Yπόθεση C-300/19
Ομαδικές απολύσεις – Έννοια της “ομαδικής απόλυσης” – Τρόπος υπολογισμού του αριθμού των απολύσεων – Περίοδος αναφοράς που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 11ης Νοεμβρίου 2020
«Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Ομαδικές απολύσεις – Οδηγία 98/59/ΕΚ – Άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ – Έννοια της “ομαδικής απόλυσης” – Τρόπος υπολογισμού του αριθμού των απολύσεων – Περίοδος αναφοράς που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη»
Στην υπόθεση C‑300/19,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Juzgado de lo Social n° 3 de Barcelona (πρωτοβάθμιο δικαστήριο εργατικών διαφορών αριθ. 3 της Βαρκελώνης, Ισπανία) με απόφαση της 25ης Μαρτίου 2019, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 12 Απριλίου 2019, στο πλαίσιο της δίκης
UQ
κατά
Marclean Technologies SLU,
παρισταμένων των:
Ministerio Fiscal,
Fondo de Garantía Salarial,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),
συγκείμενο από τους J.-C. Bonichot, πρόεδρο τμήματος, L. Bay Larsen, C. Toader, M. Safjan (εισηγητή) και N. Jääskinen, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: M. Bobek
γραμματέας: A. Calot Escobar
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον B.‑R. Killmann και την S. Pardo Quintillán,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου 2020,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις (ΕΕ 1998, L 225, σ. 16).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ UQ και Marclean Technologies SLU με αντικείμενο τη νομιμότητα της ατομικής της απόλυσης.
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 Οι αιτιολογικές σκέψεις 2 έως 4, 7 και 8 της οδηγίας 98/59 έχουν ως εξής:
«(2) [εκτιμώντας] ότι επιβάλλεται η ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων σε περίπτωση ομαδικών απολύσεων, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης ισόρροπης οικονομικής και κοινωνικής αναπτύξεως εντός της Κοινότητας·
(3) ότι, παρά τη συγκλίνουσα εξέλιξη, εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές μεταξύ των διατάξεων που ισχύουν στα κράτη μέλη της Κοινότητας, όσον αφορά τους όρους και τη διαδικασία των ομαδικών απολύσεων, καθώς και τα μέτρα που είναι πρόσφορα για την άμβλυνση των συνεπειών εκ των απολύσεων αυτών για τους εργαζομένους·
(4) ότι οι διαφορές αυτές δύνανται να έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία της [εσωτερικής] αγοράς·
[…]
(7) ότι είναι, κατά συνέπεια, αναγκαίο να προωθηθεί η προσέγγιση αυτή με στόχο την πρόοδο κατά την έννοια του άρθρου 117 της συνθήκης [ΕΚ]·
(8) ότι, για τον υπολογισμό του αριθμού των απολύσεων που προβλέπεται στον ορισμό των ομαδικών απολύσεων κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, πρέπει να εξομοιώνονται προς τις απολύσεις και άλλες μορφές λήξης της σύμβασης εργασίας που πραγματοποιούνται με πρωτοβουλία του εργοδότη, εφόσον οι απολύσεις είναι τουλάχιστον πέντε».
4 Το τμήμα I της ως άνω οδηγίας, που φέρει τον τίτλο «Ορισμοί και πεδίο εφαρμογής», αποτελείται από το άρθρο της 1, του οποίου η παράγραφος 1 ορίζει τα εξής:
«Για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας:
α) Ως “ομαδικές απολύσεις” νοούνται οι απολύσεις που πραγματοποιούνται από έναν εργοδότη για ένα ή περισσότερους λόγους, οι οποίοι δεν έχουν σχέση με το πρόσωπο των εργαζομένων, εφ’ όσον ο αριθμός των απολύσεων ανέρχεται, ανάλογα με την επιλογή των κρατών μελών:
i) είτε για περίοδο 30 ημερών:
– τουλάχιστον σε 10, σε επιχειρήσεις που απασχολούν συνήθως περισσότερους από 20 και λιγότερους από 100 εργαζόμενους,
– τουλάχιστον σε 10 % του αριθμού των εργαζομένων, σε επιχειρήσεις που απασχολούν συνήθως τουλάχιστον 100 και λιγότερους από 300 εργαζόμενους,
– τουλάχιστον σε 30, σε επιχειρήσεις που απασχολούν συνήθως τουλάχιστον 300 εργαζομένους,
ii) είτε για περίοδο 90 ημερών, τουλάχιστον σε 20, ανεξάρτητα από τον αριθμό των συνήθως απασχολουμένων στις επιχειρήσεις αυτές·
[…]
Για τον υπολογισμό του αριθμού των απολύσεων που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο, στοιχείο α), προς τις απολύσεις εξομοιώνονται όλες οι λήξεις της σύμβασης εργασίας που γίνονται με πρωτοβουλία του εργοδότη για έναν ή περισσότερους λόγους, οι οποίοι δεν έχουν σχέση με το πρόσωπο των εργαζομένων, υπό τον όρο ότι οι απολύσεις είναι τουλάχιστον πέντε.»
Το ισπανικό δίκαιο
5 Το κείμενο του Estatuto de los Trabajadores (Εργατικού Κώδικα) προέκυψε από το Real Decreto Legislativo 2/2015, por el que se aprueba el texto refundido de la Ley del Estatuto de los Trabajadores (βασιλικό νομοθετικό διάταγμα 2/2015, περί εγκρίσεως του ενοποιημένου κειμένου του νόμου για τον Εργατικό Κώδικα), της 23ης Οκτωβρίου 2015 (BOE αριθ. 255 της 24ης Οκτωβρίου 2015, σ. 100224). Το άρθρο 51 του εν λόγω κώδικα, που φέρει τον τίτλο «Ομαδική απόλυση», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:
«Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ως “ομαδική απόλυση” νοείται η λύση συμβάσεων εργασίας για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους ή για λόγους σχετικούς με την οργάνωση ή την παραγωγή, όταν, εντός περιόδου 90 ημερών, αφορά τουλάχιστον:
a) 10 εργαζομένους, σε επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 100 εργαζομένους·
b) το 10 % του αριθμού των εργαζομένων, σε επιχειρήσεις που απασχολούν από 100 έως 300 εργαζομένους·
c) 30 εργαζομένους, σε επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερους από 300 εργαζομένους.
[…]
Για τον υπολογισμό του αριθμού των λύσεων συμβάσεων εργασίας στον οποίο αναφέρεται το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, λαμβάνονται υπόψη επίσης όσες συμβάσεις λύθηκαν κατά την περίοδο αναφοράς με πρωτοβουλία του εργοδότη για άλλους λόγους που δεν έχουν σχέση με το πρόσωπο του εργαζομένου και είναι διαφορετικοί από τους λόγους που προβλέπει το άρθρο 49, παράγραφος 1, στοιχείο c, του παρόντος νόμου, υπό την προϋπόθεση ότι ο αριθμός των λύσεων αυτών είναι τουλάχιστον πέντε.
Όταν, σε διαδοχικές περιόδους ενενήντα ημερών και με σκοπό την καταστρατήγηση των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η επιχείρηση προβαίνει, δυνάμει του άρθρου 52, στοιχείο c, του παρόντος νόμου, σε λύσεις συμβάσεων που δεν υπερβαίνουν τα ως άνω κατώτατα όρια, χωρίς να συντρέχουν νέοι λόγοι που δικαιολογούν τέτοια ενέργεια, οι νέες αυτές λύσεις θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκαν κατά καταστρατήγηση του νόμου και θα κηρύσσονται άκυρες και ανίσχυρες.»
6 Το άρθρο 122 του Ley 36/2011, reguladora de la jurisdicción social (νόμου 36/2011 περί των δικαστηρίων εργατικών διαφορών), της 10ης Οκτωβρίου 2011 (BOE αριθ. 245 της 11ης Οκτωβρίου 2011, σ. 106584), που φέρει τον τίτλο «Χαρακτηρισμός της λύσης της σύμβασης», προβλέπει τα εξής:
«1. Η απόφαση με την οποία λύεται η σύμβαση εργασίας κρίνεται μη καταχρηστική εφόσον ο εργοδότης, αφού τηρήσει τις απαιτούμενες διατυπώσεις, αποδείξει ότι συντρέχει ο νόμιμος λόγος που αναγράφεται στη γραπτή κοινοποίηση. Αν δεν αποδείξει τούτο, η απόφαση αυτή κρίνεται καταχρηστική.
