Της Δήμητρας Καδδά
Την επιστροφή σε πλεονάσματα στο 2,2% την περίοδο 2022-2060 και σε έλλειμμα 0,8% του ΑΕΠ το 2022 από 3,6% το 2021 προβλέπει νέα έκθεση βιωσιμότητας χρέους που περιλαμβάνεται στην 8η έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. Περιέχει σαφή προειδοποίηση για την ανάγκη εφαρμογής των προτάσεων της Επιτροπής Πισσαρίδη και για την σωστή υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης για να επιταχυνθεί το ΑΕΠ και για να διατηρηθεί βιώσιμο το χρέος.
Δίνει βεβαίως εύσημα για την πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις που οδηγούν σε εκταμίευση της “δόσης”. Συνιστά γενικότερα μία “καλή” έκθεση για την πορεία της χώρας. Και αναφέρει πως η ρήτρα διαφυγής θα ισχύει και το 2021.
Τα εύσημα
Αναφέρει πως παρά τις πολύ δύσκολες συνθήκες “η Ελλάδα έχει αυξήσει σημαντικά τον ρυθμό της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων τους τελευταίους μήνες. Το πιο σημαντικό, ο κώδικας αφερεγγυότητας έχει εγκριθεί στο Κοινοβούλιο. Πρόκειται για μια σημαντική μεταρρύθμιση του πλαισίου αφερεγγυότητας, το οποίο αναμένεται να διευκολύνει την επίλυση των βασικών προκλήσεων στον χρηματοπιστωτικό τομέα” αναφέρεται. Δίνεται έμφαση στο δευτερογενές δίκαιο και στην υποδομή, ώστε να καταστεί αποτελεσματική η εφαρμογή του κώδικα από την 1η Ιανουαρίου 2021.
Αναφέρεται στην μεταρρύθμιση των πόρων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και στην καλή πρόοδο που καταγράφεται στους τομείς της δημοσιονομικής διαχείρισης, των δημοσίων συμβάσεων, της επιτάχυνσης των δημοσίων επενδύσεων, της πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών, του δημοσίου, της ψηφιακής ατζέντας και του του μοντέλου στόχου για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Κάνει σαφές, πάντως, πως η πρόβλεψη της Επιτροπής δεν ενσωματώνει τον αντίκτυπο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, καθώς βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο ανάπτυξης. Μόλις προσδιοριστούν πλήρως, εγκριθούν και εφαρμοστούν, οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις που εφαρμόζονται στο πλαίσιο του Σχεδίου αναμένεται να έχουν θετικό αντίκτυπο στις προοπτικές ανάπτυξης.
Οι προβλέψεις
Εκτιμά (πριν από το lockdown) μείωση του πραγματικού ΑΕΠ 9% φέτος και άνοδο κατά 5% το 2021, κατά 3,5% το 2022 και πιο χαμηλές πτήσεις (κατά 2,2%, 1,9%, 0,7%, 1,7%, 1,6% και 1,5% τα έτη 2024, 2030, 2040, 2050 και 2060 αντίστοιχα).
Γενικά, το βασικό σενάριο δείχνει μια τάση μείωσης του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Βραχυπρόθεσμα, το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αυξηθεί από 180,5% του ΑΕΠ το 2019 σε πάνω από 207% του ΑΕΠ το 2020.
Ωστόσο, καθώς τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας αναμένεται να είναι προσωρινά και η οικονομία προβλέπεται να ανακάμψει από το 2021, ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να ακολουθήσει πτωτική τάση από το 2021. Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης αναμένονται γύρω στο 15% του ΑΕΠ για τα επόμενα 20 χρόνια και μετά σε περίπου 13% έως το 2060.
Το κόστος αναχρηματοδότησης (του 10ετούς) εκτιμά επίσης πως θα αυξάνεται από το 1,5% στο 4% το 2060. Περιέχει αρνητικό σενάριο με άνοδο του κόστους δανεισμού έως το 6% και υψηλότερα επίπεδα χρέους.
Αναφέρεται πως τα δύο εναλλακτικά σενάρια υποδηλώνουν ότι τα υψηλότερα ποσοστά αναχρηματοδότησης θα επιδεινώσουν τις προοπτικές, και μάλιστα εάν συνδυαστεί με χαμηλή ανάπτυξη. Υπογραμμίζοντας έτσι τη σημασία της συνέχισης μιας “φιλόδοξης αναπτυξιακής ατζέντας”. Σε αυτά το επίπεδο του χρέους παραμένει υψηλό μακροπρόθεσμα και ο δείκτης ακαθάριστων χρηματοδοτήσεων-αναγκών αναμένεται να υπερβεί το 20% στα μέσα της δεκαετίας του 2030.
“Τα αποτελέσματα αυτού του σεναρίου υπογραμμίζουν τη σημασία της υλοποίησης της αναπτυξιακής ατζέντας που εκπονήθηκε από την “Επιτροπή Πισσαρίδη” και δημοσιεύθηκε από τις αρχές τον Αύγουστο του 2020″. Επίσης, “υπογραμμίζει τη σημασία της διατήρησης της δυναμικής των μεταρρυθμίσεων, ενώ το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα είναι μια μεγάλη ευκαιρία από αυτή την άποψη”.
Οι κίνδυνοι
Στην έκθεση, ειδική μνεία γίνεται στην αβεβαιότητα και στους κινδύνους που υπάρχουν κυρίως λόγω των αβέβαιων εξελίξεων της παγκόσμιας κρίσης στον τομέα της υγείας.
Εκτιμάται πως μετά το νέο lockdown “που ανακοινώθηκε στις 5 Νοεμβρίου, η οικονομική δραστηριότητα θα μπορούσε να επηρεαστεί σημαντικά το τελευταίο τρίμηνο του 2020 και το 2021. Λόγω της μεγάλης σημασίας του διεθνούς τουρισμού για την ελληνική οικονομία, η Ελλάδα εξαρτάται επίσης από τις εξελίξεις της πανδημίας σε άλλες χώρες και από τους περιορισμούς τους όσον αφορά τα διεθνή ταξίδια”. Μια περαιτέρω κλιμάκωση της κρίσης στον τομέα της υγείας θα μπορούσε να προκαλέσει την ανάγκη για πρόσθετα μέτρα τα οποία θα πρέπει να είναι τόσο στοχευμένα όσο και προσωρινά για να περιορίσουν τις επιπτώσεις και να ενισχύσουν την ανάκαμψη το 2021.
Θεωρεί πως στην πράξη η ύφεση τελικά φέτος θα είναι υψηλότερη του 9%.
Αναφέρει ως κινδύνους και τις γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή, αλλά και τις μεταναστευτικές πιέσεις. Άλλοι κίνδυνοι σχετίζονται με πιθανή κατάπτωση κρατικών εγγυήσεων που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο των μέτρων έκτακτης ανάγκης αλλά και με τις υποθέσεις προσφυγής κατά της ΕΤΑΔ, των ΕΛΤΑ, και με πιθανές πρόσθετες δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης ατόμων χωρίς ασφάλιση υγείας αλλά και με τις δικαστικές αποφάσεις για αναδρομικά.
Το καλό σενάριο
Μιλά όμως και για σενάριο καλύτερης πορείας από το 2021 και μετά, από τα μέτρα στήριξης που έχουν θεσπιστεί σε επίπεδο ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του Ταμείου Ανάκαμψης που “εάν υιοθετηθεί και εφαρμοστεί γρήγορα, θα μπορούσε να στηρίξει σημαντικά τη ζήτηση από το 2021 και πέρα”.
Αναφέρει πως η Ελλάδα αναμένεται να επωφεληθεί σε μεγάλο βαθμό από το Ταμείο που στοχεύει στη στήριξη της σύγκλισης και μιας βιώσιμης οικονομικής ανάκαμψης παρέχοντας χρηματοοικονομική υποστήριξη μεγάλης κλίμακας σε μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη.