Η ανάγκη θεσμοθέτησης νέων διατάξεων για τις διαδικασίες της λαθρεμπορίας και των φορολογικών παραβάσεων, έγινε κατόπιν σχετικών αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας αλλά και καταδικαστικών αποφάσεων σε βάρος της χώρας μας από το ΕΔΔΑ
Με γνώμονα το τεκμήριο της αθωότητας αλλά και το δικαίωμα να μη διώκεται ούτε να δικάζεται κανείς δύο φορές για τις ίδιες πράξεις και για την ίδια αξιόποινη συμπεριφορά (ne bis in idem), και υπό την πίεση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τέθηκαν σε εφαρμογή στην χώρα μας δύο νέοι νόμοι περί Λαθρεμπορίας, Φοροδιαφυγής και ασφαλιστικών εισφορών.
Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις πρέπει να καταστεί οριστική η διοικητική καταλογιστική πράξη προκειμένου κάποιος να καταδικαστεί είτε για φορολογικό αδίκημα είτε για περιπτώσεις λαθρεμπορίας, ενώ αναστέλλετε η ποινική δίωξη για τον οφειλέτη που θα επιτύχει ρύθμιση των οφειλών του με το Ελληνικό Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία, ενώ παράλληλα αναστέλλεται και η παραγραφή του αδικήματος επ’ αόριστον.
Η ανάγκη θεσμοθέτησης νέων διατάξεων για τις διαδικασίες της λαθρεμπορίας και των φορολογικών παραβάσεων, έγινε κατόπιν σχετικών αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας αλλά και καταδικαστικών αποφάσεων σε βάρος της χώρας μας από το ΕΔΔΑ, μετά την προσφυγή στο Στρασβούργο για παραβιάσεις που αφορούσαν στην εφαρμογή της αρχής ne bis in idem (άρθρο 4 του Εβδόμου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ) και στο τεκμήριο αθωότητας (άρθρο 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ), στα πλαίσια της επιβολής διοικητικών προστίμων σε άτομα που είχαν κατηγορηθεί για λαθρεμπόριο και είχαν παράλληλα αθωωθεί σε παράλληλη διαδικασία ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων.
Τα παραδείγματα των τροποποιήσεων
Σύμφωνα με ενημερωτικό σημείωμα για τις νέες διατάξεις της Εισαγγελίας πρωτοδικών της Αθήνας προς εισαγγελείς, αντεισαγγελείς και Παρέδρους, με αυτές ενισχύεται η αντικειμενική κρίση του Εισαγγελέα και των Ποινικών Δικαστών.
Ειδικότερα, η Εισαγγελία στο έγγραφο της “Ενημέρωση επί της εφαρμογής των νέων διατάξεων περί Λαθρεμπορίας Φοροδιαφυγής και Ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα (νόμοι 4745 και 4738/2020)” επικαλείται και παραδείγματα για κάθε διάταξη ξεχωριστά.
Οι διατάξεις αυτές τέθηκαν σε ισχύ προκειμένου η Ελληνική νομοθεσία να εναρμονισθεί τόσο με την απόφαση του ΕΔΔΑ (υπόθεση Καπετάνιος κατά Ελλάδος) όσο και με την υπ’ αριθ. 359/2020 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ σχετικά με την έννοια και εφαρμογή της αρχής nes bis in idem, ήτοι ότι η ποινική διαδικασία περί λαθρεμπορίας (και φοροδιαφυγής πλέον μετά την τροποποίηση του Ν. 4174/2013 ), προϋποθέτει την έκδοση σχετικής διοικητικής καταλογιστικής πράξεως η οποία πρέπει να έχει καταστεί οριστική.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1 : Για πράξη λαθρεμπορίας αρμόδια Τελωνειακή αρχή εκδίδει την διοικητική πράξη καταλογισμού στις 30/11/2020, οπόταν από την ημερομηνία αυτή (30-11-2020) ξεκινάει η αναστολή της παραγραφής. Εάν ο εγκαλούμενος προσφύγει κατά της ατομικής διοικητικής πράξης αυτής στα διοικητικά δικαστήρια τα οποία αποφαίνονται αμετακλήτως στις 30/11/2027 για την νομιμότητα της ανωτέρω διοικητικής πράξης, από το χρονικό αυτό σημείο δηλ. από τις 30/11/2027 ξεκινάει ο υπολογισμός της παραγραφής του αδικήματος της Λαθρεμπορίας.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2 : Μετά από σχετικό φορολογικό έλεγχο η αρμόδια ΔΟΥ επιβάλλει στις 30/11/2020 στον Α δια σχετικής πράξεως την καταβολή ποσού 70.000 ευρώ λόγω μη καταβολής ΦΠΑ της διαχειριστικής περιόδου 2019 (πράξη η οποία είναι αξιόποινη αφού υπερβαίνει το ποσό των 50.000 ευρώ).
Η πράξη αυτή επιβολής προστίμου αναστέλλει την παραγραφή έως την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής και αναστέλλεται η ποινική διαδικασία με τους τρόπους που αναφέρθηκαν στο αδίκημα της λαθρεμπορίας.
Κατά την διάταξη του άρθρου 23 του Ν. 4738/2020 ορίζεται ότι ο οφειλέτης που θα επιτύχει σύμβαση αναδιάρθρωσης των οφειλών του με το Ελληνικό Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία έχει τις ακόλουθες ευνοϊκές ρυθμίσεις : Αναστέλλεται η ποινική δίωξη για το αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο του άρθρου 25 του Ν. 1882/1990 και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή διακόπτεται εφόσον άρχισε η εκτέλεση της, επίσης δε αναστέλλεται και η παραγραφή του αδικήματος απ’ αόριστον.
Στην πράξη ο κατηγορούμενος οφειλέτης πρέπει να προσκομίσει στο δικαστήριο αντίγραφο, (και όχι ΑΠΛΗ ΑΙΤΗΣΗ για υπαγωγή η οποία θεμελιώνει μόνο λόγο αναβολής 352 ΚΠΔ και όχι αναστολής δίωξης ), της εγκριθείσας σύμβασης αναδιάρθρωσης ούτως ώστε να επιτύχει την αναστολή της ποινικής δίωξης και της παραγραφής, ενώ ο αρμόδιος δημόσιος φορέας ( Δ.Ο.Υ. κ.λ.π. ) οφείλει να ειδοποιήσει τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης.
Επίσης, έως τώρα γινόταν δεκτό ότι μόνο στις περιπτώσεις του διοικητικού ή δικαστικού συμβιβασμού ή της με άλλο τρόπο περαίωσης της διοικητικής διαφοράς καταλύονται οι ποινικές συνέπειες κατά του κατηγορουμένου που είχε προβεί σε διοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό.
Πλέον, μετά την έκδοση και των υπ’ αριθ. 742 και 743/2020 αποφάσεων του Αρείου Πάγου κρίθηκε πως στην έννοια της με άλλο τρόπο περαίωσης της διαφοράς του άρθρου 24 παρ. 2 του Ν. 2523/1997 υπάγεται και η ολοσχερής εξόφληση της οφειλής με οποιονδήποτε τρόπο, με συνέπεια όλες πλέον οι πράξεις εξόφλησης για τις χρήσεις έως 31/12/2013 να φέρουν τον χαρακτήρα της διοικητικής περαίωσης του άρθρου 24 παρ. 2 του Ν. 2523/1997 και να εφαρμόζονται υπέρ του κατηγορουμένου στις εκκρεμείς ποινικές διαδικασίες.