Ελεγκτές: «Απαιτούνται σαφείς και απλοί κανόνες για τα οικονομικά της ΕΕ και αποτελεσματικοί έλεγχοι για τον τρόπο διάθεσης των πόρων και την επίτευξη των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων – Κυρίως, ενόψει του σχεδιαζόμενου ταμείου ανάκαμψης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19»
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Στις εκθέσεις του για τους λογαριασμούς της ΕΕ για το 2019 το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ) διατύπωσε γνώμη χωρίς επιφύλαξη, ενώ παράλληλα επισήμανε υπερβολικά πολλά σφάλματα στις δαπάνες.
Ειδικότερα, στην ετήσια έκθεση του ΕΕΣ για το οικονομικό έτος 2019, η οποία δημοσιεύθηκε στις 10-11-2020, οι ελεγκτές ενέκριναν τους λογαριασμούς της ΕΕ, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι απεικονίζουν εύλογα την οικονομική κατάστασή της. Παράλληλα, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι πληρωμές, ιδίως στην κατηγορία των «δαπανών υψηλού κινδύνου», περιείχαν υπερβολικά πολλά σφάλματα. Ως εκ τούτου, παρά τις βελτιώσεις σε ορισμένους τομείς δαπανών, διατύπωσαν αρνητική γνώμη σχετικά με τις δαπάνες. Επίσης τόνισαν την ανάγκη για άρτια και αποδοτική διαχείριση του χρηματοδοτικού πακέτου που εγκρίθηκε για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού, το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα τον διπλασιασμό σχεδόν των δαπανών της ΕΕ τα προσεχή έτη.
Το συνολικό επίπεδο των παρατυπιών στην εκτέλεση των δαπανών της ΕΕ παρέμεινε σχετικά σταθερό, στο 2,7% το 2019, έναντι 2,6% το 2018. Υπάρχουν επίσης ορισμένα θετικά στοιχεία σε σχέση με τις δαπάνες της ΕΕ, όπως η εξέλιξη στον τομέα «Φυσικοί πόροι» και τα βιώσιμα αποτελέσματα στο πλαίσιο του τομέα «Διοίκηση». Εντούτοις, λόγω της διάρθρωσης αλλά και της εξέλιξης του προϋπολογισμού της ΕΕ προϊόντος του χρόνου, οι δαπάνες υψηλού κινδύνου το 2019 αντιστοιχούν σε περισσότερο από το ήμισυ του ελεγχθέντος πληθυσμού (53%), ποσοστό που συνιστά αύξηση σε σύγκριση με το 2018. Αυτό αφορά κυρίως τις πληρωμές βάσει απόδοσης εξόδων, παραδείγματος χάριν στους τομείς της συνοχής και της αγροτικής ανάπτυξης, στους οποίους την ευθύνη για τη διαχείριση των δαπανών φέρουν τα κράτη μέλη. Οι δαπάνες υψηλού κινδύνου συχνά διέπονται από πολύπλοκους κανόνες και κριτήρια επιλεξιμότητας. Στην κατηγορία αυτή εξακολουθούν να εμφανίζονται ουσιώδη σφάλματα, με το επίπεδο σφάλματος να εκτιμάται σε 4,9% (έναντι 4,5% το 2018). Αφού κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το σφάλμα είναι διάχυτο, οι ελεγκτές διατύπωσαν αρνητική γνώμη σχετικά με τις δαπάνες της ΕΕ.
Με την ευκαιρία αυτή, οι ελεγκτές εξέτασαν και το μέλλον. Τον Ιούλιο του 2020, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατέληξε σε πολιτική συμφωνία συνδυάζοντας τον προϋπολογισμό της ΕΕ για την περίοδο 2021-2027 με το προσωρινό μέσο ανάκαμψης «Next Generation EU», σκοπός του οποίου είναι η αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της κρίσης της COVID-19. Ως εκ τούτου, οι δαπάνες της ΕΕ κατά τα επόμενα έτη θα είναι σημαντικά υψηλότερες.
Στο μεταξύ, η απορρόφηση των κεφαλαίων των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων (ΕΔΕΤ) από τα κράτη μέλη εξακολούθησε να είναι βραδύτερη από την προβλεπόμενη. Έως το τέλος του 2019, προτελευταίο έτος της τρέχουσας επταετούς δημοσιονομικής περιόδου, είχε εκταμιευθεί μόλις το 40% (184 δισεκατομμύρια ευρώ) της χρηματοδότησης που είχε εγκριθεί για την περίοδο 2014-2020, ενώ ορισμένα κράτη μέλη είχαν χρησιμοποιήσει λιγότερο από το ένα τρίτο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη διόγκωση των εκκρεμών αναλήψεων υποχρεώσεων, οι οποίες στο τέλος του 2019 ανέρχονταν σε 298 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που ισοδυναμεί με τον προϋπολογισμό σχεδόν δύο ετών. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί πρόσθετες προκλήσεις και κινδύνους, λόγω της ανάγκης να δοθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη περισσότερος χρόνος για απορρόφηση των κονδυλίων κατά τη νέα δημοσιονομική περίοδο.
Δήλωση
«Η αρνητική γνώμη μας σχετικά με τις δαπάνες της ΕΕ για το οικονομικό έτος 2019 αποτελεί υπενθύμιση ότι χρειαζόμαστε σαφείς και απλούς κανόνες για το σύνολο των οικονομικών της ΕΕ, αλλά και αποτελεσματικούς ελέγχους όσον αφορά τον τρόπο διάθεσης των πόρων και την επίτευξη των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων», δήλωσε ο πρόεδρος του ΕΕΣ, Klaus-Heiner Lehne. «Αυτό αποκτά αυξημένη σημασία στο πλαίσιο του σχεδιαζόμενου ταμείου ανάκαμψης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19. Εν μέσω αυτής της κρίσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη έχουν τεράστια ευθύνη για τη χρηστή και αποδοτική διαχείριση των οικονομικών της ΕΕ.»
Ιστορικό
Το 2019 οι πραγματοποιηθείσες δαπάνες ανήλθαν συνολικά σε 159,1 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 2,1% των δημόσιων δαπανών των κρατών μελών και στο 1,0% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος της ΕΕ. Το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων που υποβλήθηκαν σε έλεγχο προερχόταν από τον τομέα «Φυσικοί πόροι» (47%), ενώ το μερίδιο των δαπανών του τομέα «Συνοχή» ήταν 23% και του τομέα «Ανταγωνιστικότητα» 13%. Περί τα δύο τρίτα του προϋπολογισμού δαπανώνται στο πλαίσιο του συστήματος της «επιμερισμένης διαχείρισης», βάσει του οποίου κάθε κράτος μέλος διανέμει τα κονδύλια, επιλέγει έργα και διαχειρίζεται τις ενωσιακές δαπάνες.
Κάθε χρόνο οι ελεγκτές διενεργούν έλεγχο των εσόδων και των δαπανών της ΕΕ, εξετάζοντας κατά πόσον οι ετήσιοι λογαριασμοί είναι αξιόπιστοι, καθώς και κατά πόσον οι πράξεις εσόδων και δαπανών συμμορφώνονται με τους ισχύοντες ενωσιακούς και εθνικούς κανόνες.
Οι λογαριασμοί της ΕΕ καταρτίζονται κατ’ εφαρμογή λογιστικών κανόνων που βασίζονται σε διεθνώς αποδεκτά λογιστικά πρότυπα για τον δημόσιο τομέα, παρουσιάζουν δε την χρηματοοικονομική κατάσταση της ΕΕ στο τέλος του προηγούμενου οικονομικού έτους και τα οικονομικά αποτελέσματά της κατά τη διάρκεια του έτους αυτού. Η χρηματοοικονομική κατάσταση της ΕΕ περιλαμβάνει τα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού των ενοποιημένων οντοτήτων της στο τέλος του οικονομικού έτους.
Η «γνώμη χωρίς επιφύλαξη» σημαίνει ότι τα αριθμητικά στοιχεία απεικονίζουν εύλογα την οικονομική κατάσταση και είναι σύμφωνα με τους κανόνες περί χρηματοοικονομικής πληροφόρησης. Η «γνώμη με επιφύλαξη» σημαίνει ότι οι ελεγκτές αδυνατούν μεν να διατυπώσουν γνώμη χωρίς επιφύλαξη, αλλά τα εντοπισθέντα προβλήματα δεν είναι διάχυτα. Τέλος, η «αρνητική γνώμη» υποδηλώνει την ύπαρξη γενικευμένων προβλημάτων.
Προκειμένου να διατυπώσουν αυτή την ελεγκτική γνώμη, οι ελεγκτές υποβάλλουν σε ελεγκτικές δοκιμασίες δείγματα πράξεων, με σκοπό την εξαγωγή εκτιμήσεων, βάσει στατιστικών μεθόδων, σχετικά με τον βαθμό στον οποίο τα έσοδα και οι επιμέρους τομείς δαπανών περιέχουν σφάλματα. Το εκτιμώμενο επίπεδο σφάλματος συγκρίνεται με το όριο σημαντικότητας του 2%, που έχει οριστεί ως το ποσοστό σφάλματος πάνω από το οποίο παράτυπα έσοδα ή δαπάνες θεωρούνται ουσιώδη. Το ποσοστό αυτό δεν υποδηλώνει το μέγεθος της απάτης, της μη αποδοτικότητας των δαπανών ή της διασπάθισης πόρων: αποτελεί εκτίμηση των ποσών που δεν έπρεπε να καταβληθούν, επειδή δεν χρησιμοποιήθηκαν απολύτως σύμφωνα με τους ενωσιακούς και τους εθνικούς κανόνες.
Υπενθυμίζεται ότιτο ΕΕΣ είναι ο ανεξάρτητος εξωτερικός ελεγκτής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εκθέσεις και οι γνώμες του αποτελούν καθοριστικής σημασίας κρίκο στην αλυσίδα λογοδοσίας εντός της ΕΕ, δεδομένου ότι χρησιμοποιούνται για να υποχρεώνουν σε λογοδοσία τους υπευθύνους για την εκτέλεση των πολιτικών και των προγραμμάτων της ΕΕ: την Επιτροπή, τα λοιπά θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της ΕΕ, καθώς και τις διοικητικές αρχές των κρατών μελών. Το ΕΕΣ προειδοποιεί για τους κινδύνους, παρέχει διασφάλιση, επισημαίνει αδυναμίες και ορθές πρακτικές και παρέχει καθοδήγηση στους φορείς χάραξης πολιτικής και τους νομοθέτες σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της διαχείρισης των πολιτικών και των προγραμμάτων της ΕΕ.
Το πλήρες κείμενο της ετήσιας έκθεσης σχετικά με τον προϋπολογισμό της ΕΕ και της ετήσιας έκθεσης σχετικά με τα Ευρωπαϊκά Ταμεία Ανάπτυξης, καθώς και το συνοπτικό έγγραφο με τίτλο «2019 – Ο έλεγχος της ΕΕ εν συντομία» είναι διαθέσιμα στον ιστότοπο του ΕΕΣ (eca.europa.eu)