Το συνολικό ύψος των απαιτήσεων που διαγράφονται δεν μπορεί να υπερβαίνει, ανά φορολογικό έτος, ποσοστό 5% επί του συνόλου των απαιτήσεων στο τέλος της χρήσης
Οδηγίες για τη δυνατότητα διαγραφής για φορολογικούς σκοπούς επισφαλών απαιτήσεων έως 300 ευρώ ανά αντισυμβαλλόμενο ακόμη και στην περίπτωση που δεν έχουν αναληφθεί οι απαραίτητες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης, παρέχει εγκύκλιος της ΑΑΔΕ.
Όπως αποσαφηνίζει, το συνολικό ύψος των απαιτήσεων που διαγράφονται δεν μπορεί να υπερβαίνει, ανά φορολογικό έτος, ποσοστό 5% επί του συνόλου των απαιτήσεων στο τέλος της χρήσης. Παράλληλα, παρέχεται η δυνατότητα διαγραφής για φορολογικούς σκοπούς των απαιτήσεων που διαγράφονται στο πλαίσιο αμοιβαίας συμφωνίας ή δικαστικού συμβιβασμού, ανεξαρτήτως του αν έχει σχηματισθεί σχετική πρόβλεψη και χωρίς να απαιτείται να έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης.
Επομένως, σε περίπτωση απαιτήσεων κατά οφειλετών αξίας μέχρι 300 ευρώ για τις οποίες δεν είχε σχηματισθεί πρόβλεψη επισφαλούς απαίτησης, οι επιχειρήσεις μπορούν να διαγράψουν οριστικά την απαίτηση αυτή, υπό τις πιο πάνω προϋποθέσεις και να εκπέσουν το σχετικό ποσό από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους εντός του οποίου γίνεται η διαγραφή.
Για παράδειγμα, ανώνυμη εταιρεία εμφανίζει σύνολο απαιτήσεων στο τέλος του φορολογικού έτους 100.000 ευρώ. Το σύνολο των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων αξίας με ΦΠΑ μέχρι 300 ευρώ ανά αντισυμβαλλόμενο ανέρχεται σε 10.000 ευρώ. Από το ποσό των απαιτήσεων ύψους 100.000 ευρώ η εν λόγω εταιρεία δύναται να διαγράψει, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της περίπτ. Β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 26, συνολικό ποσό απαιτήσεων ύψους 5.000 ευρώ (100.000 ευρώ Χ 5%=5.000 ευρώ) καθόσον το συνολικό ποσό των απαιτήσεων μικρής αξίας που διαγράφονται, δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά φορολογικό έτος ποσοστό 5% του συνόλου των απαιτήσεων στο τέλος του έτους, συμπεριλαμβανομένων και των προς διαγραφή απαιτήσεων.