Του Γ. Αγγέλη
Ο φαύλος κύκλος της ύφεσης και της πανδημίας, με τα lockdowns να διαδέχονται τα “ανοίγματα” της οικονομίας, μέχρι να υπάρξει επαρκής αντιμετώπιση της πανδημίας, υποχρεώνουν τις Κεντρικές Τράπεζες σε ένα χωρίς προηγούμενο χρηματοδοτικό μαραθώνιο στις οικονομίες των χωρών.
Η ΕΚΤ, με δηλώσεις της κυρίας Λαγκάρντ, έχει επιβεβαιώσει για την πρόθεσή της όχι μόνο να συνεχίσει “για όσο χρειασθεί” τα προγράμματα των QE (αγορές ομολόγων) και TLTROs (δάνεια αρνητικών επιτοκίων στις τράπεζες), αλλά και να αναπροσαρμόσει σύμφωνα με τις τρέχουσες ανάγκες τα μεγέθη τους. Το πρώτο βήμα στην απόφαση αυτή θα κάνει στις 10 του Δεκέμβρη, με τις αγορές να έχουν προεξοφλήσει την αύξηση του PEPP κατά μισό τρισ. ευρώ και την επέκτασή του μέχρι τουλάχιστον στα τέλη του 2021. Όλα αυτά, βέβαια, με την προϋπόθεση ότι η παραγωγή και διοχέτευση των εμβολίων των οποίων έχει ανακοινωθεί η ανακάλυψη –και όσων άλλων ακολουθήσουν– θα γίνει με επάρκεια και αποτελεσματικότητα τέτοια που να μπορούν να εκτονωθούν οι συνέπειες της πανδημίας σε έναν χρόνο το πολύ.
Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, οι εκτιμήσεις για την ανάκαμψη της ευρωοικονομίας σε επίπεδα που να προσεγγίζουν εκείνα που προηγήθηκαν της COVID –και τα οποία χαρακτηρίζονταν από οικονομική επιβράδυνση– μπορούν να επιτευχθούν από το 2023 και μετά.
Σε αντίθετη περίπτωση οι εκτιμήσεις της ΕΚΤ μεταθέτουν την ανάκαμψη αναλογικά στο μέλλον.
Το πρόβλημα, όμως, όπως έχει επισημανθεί και φαίνεται να απασχολεί σοβαρά την ΕΚΤ –γι’ αυτό και υποστηρίζει πολύ την ενεργοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης– είναι ότι η εκτόνωση της πανδημίας, λόγω της απόσυρσης των ισχυρών προγραμμάτων στήριξης που θα επιφέρει, θα προκαλέσει ένα τσουνάμι χρεοκοπιών επιχειρηματικών αλλά και νοικοκυριών.
Γεγονός που αντιμετωπίζεται μεν ως μία ευκαιρία για μία αναδιάρθρωση της οικονομίας. Αλλά λόγω των τρομακτικών οικονομικών συνεπειών στην κοινωνία (ανεργία, φτώχεια, κ.λπ.) που αυτό θα έχει, ανησυχεί σφόδρα τους Κεντρικούς Τραπεζίτες. Καθώς μια τέτοια εξέλιξη θα προκαλέσει ένα νέο σοκ στο επίπεδο της ζήτησης αυξάνοντας τις αποπληθωριστικές πιέσεις. Και αυτό σε οικονομίες που ήδη κινούνται με αρνητικά επιτόκια, σε ένα οικονομικό σύστημα στο οποίο τα θετικά επιτόκια στην κεφαλαιαγορά αποτελούν θεμέλιο λίθο της λειτουργίας του.
Το μεγάλο χρέος
Στα επιτελεία των Κεντρικών Τραπεζών και ειδικά στην ΕΚΤ οι “ιδέες” για το θέμα αυτό έχουν αρχίσει ήδη να ζυμώνονται στους πάνω ορόφους του μεγάρου της Φρανκφούρτης.
Το μεγάλο ερώτημα, σύμφωνα με πηγές εξοικειωμένες με τους προβληματισμούς αυτούς, είναι το ποιες επιλογές μπορεί να έχει η ΕΚΤ μετά το τέλος της πανδημίας για την “αποστείρωση” του χρέους τουλάχιστον στο κομμάτι που αφορά την περίοδο της πανδημίας στους ισολογισμούς των χωρών-μελών της Ευρωζώνης και το οποίο θα αφορά περισσότερα από 3-5 τρισ. ευρώ.
Είναι σε απόλυτη γνώση του επιτελείου της κυρίας Λαγκάρντ ότι η “τεχνική” για την αποστείρωση αυτή –όποια και αν τελικά επιλεγεί να είναι– δεν θα πρέπει ταυτόχρονα να εμποδίσει το διευκολυντικό ρόλο που θα πρέπει να συνεχίσει να παίζει η νομισματική πολιτική στην στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης στο χρονοδιάστημα μετά την πανδημία, προκειμένου να αντιμετωπισθεί το τσουνάμι χρεοκοπιών που θα ακολουθήσει…
Σύμφωνα με προτάσεις που έχουν μέχρι σήμερα γίνει γνωστές και συζητούνται –ορισμένες φορές και δημοσίως– η ΕΚΤ αφενός αποκλείεται να προχωρήσει σε υιοθέτηση προτάσεων (Σασσόλι – Ευρωκοινοβούλιο) που ζητούν τη διαγραφή του δημόσιου χρέους που δημιουργήθηκε στην περίοδο της πανδημίας. Αυτό το ξεκαθάρισε η Λαγκάρντ στην τελευταία τοποθέτησή της στο Ευρωκοινοβούλιο απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις.
Δεν έχει, όμως, υπάρξει διάψευση όσον αφορά την “ιδέα” παγώματος μακροπρόθεσμα του χρέους αυτού με τρόπο που να μην επιβαρύνεται με τον χρόνο η οφειλή αυτή των χωρών μελών προς την ΕΚΤ. Η τεχνική για να γίνει αυτό υπάρχει και είναι –σύμφωνα με την BIS (Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών)– απολύτως νόμιμη αφού για τις Κεντρικές Τράπεζες είναι νόμιμο να διακρατούν στον Ισολογισμό τους αρνητικά στοιχεία τα οποία οι ίδιες αποφασίζουν για το επιτόκιό τους. Με άλλα λόγια, η ιδέα είναι η ΕΚΤ να προχωρήσει στη μετατροπή –με τη λήξη του– σε αέναης διάρκειας το ήδη υπάρχον χρέος με μηδενικό ή σχεδόν μηδενικό επιτόκιο. Αλλά αυτό θα αφορά σύμφωνα πάντα με την πρόταση αυτή μόνο στο χρέος που δημιουργήθηκε (αγοράσθηκε από την ΕΚΤ) στη διάρκεια της πανδημίας. Η συζήτηση αναμένεται ιδιαίτερα ζωηρή ιδιαίτερα από πλευράς Bundesbank αλλά και των Κεντρικών Τραπεζών Αυστρίας, Ολλανδίας και Φινλανδίας που έχουν καθαρές επιφυλάξεις γι’ αυτό.
Σε κάθε περίπτωση η ωρίμαση των “ιδεών” για την αποστείρωση του χρέους της πανδημίας θα εξαρτηθεί τόσο από το χρονοδιάγραμμα αντιμετώπισης της πανδημίας, όσο και από την αποτελεσματικότητα της υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης, αφού ξεπεράσει τα εμπόδια στην Σύνοδο Κορυφής από Πολωνία και Ουγγαρία.
Οι συνέπειες για την Ελλάδα
Στην Κεντρική Τράπεζα Ελλάδος παρακολουθούν αυτή την παρασκηνιακή συζήτηση της οποίας η οποιαδήποτε έκβαση θα επηρεάσει και την εικόνα του ελληνικού χρέους.
Το οποίο όμως έχει το πλεονέκτημα να μη βρίσκεται στις πρώτες θέσεις του επικίνδυνου πίνακα. Εκεί βρίσκεται η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και όχι σε πολύ μεγάλη απόσταση από την κορυφή και το Βέλγιο.
Και αυτό γιατί σε απόλυτους αριθμούς, σύμφωνα με τον σχεδιασμό του ΥΠΟΙΚ/ΟΔΔΗΧ θα επιχειρηθεί, μάλλον χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, να παραμείνει στα σημερινά επίπεδα, όχι πάνω από τα 338-340 δισ. ευρώ. Άλλωστε το κομμάτι του χρέους της πανδημίας που θα βρίσκεται στα χέρια της ΕΚΤ δεν θα κινηθεί μακριά από τα 20 δισ. ευρώ, ποσό που αν παγώσει ή “βγει” από τον συνολικό υπολογισμό του χρέους θα το μειώσει ως ποσοστό του ΑΕΠ περισσότερο από 10% στο προσεχές μέλλον.
https://www.capital.gr/oikonomia/3497162/i-europi-buthizetai-sto-xreos-i-ekt-etoimazei-nees-kiniseis