Του Γ. Αγγέλη
Η άρνηση της Πολωνίας και της Ουγγαρίας να δώσουν την ψήφο τους στον επταετή Προϋπολογισμό της Ε.Ε. στο πλαίσιο του οποίου έχει “οικοδομηθεί” το Ταμείο Ανάκαμψης έχει προκαλέσει μία χωρίς προηγούμενο “βουβή” ανησυχία στις χώρες της Ευρώπης και ειδικά στις κυβερνήσεις του ευρωπαϊκού νότου, μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας.
Η προϋπόθεση για τη νομοθετική εμπέδωση καθεστώτος ανεξάρτητης δικαιοσύνης και ενημέρωσης που έχει θέσει το Ευρωκοινοβούλιο και η Κομισιόν στην Ουγγαρία και την Πολωνία προκειμένου να απελευθερωθούν οι κοινοτικοί χρηματοδοτικοί πόροι προς αυτές, έχει προκαλέσει την αντίδρασή τους με την μορφή της άρνησης υπερψήφισης του Προϋπολογισμού, ο οποίος απαιτεί ομοφωνία στην Ε.Ε. των 27 χωρών μελών.
Η τελευταία προσπάθεια συμβιβασμού είχε αναληφθεί από την Αγγέλα Μέρκελ ως προέδρου (Γερμανία) στο τρέχον εξάμηνο της Ε.Ε. και για πολλοστή φορά απέτυχε στην τελευταία Σύνοδο να κάμψει την αντίσταση των δύο χωρών. Στην τελευταία Σύνοδο – παρά το γεγονός ότι η αποτυχία συμβιβασμού επιχειρήθηκε να κρατηθεί χαμηλά – το βασικό θέμα ήταν αυτό και οι προσδοκίες για συμβιβασμό ήταν υψηλές λόγω του ότι η Μέρκελ αξιολογείται λόγω ισχύος ότι ήταν η μοναδική ικανή να το πετύχει. Το αποτέλεσμα όμως διέψευσε όλους…
Τώρα η κατάσταση φαίνεται να έχει φτάσει σε αδιέξοδο καθώς η πίεση του χρόνου να δρομολογηθεί ο Προϋπολογισμός και έτσι η εκκίνηση του Ταμείου είναι… ασφυκτική.
Οι οικονομικές πιέσεις σε όλες τις χώρες της Ευρώπης έχουν κορυφωθεί από τις συνέπειες του δεύτερου κύματος της πανδημίας και των αλλεπάλληλων lockdown στις οποίες έχουν υποχρεωθεί.
Η τελευταία ευκαιρία για συμφωνία είναι η Σύνοδος Κορυφής του Δεκεμβρίου στις 10 και 11 του μήνα, στην οποία αν δεν υπάρξει συμφωνία το Ταμείο Ανάκαμψης δεν μπορεί να ξεκινήσει την 1/1/2021…
Η ανησυχία γίνεται πολύ μεγαλύτερη μάλιστα καθώς, παρά τις εξαγγελίες για την ετοιμότητα παραγωγής εμβολίων και την έγκαιρη διάθεσή τους, οι εκτιμήσεις στις Βρυξέλλες είναι ότι η Ευρώπη δεν θα αποφύγει και ένα τρίτο lockdown πιθανώς και πριν από τον Μάρτιο, μετά το εγχείρημα του “ανοίγματος” της οικονομίας τα Χριστούγεννα. Κατά συνέπεια οι ανάγκες ενεργοποίησης του Ταμείου για να στηριχθούν οι οικονομίες είναι “εκ των ων ουκ άνευ”, πράγμα όμως που δεν μπορεί να γίνει όσο ο Προϋπολογισμός στο πλαίσιο του οποίου έχει εναχθεί το Ταμείο, παραμένει αιχμάλωτος της ψήφου των δύο χωρών.
Και η ΕΚΤ έχει επισημάνει ότι ο ρόλος της χωρίς το Ταμείο Ανάκαμψης περιορίζεται καθώς η δημοσιονομική παρέμβαση σε συνδυασμό με την νομισματική μπορούν να πολλαπλασιάσουν την αποτελεσματικότητα της στήριξης της οικονομίας. Διαφορετικά η ΕΚΤ θα πρέπει να ξαναδεί το τι θα κάνει στις 10 Δεκέμβρη στο τελευταίο Συμβούλιο του 2020.
Στην Αθήνα παρολ’ αυτά το οικονομικό επιτελείο “δουλεύει” ώστε να μη υπάρχει η καθυστέρηση και ο κίνδυνος αυτός. Ο λόγος όπως εξηγούν αρμόδια στελέχη του είναι ότι σε κάθε περίπτωση η Ευρώπη δεν μπορεί να κάνει τίποτα χωρίς το Ταμείο αυτό και “σε κάθε περίπτωση με καθυστέρηση ή όχι το Ταμείο είναι μονόδρομος. Εμείς πρέπει να είμαστε έτοιμοι και από τους πρώτους στην λίστα …αναμονής”. Παρόλ’ αυτά η ανησυχία έχει κορυφωθεί ιδιαίτερα μετά την αποτυχία της τελευταίας Συνόδου, αλλά “δεν εξαρτάται πλέον από εμάς. Εμείς πρέπει να είμαστε έγκαιρα έτοιμοι και αυτό κάνουμε…”.