2. Η απόφαση με την οποία λύεται η σύμβαση εργασίας είναι άκυρη:
[…]
b) όταν έχει ληφθεί κατά καταστρατήγηση του νόμου διά παρακάμψεως των διατάξεων για τις ομαδικές απολύσεις, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 51, παράγραφος 1, τελευταίο εδάφιο [του Εργατικού Κώδικα].
[…]»
Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
7 Στις 31 Οκτωβρίου 2016 η UQ άρχισε να εργάζεται στη Marclean Technologies ως ελέγκτρια ποιότητας. Όπως και όλοι οι άλλοι εργαζόμενοι της επιχειρήσεως αυτής, απασχολήθηκε στις εγκαταστάσεις του Sandhar Group, όπου εκτελούσε εργασίες ελέγχου των εξαρτημάτων που κατασκεύαζε η εταιρία αυτή.
8 Στις 28 Μαΐου 2018 η UQ δηλώθηκε ως προσωρινώς ανίκανη προς εργασία.
9 Στις 31 Μαΐου 2018 η Marclean Technologies κοινοποίησε στην UQ απόφαση περί απολύσεώς της. Κατά την ημερομηνία της εν λόγω απολύσεως, η Marclean Technologies αναγνώρισε ότι αυτή ήταν καταχρηστική και κατέβαλε εν συνεχεία στην UQ την αποζημίωση η οποία, κατά την άποψη της εν λόγω εταιρίας, οφείλεται σε περίπτωση που η απόλυση κρίνεται καταχρηστική από τα δικαστήρια.
10 Στις 11 Ιουνίου 2018 η UQ άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου Juzgado de lo Social n° 3 de Barcelona (πρωτοβάθμιου δικαστηρίου εργατικών διαφορών αριθ. 3 της Βαρκελώνης, Ισπανία) αγωγή κατά της απολύσεώς της, ζητώντας να κηρυχθεί αυτή άκυρη ή, επικουρικώς, καταχρηστική.
11 Μεταξύ 31ης Μαΐου και 14ης Αυγούστου 2018, επτά άτομα έπαυσαν να εργάζονται για τη Marclean Technologies. Τέσσερα από τα άτομα αυτά έπαυσαν να εργάζονται για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνονταν τα ίδια, δύο έπαυσαν να εργάζονται αυτοβούλως και ως προς ένα άτομο έληξε η σύμβασή του εργασίας ορισμένου χρόνου.
12 Στις 15 Αυγούστου 2018 29 άλλοι εργαζόμενοι της Marclean Technologies έπαυσαν να εργάζονται για την εταιρία αυτή. Κατά την ίδια ημερομηνία η Marclean Technologies έπαυσε πλήρως τις δραστηριότητές της. Στις 16 Αυγούστου 2018 οι ως άνω 29 εργαζόμενοι άρχισαν να εργάζονται για τη Risk Steward SL.
13 Ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, η Marclean Technologies προσκόμισε έγγραφα κατά τα οποία οι εν λόγω 29 εργαζόμενοι είχαν υποβάλει οικειοθελώς τις παραιτήσεις τους, με ημερομηνία 26 Ιουλίου 2018, οι οποίες ίσχυαν από 15 Αυγούστου 2018.
14 Η UQ υποστήριξε ότι, εφόσον οι παραιτήσεις αυτές συνέπιπταν χρονικώς και εφόσον με τον τρόπο αυτό οι οικείοι εργαζόμενοι δεν εδικαιούντο παροχές ανεργίας, η κατάσταση αυτή συνιστούσε, στην πραγματικότητα, συγκεκαλυμμένη ομαδική απόλυση. Επομένως, η απόλυσή της πρέπει να θεωρηθεί άκυρη, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 122, παράγραφος 2, του νόμου 36/2011, περί των δικαστηρίων εργατικών διαφορών.
15 Η Marclean Technologies αντέτεινε ότι η απόλυση της UQ οφειλόταν όχι μόνο σε μείωση της δραστηριότητας της εταιρίας αυτής, αλλά και σε παραβάσεις της συμβάσεως εργασίας για τις οποίες ευθυνόταν η ως άνω εργαζόμενη καθώς και άλλα μέλη του προσωπικού, τα οποία επίσης απολύθηκαν.
16 Με διάταξη της 6ης Φεβρουαρίου 2019, το αιτούν δικαστήριο διαπίστωσε ότι είχαν απολυθεί 30 έως 35 εργαζόμενοι, γεγονός που, κατά το δικαστήριο αυτό, μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «ομαδική απόλυση», κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59. Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η ρύθμιση για τη μεταφορά της ως άνω οδηγίας στο ισπανικό δίκαιο κάνει λόγο για περίοδο 90 ημερών. Συναφώς, διευκρινίζει ότι δεν διερωτάται ως προς το ζήτημα αν η ισπανική ρύθμιση είναι, ως προς το θέμα αυτό, ευνοϊκότερη από την εν λόγω οδηγία.
17 Το εν λόγω δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς τον καθορισμό της περιόδου αναφοράς των 30 ή 90 ημερών που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη προκειμένου να θεωρηθεί ότι οι λύσεις συμβάσεων εργασίας συνιστούν «ομαδική απόλυση», κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59. Επισημαίνει ότι, όσον αφορά τη Marclean Technologies, θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη, για τον υπολογισμό του αριθμού των απολύσεων κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, σημείο ii, της ως άνω οδηγίας, 35 λύσεις συμβάσεων εργασίας κατά τις 90 ημέρες που ακολούθησαν την ημερομηνία απόλυσης της UQ.
18 Πλην όμως το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει ότι το Tribunal Supremo (Ανώτατο Δικαστήριο, Ισπανία), στο πλαίσιο της ερμηνείας του άρθρου 51, παράγραφος 1, του Εργατικού Κώδικα, έκρινε ότι η προβλεπόμενη στη διάταξη αυτή περίοδος 90 ημερών πρέπει να υπολογίζεται αποκλειστικώς βάσει της περιόδου που προηγείται της ημερομηνίας της επίμαχης απολύσεως.
19 Εξάλλου, το άρθρο 51, παράγραφος 1, τελευταίο εδάφιο, του Εργατικού Κώδικα επιτρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι μεταγενέστερες της επίμαχης απολύσεως λύσεις συμβάσεων εργασίας, αλλά μόνο σε περίπτωση δόλιας ενέργειας του εργοδότη. Η διάταξη αυτή αποσκοπεί επομένως στην καταπολέμηση των δολίων συμπεριφορών που συνίστανται στην «αραίωση» των απολύσεων ούτως ώστε να αποφευχθεί η διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εργαζομένων και η συμμετοχή των εκπροσώπων αυτών.
20 Κατά το αιτούν δικαστήριο, ο σκοπός που συνίσταται στη διαβούλευση και τη συμμετοχή θα μπορούσε να επιτευχθεί κατά τρόπο πληρέστερο αν ελαμβάνετο υπόψη η περίοδος αναφοράς τόσο πριν όσο και μετά την απόλυση του οικείου εργαζομένου, πράγμα που θα παρείχε στον εργαζόμενο αυτό τη δυνατότητα να επικαλεστεί άλλες ατομικές απολύσεις τις οποίες ενδεχομένως αγνοούσε κατά τη στιγμή της δικής του απόλυσης, αλλά οι οποίες, εν συνεχεία, προστιθέμενες στην απόλυσή του, συμπληρώνουν τον αριθμό που απαιτείται για να διαπιστωθεί η ύπαρξη ομαδικής απόλυσης κατά την έννοια της οδηγίας 98/59.
21 Προς τούτο, κατά το αιτούν δικαστήριο, το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της ως άνω οδηγίας πρέπει να ερμηνεύεται αυτοτελώς. Τίποτε δεν εμποδίζει να ληφθεί υπόψη η προβλεπόμενη στη διάταξη αυτή περίοδος αναφοράς σε όλη της την έκταση, δηλαδή για τις λύσεις συμβάσεων εργασίας που προηγούνται ή έπονται της ατομικής απόλυσης που αποτελεί αντικείμενο της δίκης, και κατά συνέπεια η περίοδος αναφοράς μπορεί ακόμη και να υπολογιστεί εν μέρει πριν και εν μέρει μετά την εν λόγω απόλυση.
22 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Juzgado de lo Social n° 3 de Barcelona (πρωτοβάθμιο δικαστήριο εργατικών διαφορών αριθ. 3 της Βαρκελώνης) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, σημεία i και ii, της [οδηγίας 98/59] την έννοια ότι η περίοδος αναφοράς των 30 ή 90 ημερών που ορίζεται για να εκτιμηθεί η ύπαρξη ομαδικής απόλυσης πρέπει να υπολογίζεται πάντα πριν από την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε χώρα η επίδικη ατομική απόλυση;
2) Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, σημεία i και ii, της [οδηγίας 98/59] την έννοια ότι η περίοδος αναφοράς των 30 ή 90 ημερών που ορίζεται για να εκτιμηθεί η ύπαρξη ομαδικής απόλυσης μπορεί να υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε χώρα η επίδικη ατομική απόλυση και εφεξής, χωρίς να απαιτείται να κριθεί ότι οι εν λόγω μεταγενέστερες λύσεις συμβάσεων εργασίας υπήρξαν αποτέλεσμα δόλιας ενέργειας;
3) Επιδέχονται οι περίοδοι αναφοράς του άρθρου 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, σημεία i και ii, της [οδηγίας 98/59] ερμηνεία κατά την οποία επιτρέπουν να λαμβάνονται υπόψη οι απολύσεις ή οι λύσεις σχέσεων εργασίας που έλαβαν χώρα εντός 30 ή 90 ημερών, εφόσον η επίδικη απόλυση πραγματοποιήθηκε εντός των εν λόγω περιόδων;»
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
23 Με τα ερωτήματά του, τα οποία πρέπει να συνεξεταστούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, προκειμένου να εκτιμηθεί αν ατομική απόλυση της οποίας αμφισβητείται το κύρος αποτελεί μέρος ομαδικής απόλυσης, η κατά τη διάταξη αυτή περίοδος αναφοράς των 30 ή 90 ημερών πρέπει να υπολογίζεται λαμβανομένης υπόψη είτε αποκλειστικώς μιας περιόδου πριν από την ατομική αυτή απόλυση είτε και μιας περιόδου που έπεται της εν λόγω απόλυσης, όχι μόνο σε περίπτωση δόλιας ενέργειας αλλά και χωρίς τέτοια ενέργεια, είτε οποιασδήποτε περιόδου 30 ή 90 ημερών κατά τη διάρκεια της οποίας έχει λάβει χώρα η εν λόγω ατομική απόλυση.
24 Το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59 προβλέπει ότι με τον όρο «ομαδική απόλυση» νοούνται οι απολύσεις στις οποίες προβαίνει ο εργοδότης για έναν ή περισσότερους λόγους, οι οποίοι δεν συνδέονται με το πρόσωπο των εργαζομένων, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις ποσοτικής και χρονικής φύσεως (αποφάσεις της 10ης Δεκεμβρίου 2009, Rodríguez Mayor κ.λπ., C‑323/08, EU:C:2009:770, σκέψη 35, καθώς και της 22ας Φεβρουαρίου 2018, Porras Guisado, C‑103/16, EU:C:2018:99, σκέψη 42).
25 Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ο Ισπανός νομοθέτης επέλεξε περίοδο αναφοράς 90 ημερών. Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, σημείο ii, της οδηγίας 98/59, για να θεωρηθεί ότι υφίσταται ομαδική απόλυση κατά την έννοια της οδηγίας αυτής, ο αριθμός των απολύσεων πρέπει, για μια τέτοια περίοδο αναφοράς, να ανέρχεται τουλάχιστον σε 20, ανεξάρτητα από τον αριθμό των συνήθως απασχολουμένων στις οικείες επιχειρήσεις.
