ΑΡΙΘΜΟΣ 46/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Ανόρυξη κοντά στα θεμέλια του γείτονα.
– Κατά το άρθρο 1007 ΑΚ, δεν επιτρέπεται να ανασκάπτεται το ακίνητο σε τέτοιο βάθος, ώστε το έδαφος του γειτονικού ακινήτου να στερηθεί το απαιτούμενο έρεισμα, εκτός αν έχει ληφθεί πρόνοια να στερεωθεί αρκετά το έδαφος με άλλον τρόπο. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι ο κύριος οποιουδήποτε ακινήτου δεν μπορεί να προβαίνει στο ακίνητο του σε εργασίες, οι οποίες, έστω και αν εκτελούνται ύστερα από άδεια της αρχής, λόγω του βάθους τους, θέτουν σε κίνδυνο (διαρκή ή προσωρινό) κατάρρευσης το γειτονικό ακίνητο. Στερείται δε έννομης συνέπειας το γεγονός ότι, ενδεχομένως, η γειτονική οικοδομή, που κινδυνεύει, δεν είχε ανεγερθεί κατά τους κανόνες της τέχνης. Τούτο μπορεί να αποτελέσει βάση ενστάσεως, κατ’ άρθρο 300 Α.Κ., για τη θεμελίωση οικείου πταίσματος του κυρίου της ελαττωματικής οικοδομής. Σε κάθε περίπτωση, η υποχρέωση πρόνοιας για επαρκή στερέωση του γειτονικού ακινήτου, επιβάλλει σ’ εκείνον, που ενεργεί την ανόρυξη, να λάβει όλα τα αναγκαία και δυνατά προφυλακτικά μέτρα σε σχέση με την συγκεκριμένη κατάσταση του γειτονικού ακινήτου, ακόμη και αν η υφιστάμενη σ’ αυτό οικοδομή είναι ελαττωματική, σε αντίθετη δε περίπτωση παραβαίνει τον ως άνω κανόνα του άρθρου 1007 του Α.Κ. Ο σχετικός δε περί λήψεως των αναγκαίων μέτρων ισχυρισμός του εναγομένου αποτελεί ένσταση στην εκ του ως άνω άρθρου ασκουμένη αξίωση του ενάγοντος. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1108 παρ. 1 ΑΚ, αν η κυριότητα προσβάλλεται με άλλον τρόπο εκτός από αφαίρεση ή κατακράτηση του πράγματος, ο κύριος δικαιούται να απαιτήσει από εκείνον που προσέβαλε την κυριότητα να άρει την προσβολή και να την παραλείπει στο μέλλον. Δεν αποκλείεται περαιτέρω αξίωση αποζημίωσης κατά τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι στον κύριο του ακινήτου, το οποίο υπέστη βλάβη λόγω εκσκαφής στο γειτονικό ακίνητο, παρέχεται αξίωση αποζημίωσης, η οποία γεννάται, κατά την 914 ΑΚ στην περίπτωση υπαίτιας παράβασης της απαγόρευσης που καθιερώνεται με το άρθρο 1007 ΑΚ. Η σχετική αγωγή του άρθρου 914 ΑΚ μπορεί να ασκηθεί όχι μόνο κατά του ιδιοκτήτη αλλά και κατά του εργολάβου ή του επιβλέποντος μηχανικού και έχει ως αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας του ενάγοντος, που οφείλεται στο ότι το ακίνητό του αποστερήθηκε το απαιτούμενο έρεισμα του εδάφους. Σχετική με την παραπάνω διάταξη του άρθρου 1007 ΑΚ είναι και η διάταξη του άρθρου 4 του π.δ/τος 1073 της 12/16-9-1981 “περί μέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεση εργασιών σε εργοτάξια οικοδομών και πάσης φύσεως έργων αρμοδιότητος πολιτικού μηχανικού”, η οποία ορίζει ότι “Δια την αντιστήριξιν ομόρων κτιρίων επιβάλλεται μεθοδική και τεχνική υποθεμελίωσις των εις την απαιτουμένην έκτασιν και εις τα απαιτούμενα βάθη. Μεταξύ των καταλλήλων προς τούτο μεθόδων αναφέρεται ή τμηματική αντιστήριξις δια ντουλαπιών εις καταλλήλους αποστάσεις ή και η κατασκευή αερογεφυρών αντιστηρίξεως, η καθολική αγκύρωσις του μετά ή άνευ κατακόρυφων στοιχείων …”, το άρθρο 93 του ΓΟΚ, σύμφωνα με το οποίο κατά την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών επιβάλλεται η λήψη μέτρων τόσο για την προστασία του κοινού όσο και των ομόρων ιδιοκτησιών με αντιστήριξή τους ή υποθεμελίωσή τους κατά τον απαιτούμενο τρόπο με ευθύνη του επιβλέποντος μηχανικού και του κατασκευαστή (ΑΠ 493/2015), καθώς και το άρθρο 348 παρ. 1α του από 14-7-1999 π.δ/τος, το οποίο ορίζει ότι κάθε κτίριο και δομικό έργο πρέπει να κατασκευάζεται έτσι, ώστε να εξασφαλίζει, μεταξύ άλλων, την ασφάλεια των όμορων και γειτονικών κτιρίων ή δομικών έργων από κινδύνους ζημιών που προέρχονται από αυτό κατά τη διάρκεια της κατασκευής. Για το ορισμένο της πιο πάνω αγωγής αποζημίωσης, πέραν των στοιχείων της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποιήσεως των διαδίκων, πρέπει να προσδιορίζονται κατ’ άρθρα 118 και 216 ΚΠολΔ με σαφήνεια η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγομένου, οι ζημιές και βλάβες που υπέστη η οικία του ενάγοντος εξ αιτίας της συμπεριφοράς αυτής και οι επιμέρους δαπάνες, που απαιτούνται για την αποκατάστασή τους, κατ’ είδος, έκταση και ποσό, με καθορισμό αυτού κατά τιμή μονάδος ή κατ’ αποκοπή.