Για την «παγίδα ρευστότητας» που απειλεί την παγκόσμια οικονομία προειδοποιεί κορυφαία οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, παρά τα άνευ προηγουμένου μέτρα που έχουν λάβει κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες. «Βρισκόμαστε μπροστά σε μια παγκόσμια παγίδα ρευστότητας. Η έξοδος από το “μεγάλο lockdown” θα είναι μακρά και θα επιτευχθεί μόνο με γενναία δημοσιονομική στήριξη», τονίζει σε άρθρο της στους «FT» η Γκίτα Γκόπιναθ, επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ.
Η «απάντηση» των κυβερνήσεων στην αντιμετώπιση της χειρότερης οικονομικής ύφεσης στη σύγχρονη ιστορία ήταν αποφασιστική, έχοντας εξαπολύσει μέτρα στήριξης ύψους 12 τρισ. δολαρίων. Οι κεντρικές τράπεζες συνέβαλαν στις προσπάθειες με νομισματική χαλάρωση, «ενέσεις» ρευστότητας και προγράμματα αγοράς ενεργητικού, αποτρέποντας μια χρηματοοικονομική καταστροφή, επισημαίνει η κορυφαία αξιωματούχος του ΔΝΤ. «Τώρα όμως έχουμε πέσει σε μια παγκόσμια παγίδα ρευστότητας», αναφέρει. «Για πρώτη φορά, στο 60% της παγκόσμιας οικονομίας -συμπεριλαμβανομένου και του 97% των προηγμένων οικονομιών- οι κεντρικές τράπεζες έχουν μειώσει τα επιτόκια κάτω από το 1%. Στο ένα-πέμπτο του κόσμου, το κόστος δανεισμού είναι αρνητικό. Έχοντας ελάχιστα περιθώρια για περαιτέρω επιτοκιακές μειώσεις, οι κεντρικές τράπεζες κατέφυγαν σε μη-συμβατικά μέτρα νομισματικής χαλάρωσης. ‘Ομως παρά τις προσπάθειες, ο επίμονα χαμηλός πληθωρισμός -και σε ορισμένες περιπτώσεις αποπληθωρισμός- ενισχύει τις πιθανότητες για πρόσθετα μέτρα νομισματικής χαλάρωσης για την επίτευξη αρνητικών πραγματικών επιτοκίων, στην περίπτωση ενός επόμενου σοκ. Και έχει οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι ο κόσμος έχει πέσει σε παγίδα ρευστότητας, όπου η νομισματική πολιτική έχει περιορισμένα αποτελέσματα. Και πρέπει να συμφωνήσουμε στις κατάλληλες πολιτικές για την έξοδό μας από αυτή την παγίδα», υπογραμμίζει η κ. Γκόπιναθ στο άρθρο.
Σύμφωνα με την επικεφαλής οικονομολόγο του ΔΝΤ, τα μέτρα των κεντρικών τραπεζών ήταν ζωτικής σημασίας για την κάλυψη των αναγκών ρευστότητας επιχειρήσεων και νοικοκυριών και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας. Όμως τέτοιου είδους πολιτικές έχουν περιορισμένες δυνατότητες στην τόνωση της ζήτησης. Αυτο το κενό θα πρέπει να το καλύψει η δημοσιονομική πολιτική, υποστηρίζει η κ. Γκόπιναθ.
Η ίδια κρούει τον κώδωνα και για τον κίνδυνο νομισματικώ πολέμων σε μια παγκόσμια παγίδα ρευστότητας. Με τα επιτόκια κοντά στο μηδέν, η νομισματική πολιτική αποδυναμώνει τα νομίσματα, προς όφελος των εγχώριων παραγωγών. «Με την πανδημία να δοκιμάζει ήδη τις αντοχές της παγκοσμιοποίησης, ο κόσμος δεν έχει τα περιθώρια να αντιμετωπίσει την κλιμάκωση των εντάσεων που ενδεχομένως να δημιουργήσουν οι ανταγωνιστικές υποτιμήσεις», υπογραμμίζει η κ. Γκόπιναθ, τονίζοντας ότι η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάκαμψη. «Ποτέ άλλοτε δεν ήταν μεγαλύτερη η σημασία των μέτρων δημοσιονομικής στήριξης» καταλήγει η αξιωματούχος του ΔΝΤ, καλώντας για συγχρονισμένες προσπάθειες εξόδου από αυτή την κρίση.