, ο πάγκος εργασίας, καθώς και τα καλύμματα και τα στοιχεία προσαρμογής θα προσαρμόζονταν επί τόπου και δεν θα ήταν δυνατό να επαναχρησιμοποιηθούν αλλού.
Το αιτούν δικαστήριο διερωτάτο αν, σύμφωνα με τη σχετική διάταξη του γερμανικού αστικού κώδικα (άρθρο 312g, παράγραφος 2, σημείο 1), το δικαίωμα υπαναχώρησης από σύμβαση που αφορά την προμήθεια αγαθών κατασκευαζόμενων σύμφωνα με τις προδιαγραφές του καταναλωτή ή σαφώς εξατομικευμένων αποκλείεται όταν:
α) κατά τον χρόνο της υπαναχώρησης, ο πωλητής δεν είχε ακόμη αρχίσει να συναρμολογεί τα επιμέρους συστατικά στοιχεία του αγαθού·
β) το αγαθό θα τοποθετούνταν επιτόπου από τον ίδιο τον πωλητή και όχι από τρίτον, και
γ) το αγαθό θα μπορούσε να αποκατασταθεί στην προ της εξατομίκευσής του κατάσταση, με μικρό μόνο κόστος αποσυναρμολόγησης, της τάξεως του περίπου 5% της αξίας του.
Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο διευκρίνισε ότι το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, Γερμανία), στο πλαίσιο της προ της έναρξης ισχύος της οδηγίας 2011/83/ΕΕ νομολογίας του, είχε κρίνει ότι το δικαίωμα υπαναχώρησης δεν αποκλείεται όταν το αγαθό μπορεί, χωρίς απώλεια της ουσίας και της λειτουργικότητάς του, να αποκατασταθεί στην προ της εξατομίκευσής του κατάσταση, με σχετικά χαμηλό κόστος. Το ανώτατο γερμανικό δικαστήριο έκρινε ως εκ τούτου ότι, στην περίπτωση ηλεκτρονικού υπολογιστή κατασκευασμένου σύμφωνα με τις προδιαγραφές του αγοραστή, το ανερχόμενο στο 5% της αξίας του αγαθού κόστος αποσυναρμολόγησης παρέμενε σχετικά χαμηλό.
Επίσης, σύμφωνα με τη νομολογία του Oberlandesgericht Stuttgart (ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου Στουτγάρδης, Γερμανία), ο αγοραστής εξατομικευμένου αγαθού δεν επιτρέπεται να ασκήσει το δικαίωμά του υπαναχώρησης ακόμη και αν ο έμπορος δεν έχει ακόμη αρχίσει να κατασκευάζει το αγαθό ή να το προσαρμόζει στις προσωπικές ανάγκες του καταναλωτή. Αντιθέτως, μέρος της γερμανικής θεωρίας δεν συμμερίζεται την ως άνω νομολογία.
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Amtsgericht Potsdam (ειρηνοδικείο Potsdam) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το εξής προδικαστικό ερώτημα: «Αποκλείεται το δικαίωμα υπαναχώρησης του άρθρου 16, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/83/ΕΕ και στην περίπτωση επίσης που τα αγαθά κατασκευάζονται μεν σύμφωνα με τις προδιαγραφές του καταναλωτή, πλην όμως ο πωλητής δεν έχει αρχίσει ακόμη να τα κατασκευάζει, η δε τοποθέτησή τους στον χώρο του καταναλωτή θα πραγματοποιούνταν από τον ίδιο τον πωλητή και όχι από τρίτον; Ασκεί επιρροή συναφώς το γεγονός ότι τα αγαθά θα μπορούσαν να αποκατασταθούν στην προ της εξατομίκευσής τους κατάσταση με μικρό μόνο κόστος αποσυναρμολόγησης, ανερχόμενο, παραδείγματος χάριν, περίπου στο 5% της αξίας τους;»
Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι το άρθρο 16, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/83/ΕΕ έχει την έννοια ότι η προβλεπόμενη στη διάταξη αυτή εξαίρεση από το δικαίωμα υπαναχώρησης μπορεί να αντιταχθεί στον καταναλωτή ο οποίος συνήψε σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος με αντικείμενο την πώληση αγαθού το οποίο θα πρέπει να κατασκευασθεί σύμφωνα με τις προδιαγραφές του, ανεξαρτήτως του αν ο έμπορος έχει αρχίσει την παραγωγή του εν λόγω αγαθού.
Γίνεται υπόμνηση ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA