Oι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας αναμένεται να ασκήσουν πιέσεις στην ήδη χαμηλή κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών. Ορατός και ο κίνδυνος της αύξησης των επισφαλών δανείων, ειδικά όταν εκπνεύσει η «περίοδος χάριτος» με τις αναστολές πληρωμών, επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην όγδοη μετα-προγραμματική έκθεση εποπτείας.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, η ποιότητα του κεφαλαίου αποτελεί ακόμη έναν παράγοντα ρίσκου για τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, καθώς μεγάλο μέρος αυτού αποτελείται από τον αναβαλλόμενο φόρο, ο οποίος τον Ιούνιο έφθασε στο 60%.
«Παρότι η υποστηρικτική νομισματική πολιτική έχει επιτρέψει στις ελληνικές τράπεζες να επωφεληθούν από τις ευνοϊκές συνθήκες ρευστότητας, οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας αναμένεται να συμπιέσουν την ήδη χαμηλή κερδοφορία των τραπεζών. Η προσωρινή χαλάρωση των κανονισμών για τις εγγυήσεις(collateral) που απαιτούνται για τη συμμετοχή στις δημοπρασίες ρευστότητας του Ευρωσυστήματος έχουν επιτρέψει στις τράπεζες να αυξήσουν τα “μαξιλάρια” ρευστότητας. Με βάση τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι ελληνικές τράπεζες έχουν αντλήσει ρευστότητα 39 δισ. ευρώ από την ΕΚΤ.
Η αυξητική τάση των καταθέσεων που παρατηρείται από τον Μάρτιο -η οποία οφείλεται κυρίως στις επιχειρήσεις που προσπαθούν να συγκεντρώσουν ρευστότητα αλλά και από την ανοδική τάση και στις καταθέσεις από νοικοκυριά- αποτελεί ακόμη εναν παράγοντα στήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων», αναφέρει η Κομισιόν στην έκθεσή της.
Όμως σε όρους κερδοφορίας, η απόδοση ιδίων κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών παρέμενε από τις χαμηλότερες στην Ευρωζώνη στο πρώτο ήμισυ του 2020 και αναμένεται να δεχθεί πρόσθετες πιέσεις, εξαιτίας των υψηλών προβλέψεων για επισφαλή δάνεια, την αβεβαιότητα όσον αφορά τις προοπτικές χορήγησης δανείων σε επιχειρήσεις την επόμενη χρονιά και τον αντίκτυπο των σε εξέλιξη τιτλοποιήσεων «κόκκινων» δανείων, καθώς θα επηρεάσει τα έσοδα από τόκους. Η χαμηλή κερδοφορία σε συνδυασμό με το κόστος των τιτλοποιήσεων εγείρουν προκλήσεις για την κεφαλαιακή θέση των τραπεζών, ενώ αναμένεται να αυξηθεί και η εξάρτησή τους από κρατικά στοιχεία ενεργητικού, επισημαίνει η Κομισιόν. Ο μέσος δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας(Tier 1) ανερχόταν στο 14,7% του συνολικού ενεργητικού σταθμισμένου ρίσκου στα τέλη Ιουνίου, σε επίπεδα υψηλότερα του ελάχιστου ορίου κεφαλαιακής επάρκειας.
Οι προκλήσεις της πανδημίας και το ρίσκο των «κόκκινων» δανείων
Η μείωση των επισφαλών δανείων συνεχίσθηκε και στο πρώτο ήμισυ του 2020, αν και με βραδύτερους ρυθμούς. Σε αυτό συνέβαλε και το «πάγωμα» που έχει επιβληθεί στις αποπληρωμές δανειακών οφειλών εν μέσω πανδημίας. Το μορατόριουμ πληρωμών αναμένεται να λήξει στα τέλη του έτους. Το ποσοστό επισφαλών δανείων συνεχίσε να υποχωρεί, φθάνοντας στο 36,7% τον Ιούνιο του 2020. Εντούτοις, παραμένει το υψηλότερο στην Ευρωζώνη, όπως διαπιστώνεται στην έκθεση της Κομισιόν. Το μορατόριουμ στις πληρωμές των δανείων, σε συνδυασμό με τη χαλάρωση των κανονισμών για την κεφαλαιακή επάρκεια από τις εποπτικές αρχές έχουν θωρακίσει έως τώρα τους ισολογισμούς των τραπεζών από τις συνεπειες της πανδημίας και όσον αφορά το πιστωτικό ρίσκο. «Παρ’ όλα αυτά, το μεγάλο ποσοστό των δανείων σε μορατόριουμ πληρωμών συνεπάγεται σημαντικό κίνδυνο αύξησης των προβλέψεων για την κάλυψη επισφαλών δανείων μόλις εκπνεύσει η περίοδος χάριτος και επιδεινωθεί η ποιότητα ενεργητικού», αναφέρει η Κομισιόν. Μια σημαντική παράμετρος στη στρατηγική των τραπεζών για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων είναι οι τιτλοποιήσεις στο πλαίσιο του προγράμματος Ηρακλής, που αναμένεται να ολοκληρωθούν στο πρώτο ήμισυ του 2021.
Η Κομισιόν στην έκθεσή της κάνει αναφορά και στον νέο Πτωχευτικό κώδικα, χαρακτηρίζοντας το νέο πλαίσιο ως σημαντικό βήμα προς τα εμπρός, αν και η αποτελεσματικότητά του θα κριθεί από την ποιότητα εφαρμογής.
Ο ρόλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας
Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας(ΤΧΣ) συνέχισε τις προσπάθειες στήριξης των συστημικών τραπεζών μπροστά στις προκλήσεις της πανδημίας Το ΤΧΣ στήριξς τις τράπεζες κατά τη διαδικασία μείωσης των επισφαλειών και την αναδιάρθρωσή τους. Παράλληλα, το Ταμείο είναι σε διαδικασία επανεξέτασης των προσδοκιών των μετόχων, λαμβάνοντας υπόψη τις διάφορες επιπτώσεις της πανδημίας.