Του Λεωνίδα Στεργίου
Στήριξη της πραγματικής οικονομίας και ενίσχυση των κεφαλαίων τους ζητούν από τις τράπεζες ΕΚΤ και SSM με επιστολές τους τόσο προς τις εθνικές κεντρικές τράπεζες όσο και προς τις διοικήσεις των συστημικών τραπεζών στην Ευρωζώνη.
Οι επιστολές, τις οποίες παρουσιάζει το Capital.gr, ξεκίνησαν από τις αρχές του έτους, δηλαδή με τις πρώτες ενδείξεις για τη σοβαρότητα του Covid-19. Σε αυτές επισημαίνεται η ανάγκη για χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας μέσω των πιστωτικών ιδρυμάτων, κάνοντας χρήση των μέτρων στήριξης (ρευστότητα από ΕΚΤ, ευρωπαϊκοί πόροι, κρατικές εγγυήσεις, κά). Οι αρμόδιες αρχές σημειώνουν ότι οι επιπτώσεις από την πανδημία ακόμη δεν έχουν αποτυπωθεί στον χρηματοπιστωτικό τομέα, τις υπόλοιπες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Επομένως, είναι ανάγκη να στηριχθεί η πραγματική οικονομία με στόχο να διατηρηθεί “ζωντανή” κατά τη διάρκεια της κρίσης και να μπορεί να γίνει επανεκκίνηση μετά την πανδημία. Δηλαδή, μπορεί μερικές επιχειρήσεις να στηρίζονται μερικώς σήμερα, αλλά δεν είναι σίγουρο το κατά πόσο θα είναι σε θέση να συνεχίσουν δυναμικά τη δραστηριότητά τους μετά την πανδημία. Αυτές που θα βγουν λαβωμένες από την κρίση ή που δεν θα μπορούν να συνεχίσουν θα αποτελέσουν τη νέα πηγή κινδύνων, ζημιών και “κόκκινων” δανείων της επόμενης ημέρας.
Ταυτόχρονα, οι τράπεζες θα πρέπει να κάνουν χρήση των μέτρων στήριξης προκειμένου να προφυλάξουν τα κεφάλαιά τους και να συνεχίσουν τις χρηματοδοτήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, τα τραπεζικά ιδρύματα πρέπει να δημιουργήσουν επιπλέον κεφάλαια (buffers), όχι μέσω κρατικών ενισχύσεων, αλλά από τη δραστηριότητά τους, ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την αβεβαιότητα και πιθανές ζημιές.
Για τον λόγο αυτό, όπως εξηγεί η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κυρία Κριστίν Λαγκάρντ, στην επιστολή της με ημερομηνία 15 Δεκεμβρίου, σε αυτή την περίοδο της αβεβαιότητας, οι τράπεζες και οι αρχές δεν είναι σε θέση να υπολογίσουν τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Σε αυτό το πλαίσιο αποφασίστηκε το “φρένο” στα μερίσματα μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2021, όπως επίσης κάθε πολιτική ανταμοιβής μετόχων και στελεχών, όπως για παράδειγμα με επαναγορές μετοχών (buy back), μπόνους, κ.ά. Μάλιστα, ο SSM με δική του επιστολή προς τις συστημικές τράπεζες τις καλεί να είναι προσεκτικές ώστε να αποφύγουν επιπλέον νομικές δαπάνες.
Η ΕΚΤ θεωρεί τόσο σημαντική παράμετρο τη χρηματοδότηση της οικονομίας από το τραπεζικό σύστημα που καλεί τις αρμόδιες αρχές να ενημερώσουν σχετικά και τις μη συστημικές τράπεζες. Και οι μικρότερες τράπεζες θα πρέπει να προστατέψουν τα κεφάλαιά τους και να χορηγούν δάνεια κάνοντας χρήση όλων των εργαλείων από την ΕΕ και τις εθνικές κυβερνήσεις (παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ, κονδύλια από διαρθρωτικά ταμεία, κρατικές εγγυήσεις). ΕΚΤ και SSM θεωρούν ότι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι παράγοντες που συνδέονται με κινδύνους, όπως το επιχειρηματικό μοντέλο, το μέγεθος και η πολιτική αμοιβών των τραπεζών.
Την επόμενη ημέρα (16 Δεκεμβρίου 2020), η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ) δημοσιοποιεί την αναθεωρημένη έκθεσή της για τις επιπτώσεις της πανδημίας στις τράπεζες, δίνοντας νέες οδηγίες σε ό,τι αφορά στον υπολογισμό των επιπτώσεων και στη σωστή χρήση των κρατικών ενισχύσεων. Ιδιαίτερη έμφαση δίνει στα σημάδια και τα μεγέθη που πρέπει να παρακολουθούν οι τράπεζες και να τα δημοσιοποιούν προς τις αρχές, σχετικά με την εκτίμηση για τη διάρκεια της κρίσης και την ποσοτικοποίηση των επιπτώσεων. Σε αυτές τις εκτιμήσεις θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη τι μπορεί να επηρεάσει άμεσα και τι έμμεσα τη λειτουργική κερδοφορία και τα κεφάλαιά τους. Ένα παράδειγμα είναι ο κίνδυνος που προέρχεται από μια επιχείρηση να μην μπορεί να συνεχίσει τη δραστηριότητά της. Αυτή μπορεί να δημιουργήσει νέα “κόκκινα” δάνεια. Άλλοι δείκτες είναι οι μεταβολές βασικών μακροοικονομικών μεγεθών, όπως το ΑΕΠ, η απασχόληση, κ.ά.
Οι επιστολές από ΕΚΤ και SSM προς τις τράπεζες ξεκίνησαν τον περασμένο Ιανουάριο. Στην επιστολή του, με ημερομηνία 21 Ιανουαρίου 2020, ο επικεφαλής του SSM Άντρεα Ενρία, γίνεται η πρώτη αναφορά για προσεκτική χρήση των πολιτικών για αμοιβές προκειμένου να πρστατευθούν τα κεφάλαια των τραπεζών εν όψει της μετάβασης στα πρότυπα IFRS 9. Ο ίδιος επανέρχεται με επιστολή του προς τις τράπεζες στις 28 Ιουλίου 2020, επαναλαμβάνοντας την επιτακτική ανάγκη προστασίας των κεφαλαίων τους και τη δημιουργία πρόσθετων για κάθε ενδεχόμενο λόγω των επιπτώσεων από την πανδημία. Στις 15 Δεκεμβρίου, ο κ. Ενρία γίνεται πιο σαφής και ακολουθώντας τη γραμμή της ΕΚΤ και της επικεφαλής της, Κριστίν Λαγκάρντ, υπογραμμίζει την ταυτόχρονη ανάγκη για δάνεια προς την πραγματική οικονομία, καθώς η στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών στην πραγματικότητα μειώνει τους κινδύνους για τις ίδιες της τράπεζες.
Σε κάθε περίπτωση, η κυρία Λαγκάρντ αναφέρει στην τελευταία της επιστολή ότι όπως οι κρατικές εγγυήσεις και τα ευρωπαϊκά κονδύλια δίνονται στη βάση την αρχή της αμοιβαιότητας και της ανταποδοτικότητας, οι τράπεζες που θα το σεβαστούν αυτό, θα μπορούν να ζητήσουν άδεια για κάποια αλλαγή στις πολιτικές αμοιβών (παράδειγμα, αντικατάσταση κοινών μετοχών), εφόσον αυτή η αλλαγή διέπεται από την ίδια αρχή. Όμως, δεδομένων των συνθηκών, δεν διαφαίνεται κάποια αλλαγή στην πολιτική της ΕΚΤ μέχρι τον Σεπτέμβριο, εκτός κι αν υπάρξει κάποια νέα εξέλιξη. Η επόμενη αναθεώρηση για τα μερίσματα και τις αμοιβές θα γίνει τον Σεπτέμβριο.