Του Λεωνίδα Στεργίου
Σε αναζήτηση λύσης για το πώς θα γίνει η μεταχείριση των απαιτήσεων από αναβαλλόμενη φορολογία των τραπεζών βρίσκεται η κυβέρνηση, χωρίς, ωστόσο, το οικονομικό επιτελείο να έχει καταλήξει σε κάποια συγκεκριμένη λύση. Η ανάγκη επίλυσης του θέματος προκύπτει από την αύξηση της αναβαλλόμενης φορολογίας στα κεφάλαια των τραπεζών λόγω των τιτλοποιήσεων κόκκινων δανείων.
Πηγές από το υπουργείο Οικονομικών ανέφεραν στο Capital.gr ότι το θέμα δεν έχει συζητηθεί καν, και ειδικά με τους θεσμούς, με τους οποίους μιλούν τις ημέρες αυτές στο πλαίσιο της αξιολόγησης.
Επίσης, οι ίδιες πηγές ξεκαθαρίζουν ότι η όποια σκέψη ή λυση δεν θα σχετίζεται σε καμία περίπτωση με τη μείωση της απαίτησης από αναβαλλόμενη φορολογία, αλλά θα εξεταστεί το πώς θα γίνει η μεταχείριση της απαίτησης αυτής από την αρμόδια ευρωπαϊκή αρχή εξυγίανσης των τραπεζών.
Όπως έχει προειδοποιήσει η Τράπεζα της Ελλάδος, οι τιτλοποιήσεις κόκκινων δανείων μειώνουν τον δείκτη καθυστερήσεων των τραπεζών, αλλά αυξάνει το ποσοστό της αναβαλλόμενης φορολογίας στα κεφάλαιά τους. Ήδη, το ποσοστό αυτό ανέρχεται γύρω στο 55% και με το νέο γύρο τιτλοποιήσεων μπορεί να φτάσει στο 70% ή υψηλότερα ως ποσοστό στα κεφάλαιά τους, ανέφεραν πηγές στο Capital.gr.
Η εξέλιξη αυτή επιδεινώνει την ποιότητα των κεφαλαίων των τραπεζών, επειδή η τιτλοποίηση δανείων κοστίζει στα κεφάλαια. Η ΤτΕ εξηγεί ότι τα κόστη αυτά που “καίνε” κεφάλαια σχετίζονται αφενός με την απαιτούμενη απομείωση της αξίας των μεταβιβαζόμενων, λόγω τιτλοποίησης, δανείων προκειμένου να επιτευχθεί το ελάχιστο όριο πιστοληπτικής διαβάθμισης ΒΒ- στην ανώτερη τάξη ομολογιών (senior notes) και αφετέρου με την τιμή πώλησης της μεσαίας τάξης ομολογιών (mezzanine notes).
Σε ό,τι αφορά στο hive-down, δηλαδή τον εταιρικό μετασχηματισμό των τραπεζών, η ΤτΕ αναφέρει ότι επιτυγχάνεται βελτίωση του δείκτη των κόκκινων δανείων των τραπεζών, καθώς και σταδιακή μείωση του κόστους πιστωτικού κινδύνου. Ταυτόχρονα, όμως, επιδεινώνεται θεαματικά το ποσοστό συμμετοχής της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTC) στο ύψος των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων. Όπως εξηγεί η ΤτΕ, τα εν λόγω κεφάλαια δεν έχουν καταβληθεί, εντούτοις υπάρχει η αμετάκλητη δέσμευση του Ελληνικού Δημοσίου να τα καταβάλει άμεσα ή έμμεσα (με τη μη καταβολή φόρου από τα πιστωτικά ιδρύματα) και χωρίς το Δημόσιο να λαμβάνει κάποια αμοιβή.
Με το hive-down, σύμφωνα με την ΤτΕ, αποζημιώνεται το Δημόσιο με ποσοστό συμμετοχής στο εταιρικό σχήμα αναντίστοιχο με το ποσό καταβολής του, δεδομένου ότι ο μηχανισμός μετατροπής προβλέπει ως βάση υπολογισμού την εσωτερική τιμή της μετοχής της “Νέας Τράπεζας” και όχι την τρέχουσα τιμή της HoldCom στο χρηματιστήριο. Υπενθυμίζεται ότι η έννοια του εταιρικού μετασχηματισμού (hive –down) συνίσταται στην απόσχιση των τραπεζικών δραστηριοτήτων του πιστωτικού ιδρύματος σε επίπεδο Ομίλου και στη μεταβίβαση αυτών σε νέο υπό ίδρυση πιστωτικό ίδρυμα.
Επιπρόσθετα, η ΤτΕ υπολογίζει ότι η διενέργεια συναλλαγών τιτλοποίησης αναμένεται να επιφέρει μείωση τριών μονάδων κατά μέσο όρο στον Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας των τραπεζών. Παράλληλα, οι τράπεζες, σύμφωνα με την ΤτΕ, είναι πιθανό να πρέπει να λάβουν επιπλέον προβλέψεις εν όψει της νέας γενιάς κόκκινων δανείων από τον Covid-19 (8-10 δισ. ευρώ) και λόγω λήξης των μορατορίων και άλλων ρυθμίσεων στο πλαίσιο των μέτρων στήριξης για την πανδημία. Έτσι, και με τα αποτελέσματα των stress tests να αναμένονται τον Ιούνιο, η ΤτΕ θεωρεί πιθανή την ανάγκη ενίσχυσης των εποπτικών κεφαλαίων και νέων προβλέψεων που ενδεχομένως -στο μέγεθος και στην περίπτωση που χρειαστεί- να υπάρξει ανάγκη για αυξήσεις κεφαλαίων. Τέλος, επισημαίνει ότι οι επιπτώσεις από την πανδημία και η χαμηλή κερδοφορία δεν έχουν επιτρέψει μέχρι στιγμής την ικανοποιητική δημιουργία εσωτερικών κεφαλαίων.
Για τους λόγους αυτούς, στην έκθεσή της, η ΤτΕ επαναλαμβάνει την ανάγκη δημιουργίας κακής τράπεζας (Asset Management Company), βάσει της πρότασης που έχει καταθέσει σε κυβέρνηση, ευρωπαϊκές αρχές και στις τράπεζες. Η πρόταση της ΤτΕ μειώνει ταυτόχρονα τα κόκκινα δάνεια και τον αναβαλλόμενο φόρο με συστημικό τρόπο, όπως άλλωστε έχει ζητήσει η Κομισιόν με την πρότασή της για τη δημιουργία πανευρωπαϊκού δικτύου εθνικών τραπεζών.
Προς αυτή, άλλωστε την κατεύθυνση κινήθηκε και η γειτονική Ιταλία, η οποία “έτρεξε” επιτυχώς τρεις γύρους τιτλοποίησης κόκκινων δανείων (αντίστοιχο πρόγραμμα με τον ελληνικό Ηρακλή), αλλά ταυτόχρονα δημιούργησε την κακή τράπεζα AMCO. H τελευταία λειτουργεί στην Ιταλία εδώ κι έναν χρόνο, είναι κρατική, εγκρίθηκε πέρσι από την DGcom της ΕΕ και παίρνει τα κόκκινα δάνεια της Monte Paschi Siena.