26 Πρέπει να εξεταστεί με ποιον τρόπο η περίοδος αναφοράς που προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία πρέπει να ληφθεί υπόψη από χρονικής απόψεως.
27 Συναφώς, για τον υπολογισμό των κατώτατων ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, σημεία i και ii, της οδηγίας 98/59, υπενθυμίζεται ότι η οδηγία αυτή δεν πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο τρόπος υπολογισμού των κατωτάτων ορίων, και συνεπώς τα ίδια τα κατώτατα όρια, επαφίενται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών, καθόσον η ερμηνεία αυτή θα παρείχε στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να μεταβάλουν το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας και, επομένως, να περιορίσουν την αποτελεσματικότητά της (αποφάσεις της 18ης Ιανουαρίου 2007, Confédération générale du travail κ.λπ., C‑385/05, EU:C:2007:37, σκέψη 47, καθώς και της 11ης Νοεμβρίου 2015, Pujante Rivera, C‑422/14, EU:C:2015:743, σκέψη 31).
28 Στα ερωτήματά του, το αιτούν δικαστήριο κάνει λόγο για τρεις πιθανές μεθόδους βάσει των οποίων μπορεί να κριθεί αν έχει συμπληρωθεί ο αριθμός των απολύσεων που απαιτείται κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59. Αναφέρει, πρώτον, δύο μεθόδους οι οποίες, σε περίπτωση που αμφισβητείται το κύρος ατομικής απόλυσης, συνίστανται στον υπολογισμό της περιόδου αναφοράς είτε λαμβανομένης υπόψη αποκλειστικώς της περιόδου πριν από την ατομική αυτή απόλυση είτε λαμβανομένης υπόψη και της περιόδου που έπεται της εν λόγω απόλυσης, σε περίπτωση δόλιας ενέργειας. Δεύτερον, κατά την τρίτη μέθοδο στην οποία αναφέρεται το δικαστήριο αυτό, η περίοδος αναφοράς συνίσταται σε οποιαδήποτε περίοδο 30 ή 90 ημερών κατά τη διάρκεια της οποίας έχει λάβει χώρα η επίμαχη ατομική απόλυση, αδιακρίτως του αν η περίοδος αυτή είναι προγενέστερη, μεταγενέστερη ή εν μέρει προγενέστερη ή μεταγενέστερη της ατομικής αυτής απόλυσης.
29 Διαπιστώνεται όμως ότι ούτε η πρώτη ούτε η δεύτερη μέθοδος τις οποίες εκθέτει το αιτούν δικαστήριο είναι σύμφωνες με την οδηγία 98/59.
30 Ειδικότερα, αφενός, το ίδιο το γράμμα του άρθρου 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της ως άνω οδηγίας δεν περιέχει καμία αναφορά σε χρονικό περιορισμό που να παραπέμπει αποκλειστικώς στο χρονικό διάστημα πριν ή μετά την επίμαχη ατομική απόλυση για τον υπολογισμό του αριθμού των απολύσεων.
31 Αφετέρου και πρωτίστως, η εφαρμογή των δύο πρώτων μεθόδων που εκθέτει το αιτούν δικαστήριο θα μπορούσε να θίξει τον σκοπό της οδηγίας 98/59 ο οποίος συνίσταται, όπως προκύπτει από την αιτιολογική της σκέψη 2, ιδίως στην ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων σε περίπτωση ομαδικών απολύσεων.
32 Ειδικότερα, το να περιορίζεται η περίοδος αναφοράς είτε αποκλειστικώς στην περίοδο που προηγείται της επίμαχης ατομικής απόλυσης είτε και στην περίοδο μετά την εν λόγω απόλυση, σε περίπτωση δόλιας ενέργειας, θα μπορούσε να περιστείλει τα δικαιώματα των οικείων εργαζομένων, καθόσον οι ως άνω δύο μέθοδοι θα εμπόδιζαν να ληφθούν υπόψη απολύσεις που πραγματοποιήθηκαν εντός περιόδου 30 ή 90 ημερών, αλλά εκτός της προγενέστερης αυτής ή της μεταγενέστερης περιόδου, έστω και αν ο συνολικός αριθμός των απολύσεων υπερέβη τον αριθμό που απαιτείται από το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59.
