Ήχθη και πάλι ενώπιον του ΣτΕ η υπόθεση νομιμότητας της υπουργικής απόφασης με την οποία είχαν απαγορευθεί οι ομαδικές απολύσεις σε εργοστάσιο της ΑΓΕΤ Ηρακλής.
ατά τον ν. 1387/1983.
Ακόμη όμως και αν κατά τη νέα συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο είχαν λυθεί όλες οι συμβάσεις εργασίας, η «ΑΓΕΤ Ηρακλής» διατηρούσε ηθικό έννομο συμφέρον για την ακύρωση της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως.
Το Δ.Ε.Ε., απαντώντας στα ερωτήματα του ΣτΕ με την από 21.12.2016 απόφασή του (ΕΕργΔ 2017, 585), έκρινε ότι, κατ’ αρχήν, ένα ρυθμιστικό πλαίσιο προϋποθέσεων πραγματοποιήσεως ομαδικών απολύσεων δεν αποκλείεται να ικανοποιεί τις επιταγές της αρχής της αναλογικότητας και να είναι συμβατό με το άρθρο 49 της Σ.Λ.Ε.Ε., που κατοχυρώνει την ελευθερία εγκαταστάσεως.
Ωστόσο, εξετάζοντας τα κριτήρια επί τη βάσει των οποίων ασκείται ο διοικητικός έλεγχος των ομαδικών απολύσεων δυνάμει του άρθρου 5 παρ. 3ν. 1387/1983, το Δ.Ε.Ε. έκρινε, ως προς μεν το κριτήριο του συμφέροντος της εθνικής οικονομίας ότι κατατείνει στην επίτευξη σκοπού οικονομικής φύσεως και γι’ αυτό δεν δικαιολογεί περιορισμό θεμελιώδους ελευθερίας κατοχυρωμένης από τη Σ.Λ.Ε.Ε., ως προς δε τα άλλα δύο κριτήρια, των συνθηκών της αγοράς εργασίας και της καταστάσεως της επιχειρήσεως, ότι είναι διατυπωμένα «κατά τρόπο υπέρμετρα γενικό και ασαφή».
Τέλος, το Δ.Ε.Ε. έκρινε ότι η οξεία οικονομική κρίση και το ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό ανεργίας δεν είναι λόγοι ικανοί να δικαιολογήσουν περιορισμό της ελευθερίας εγκαταστάσεως που κατοχυρώνει το άρθρο 49 Σ.Λ.Ε.Ε.
Έτσι, το Δ.Ε.Ε. απεφάνθη ότι «το άρθρο 49 Σ.Λ.Ε.Ε. αντιτίθεται σε εθνική νομοθετική ρύθμιση» όπως αυτή του άρθρου 5 παρ. 3 του ν. 1387/1983.
Κρίση του ΣτΕ ότι, συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθεί η προσβληθείσα υπουργική απόφαση.
Σημ.: Ήδη, σε συμμόρφωση με την ανωτέρω απόφαση του Δ.Ε.Ε., με το άρθρο 17 του ν. 4472/2017 (ΕΕργΔ 2017, 712 επ., 718-719) επήλθαν τροποποιήσεις στον ν. 1387/1983 ώστε αυτός να καταστεί συμβατός με το ενωσιακό δίκαιο (απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας, Επιθεώρησις Εργατικού Δικαίου 2020, σ. 922 επ.