Η μη συμμετοχή του ανήλικου στη διαδικασία επιμέλειας του από τους γονείς του παραβιάζει το δικαίωμα του στην οικογενειακή ζωή.
Ένα πρώην ζευγάρι, γονείς ενός 14χρονου παιδιού, ερίζει μέχρι σήμερα για την ανάθεση της επιμέλειας του. Χωρίς στην αντιδικία τους αυτή ενώπιον των δικαστηρίων να ακουσθεί η φωνή του έφηβου γιου τους αλλά και χωρίς να εκπροσωπηθεί ο ανήλικος νόμιμα από ειδικά διορισμένο επίτροπο.
Το αγόρι προσέφυγε διαμαρτυρόμενο (εκπροσωπούμενο από την μητέρα του) στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, για όλες τις νόμιμες διαδικασίες που έγιναν από τους γονείς του γι’ εκείνο χωρίς εκείνον! Το Στρασβούργο άκουσε τη φωνή του και αποφάσισε ότι η μη συμμετοχή του στις δίκες μεταξύ των γονέων του για την επιμέλειά του, παραβίασαν το δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής του ζωής.
Επιμέλεια παιδιού και βέλτιστο συμφέρον αυτού
Ο προσφεύγων που είναι παιδί χωρισμένων γονέων, γεννήθηκε το 2006 και ζει στη Rijeka της Κροατίας. Ενώ οι εγχώριες διαδικασίες είναι σε εξέλιξη καθόσον εκκρεμεί δεύτερη αγωγή της μητέρας για ανάθεση επιμέλειας σε αυτήν, οι δικαστές από το 2010 που χώρισαν οι γονείς του μέχρι σήμερα παρέλειψαν να ακούσουν την άποψη του στο κρίσιμο ερώτημα που αφορά το βέλτιστο συμφέρον του: Με ποιόν από τους δύο γονείς θέλει να μείνει;
Το Στρασβούργο τόνισε ότι το άρθρο 8 της Σύμβασης απαιτεί από τις εγχώριες αρχές να επιτύχουν μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του παιδιού και των συμφερόντων των γονέων και η διαδικασία λήψης αποφάσεων πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη τα συμφέροντα του παιδιού.
Διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων δεν εκπροσωπήθηκε νομίμως από ειδικό επίτροπο που θα τον βοηθούσε στην κατανόηση της διαδικασίας και στερήθηκε το δικαίωμά του για ακρόαση και έκθεση των επιθυμιών του, παρά τα οριζόμενα στην εγχώρια νομοθεσία.
Το ΕΔΔΑ αποφάνθηκε ότι ο παραλείψεις αυτές στην εκπροσώπηση και στο δικαίωμα ακρόασης παραβίασαν το δικαίωμα του παιδιού στο σεβασμό της οικογενειακής του ζωής (άρθρο 8 της ΕΣΔΑ) και επιδίκασε ποσό 7.500 ευρώ για ηθική βλάβη και τα δικαστικά έξοδα.
Το έσκασε από τον πατέρα
Ο ανήλικος μετά το χωρισμό των γονιών του ζούσε με τη μητέρα του και ο πατέρας του είχε τακτικά επικοινωνία μαζί του. Η μητέρα κατηγόρησε τον πατέρα ότι κακοποίησε σεξουαλικά τον προσφεύγοντα και ζήτησε αναστολή του δικαιώματος επικοινωνίας, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε καθώς ο πατέρας κρίθηκε ότι δεν διέπραξε τέτοιες πράξεις.
Μετά τους ισχυρισμούς της μητέρας για σεξουαλική κακοποίηση συντάχθηκε έκθεση πραγματογνωμοσύνης τον Οκτώβριο του 2012 η οποία ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η μητέρα κακοποίησε συναισθηματικά το παιδί. Με βάση την έκθεση, ο πατέρας υπέβαλε αίτημα και τελικά έλαβε την επιμέλεια του παιδιού με δικαστική απόφαση τον Ιούνιο του 2015, η οποία έγινε δεκτή στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο (δεύτερη σειρά διαδικασιών επιμέλειας). Η μητέρα κίνησε μια τρίτη σειρά διαδικασιών επιμέλειας, όταν ο προσφεύγων επέστρεψε σε αυτήν τον Ιούνιο του 2016 όταν έφυγε κρυφά από τον πατέρα του μετά την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης. Οι εν λόγω διαδικασίες συνεχίζονται. Το 2019 το κοινωνικό ίδρυμα που ήταν υπεύθυνο για την υπόθεση υπέβαλε αίτηση ώστε να αφαιρεθεί προσωρινά η επιμέλεια του προσφεύγοντα από τους γονείς του, αλλά τα δικαστήρια απέρριψαν το αίτημα αυτό. Το αγόρι παραπονέθηκε ότι στη δεύτερη σειρά διαδικασιών επιμέλειας και στην επακόλουθη εκτέλεση της απόφασης, κανένας ειδικός επίτροπος δεν είχε διοριστεί για την εκπροσώπηση και την προστασία των συμφερόντων του, ότι δεν του δόθηκε η ευκαιρία να ακουστεί σε αυτές τις διαδικασίες, και ότι η απόφαση να ανατεθεί η επιμέλεια στον πατέρα χωρίς κάποια περίοδο προσαρμογής και προετοιμασίας του, δεν ήταν προς το συμφέρον του, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) της Σύμβασης.
Πάνω απ’ όλα το συμφέρον του παιδιού
Η υπόθεση αφορούσε την προστασία των δικαιωμάτων ενός παιδιού σε μια διαφορά επιμέλειας τέκνου, που το ίδιο δεν ερωτήθηκε ποτέ αυτοπροσώπως από καμία δικαστική αρχή που έκρινε την επιμέλειά του.
Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι το άρθρο 8 της Σύμβασης απαιτεί από τις εγχώριες αρχές να επιτύχουν μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του παιδιού και των συμφερόντων των γονέων και ότι, κατά τη διαδικασία εξισορρόπησης, ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στα συμφέροντα του παιδιού, που, ανάλογα με τη φύση και την σοβαρότητά τους, μπορεί να υπερισχύσει εκείνων των γονέων. Συγκεκριμένα, ένας γονέας δεν μπορεί να έχει το δικαίωμα βάσει του άρθρου 8 να λάβει μέτρα που θα έβλαπταν την υγεία και την ανάπτυξη του παιδιού. Το Δικαστήριο υπενθύμισε επίσης ότι, ενώ το άρθρο 8 δεν περιέχει ρητές διαδικαστικές απαιτήσεις, η διαδικασία λήψης αποφάσεων πρέπει να είναι δίκαιη και να λαμβάνει δεόντως υπόψη τα συμφέροντα που προστατεύει.