33 Αντιστρόφως, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 32 των προτάσεών του, από την οικονομία και τον σκοπό της εν λόγω οδηγίας προκύπτει ότι αυτή επιβάλλει την υποχρέωση να είναι μια τέτοια περίοδος συνεχής.
34 Όσον αφορά την τρίτη μέθοδο που εκθέτει το αιτούν δικαστήριο, κατά την οποία η περίοδος αναφοράς συνίσταται σε οποιαδήποτε περίοδο 30 ή 90 ημερών κατά τη διάρκεια της οποίας έχει λάβει χώρα η επίμαχη ατομική απόλυση, διαπιστώνεται ότι η μέθοδος αυτή παρίσταται ως η μόνη μέθοδος που συνάδει προς τον σκοπό της ως άνω οδηγίας, όπως αυτός υπενθυμίζεται στη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως, και προς τον σεβασμό της πρακτικής της αποτελεσματικότητας.
35 Η πλήρης αποτελεσματικότητα της εν λόγω οδηγίας θα περιοριζόταν, αντιθέτως προς τον σκοπό που επιδιώκει, αν αυτή ερμηνευόταν υπό την έννοια ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν μπορούν να λαμβάνουν υπόψη απολύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν ή μετά την ημερομηνία της επίμαχης ατομικής απόλυσης προκειμένου να διαπιστώσουν την ύπαρξη ή μη ομαδικής απόλυσης, κατά την έννοια της εν λόγω οδηγίας.
36 Κατά συνέπεια, όπως επισήμανε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις γραπτές παρατηρήσεις της, πρέπει να εξεταστεί η περίοδος η οποία καλύπτει την επίμαχη ατομική απόλυση και κατά την οποία έχει σημειωθεί ο μεγαλύτερος αριθμός απολύσεων στις οποίες προέβη ο εργοδότης για έναν ή περισσότερους λόγους μη συνδεόμενους με το πρόσωπο των εργαζομένων, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59.
37 Βάσει των ανωτέρω σκέψεων, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, προκειμένου να εκτιμηθεί αν ατομική απόλυση της οποίας αμφισβητείται το κύρος αποτελεί μέρος ομαδικής απόλυσης, η περίοδος αναφοράς που προβλέπεται στη διάταξη αυτή προκειμένου να κριθεί αν υπάρχει ομαδική απόλυση πρέπει να υπολογίζεται λαμβανομένης υπόψη οποιασδήποτε περιόδου 30 ή 90 συναπτών ημερών κατά τη διάρκεια της οποίας, αφενός, έχει λάβει χώρα η ως άνω ατομική απόλυση και, αφετέρου, έχει σημειωθεί ο μεγαλύτερος αριθμός απολύσεων στις οποίες προέβη ο εργοδότης για έναν ή περισσότερους λόγους μη συνδεόμενους με το πρόσωπο του εργαζομένου, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως.
Επί των δικαστικών εξόδων
38 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:
Το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, προκειμένου να εκτιμηθεί αν ατομική απόλυση της οποίας αμφισβητείται το κύρος αποτελεί μέρος ομαδικής απόλυσης, η περίοδος αναφοράς που προβλέπεται στη διάταξη αυτή προκειμένου να κριθεί αν υπάρχει ομαδική απόλυση πρέπει να υπολογίζεται λαμβανομένης υπόψη οποιασδήποτε περιόδου 30 ή 90 συναπτών ημερών κατά τη διάρκεια της οποίας, αφενός, έχει λάβει χώρα η ως άνω ατομική απόλυση και, αφετέρου, έχει σημειωθεί ο μεγαλύτερος αριθμός απολύσεων στις οποίες προέβη ο εργοδότης για έναν ή περισσότερους λόγους μη συνδεόμενους με το πρόσωπο του εργαζομένου, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως.