ΑΠΟΦΑΣΗ
Norik Poghosyan κατά Αρμενίας 22.10.2020 (αρ. προσφ. 63106/12)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Έλλειψη νομοθεσίας για χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη λόγω παράνομης κράτησης. Δικαίωμα επανόρθωσης.
Ο προσφεύγων καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 3 ετών για κατοχή ναρκωτικών την οποία εξέτισε κανονικά. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ακύρωσε την καταδικαστική απόφαση και έκρινε παράνομη την κράτηση του.
Άσκησε αγωγή αποζημίωσης. Τα εγχώρια αστικά δικαστήρια απέρριψαν το μέρος της αξίωσής του για χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη λόγω της παράνομης κράτησης με την αιτιολογία ότι δεν προβλέπονταν στην εγχώρια νομοθεσία.
Στην υπό κρίση περίπτωση το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι παρόλο που η κράτηση του προσφεύγοντα κρίθηκε παράνομη, δεν μπόρεσε να λάβει χρηματική αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη λόγω της φυλάκισης του για 3 χρόνια.
Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η μη διαθεσιμότητα αποζημίωσης για ηθική βλάβη εξαιτίας μη σχετική προβλεψιμότητας στο εθνικό δίκαιο παραβίασε το δικαίωμα επανόρθωσης που προβλέπει το άρθρο 5 § 5 της Σύμβασης και επιδίκασε ποσό 6.000 ευρώ για ηθική βλάβη.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 5§5
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων Norik Poghosyan είναι Αρμένιος υπήκοος ο οποίος γεννήθηκε το 1983 και ζει στο χωριό Metsavan (Αρμενία).
Η υπόθεση αφορούσε το δικαίωμα αποζημίωσης βάσει του αρμενικού νόμου για παράνομη κράτηση.
Ο προσφεύγων συνελήφθη τον Οκτώβρη του 2008 για ναρκωτικά. Κρίθηκε ένοχος σύμφωνα με το κατηγορητήριο τον Οκτώβρη του 2009 και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 3 ετών. Αποφυλακίστηκε τον Απρίλη του 2010 αφού εξέτισε την ποινή του.
Εν τω μεταξύ, οι αποφάσεις που τον καταδίκασαν ακυρώθηκαν, και το εφετείο αποφάσισε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν εναντίον του προσφεύγοντος ελήφθησαν κατά παράβαση του δικαιώματος υπεράσπισης.
Η υπόθεση παραπέμφθηκε για νέα συζήτηση και ο προσφεύγων αθωώθηκε τον Οκτώβρη του 2010. Κατέθεσε αγωγή αποζημίωσης τον Ιούλη του 2011, υποστηρίζοντας ότι η αθώωσή του κατέστησε παράνομη τη διάρκεια που είχε εκτίσει στη φυλακή. Τα αστικά δικαστήρια έκαναν δεκτή την αγωγή του για αποζημίωση αλλά όχι για ηθική βλάβη, διότι τέτοια αποζημίωση δεν προέβλεπε η εθνική νομοθεσία.
Βασιζόμενος στο άρθρο 5 παράγραφος 5 (εκτελεστό δικαίωμα αποζημίωσης), ο προσφεύγων παραπονέθηκε ότι είχε στερηθεί του δικαιώματος στην χρηματική αποζημίωση για ηθική βλάβη για την παράνομη κράτησή του.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι το άρθρο 5 § 5 έχει εφαρμογή στην περίπτωσή του δεδομένου ότι η κράτησή του θεωρήθηκε «παράνομη» σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο ως αποτέλεσμα της αθώωσής του. Το Δικαστήριο επανέλαβε την άποψη ότι τα όργανα της Σύμβασης αρνούνται συστηματικά να δεχθούν προσφυγές από άτομα που έχουν καταδικαστεί για ποινικά αδικήματα, τα οποία διαμαρτύρονται ότι τα δευτεροβάθμια δικαστήρια έκριναν ότι οι ποινές τους βασίστηκαν σε πραγματικά ή νομικά σφάλματα. Παρομοίως, μια περίοδος κράτησης είναι, καταρχήν, «νόμιμη» εάν βασίζεται σε δικαστική απόφαση. Η επακόλουθη διαπίστωση ενός ανώτερου εγχώριου δικαστηρίου ότι ένα κατώτερο δικαστήριο υπέπεσε σε σφάλμα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο κατά την έκδοση της απόφασης δεν θα επηρεάσει αναδρομικά την εγκυρότητα της ενδιάμεσης περιόδου κράτησης. Επιπλέον, μια καταδίκη που έχει επιβληθεί με απόφαση μετά από παραβίαση ουσιαστικών διατάξεων εσωτερικού δικαίου σε ποινικές διαδικασίες δεν καθιστά αυτόματα την κράτηση δυνάμει της απόφασης αυτής παράνομη. Ωστόσο, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι τα απλά λάθη πρέπει να διακρίνονται από μια κατάφωρη άρνηση δικαιοσύνης που υπονομεύει όχι μόνο το δικαίωμα για δίκαιη δίκη ενός ατόμου, αλλά και τη νομιμότητα της επακόλουθης κράτησης και ότι, κατά συνέπεια, σε τέτοιες περιπτώσεις το άρθρο 5§5 εφαρμόζεται μόνο όταν η κράτηση ακολούθησε καταδίκη που επιβλήθηκε σε προδήλως παράνομη διαδικασία που ισοδυναμούσε με κατάφωρη παραβίαση της δίκαιης δίκης και συνεπάγεται αυτόματα παραβίαση του άρθρου 5 § 1 της Σύμβασης.
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι, όταν το εθνικό δίκαιο προβλέπει ότι ο κατηγορούμενος, σε περίπτωση αμετάκλητης αθωώσεως, δικαιούται αποζημίωση για την κράτησή του κατά τη διάρκεια των προηγούμενων διαδικασιών, ένα τέτοιο «αυτόματο» δικαίωμα αποζημίωσης δεν μπορεί από μόνο του να συνεπάγεται ότι η εν λόγω κράτηση πρέπει να χαρακτηριστεί ως «παράνομη». Επιπλέον, παρόλο που δεν μπορεί να λεχθεί ότι το άρθρο 5 § 5 της Σύμβασης επιβάλλει ένα τέτοιο «αυτόματο» δικαίωμα αποζημίωσης αποκλειστικά με την αιτιολογία ότι η ποινική διαδικασία έχει περατωθεί με αθώωση, η επιλογή νομικών λύσεων για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της διάταξης αυτής παραμένει επιλογή πολιτικής που καθορίζεται από το εθνικό δίκαιο.
Εν προκειμένω, το Δικαστήριο επισήμανε ότι βάσει του εθνικού δικαίου όχι μόνο ο προσφεύγων είχε δικαίωμα αποζημίωσης ως συνέπεια της αθώωσης του, αλλά και για το λόγο ότι η κράτησή του θεωρήθηκε επίσης «παράνομη» κατά την έννοια του εσωτερικού δικαίου.
Στις αποφάσεις που εκδόθηκαν στην υπόθεση του προσφεύγοντος, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και το εφετείο στηρίχθηκαν στις προαναφερθείσες διατάξεις, καθώς και στην απόφαση του Ακυρωτικού Δικαστηρίου της 1ης Ιουλίου 2011, και χορήγησαν στον προσφεύγοντα αποζημίωση ως αποτέλεσμα της «παράνομης» κράτησής του, που αναφέρεται σε ολόκληρη την περίοδο της κράτησής του , δηλαδή από τις 17.10.2008 έως τις 17.04.2010.
Το Δικαστήριο υπενθύμισε εν προκειμένω ότι είναι αρμόδιες αρχικά οι εθνικές αρχές, ιδίως τα δικαστήρια, να ερμηνεύουν και να εφαρμόζουν το εθνικό δίκαιο. Επιπλέον, σχετικά με το ζήτημα εάν η κράτηση ήταν «νόμιμη», συμπεριλαμβανομένου του εάν συμμορφώθηκε με την «διαδικασία που ορίζει ο νόμος», η Σύμβαση παραπέμπει ουσιαστικά στο εθνικό δίκαιο να καθορίσει την υποχρέωση συμμόρφωσης με τους ουσιαστικούς και διαδικαστικούς κανόνες της, και κάθε αγνόηση του νόμου αυτού συνεπάγεται παραβίαση της Σύμβασης. Επομένως, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η κράτηση του προσφεύγοντα κηρύχθηκε παράνομη κατά την έννοια του εσωτερικού δικαίου μετά την αθώωσή του και θεωρήθηκε ως τέτοια από τα εθνικά δικαστήρια, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπόθεσης, η παραβίαση των εγγυήσεων του άρθρου 5 § 1 έχει καθοριστεί κατ΄ ουσία από τα εθνικά δικαστήρια και ότι, κατά συνέπεια, το άρθρο 5 § 5 εφαρμόζεται στην περίπτωση του.
Στην παρούσα υπόθεση, ωστόσο, ο προσφεύγων, δεν είχε τη δυνατότητα να λάβει αποζημίωση για ηθική βλάβη σε σχέση με την παράνομη κράτησή του, δεδομένου ότι μία τέτοια αποζημίωση δεν προβλέπονταν βάσει της εθνικής νομοθεσίας Έτσι, το αίτημά του για χρηματική αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη απορρίφθηκε από τα εγχώρια δικαστήρια με την αιτιολογία ότι ο αρμενικός νόμος δεν αναγνώριζε την «αποζημίωση για ηθική βλάβη» ως είδος αποζημίωσης. Το Δικαστήριο υπενθύμισε εν προκειμένω ότι το άρθρο 5 § 5 δεν πρέπει να εκληφθεί ως δικαίωμα αποζημίωσης για καθαρά χρηματική ζημία, αλλά θα πρέπει επίσης να παρέχει δικαίωμα αποζημίωσης για οποιαδήποτε ταλαιπωρία, άγχος και απογοήτευση που μπορούσε να δημιουργήσει σε ένα άτομο ως αποτέλεσμα παραβίασης άλλων διατάξεων του άρθρου 5. Σημείωσε ότι έχει ήδη διαπιστώσει ότι η μη διαθεσιμότητα αποζημίωσης για ηθική βλάβη σύμφωνα με τον Αρμενικό νόμο παραβίαζε τις εγγυήσεις του άρθρου 5 § 5 της Σύμβασης. Δεν υπάρχουν λόγοι να απομακρυνθεί από αυτό το συμπέρασμα στην παρούσα υπόθεση.
Επομένως, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ο προσφεύγων δεν είχε, από νομικής ή πρακτικής απόψεως, εκτελεστό δικαίωμα χρηματικής ικανοποιήσεως για την ηθική βλάβη που υπέστη κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου. Το Δικαστήριο, ταυτόχρονα, επισήμανε ότι μετά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, στην Αρμενία εισήχθη η ηθική βλάβη ως βλάβη που αναλογεί χρηματική ικανοποίηση. Ωστόσο, ο προσφεύγων δεν μπόρεσε να επωφεληθεί από τη νέα αυτή νομοθεσία.
Κατά συνέπεια, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 5 § 5 της ΕΣΔΑ
Δίκαιη ικανοποίηση: Το Στρασβούργο επιδίκασε ποσό 6.000 ευρώ για ηθική βλάβη (επιμέλεια echrcaselaw.com).