Αντίστροφα μετρά ο χρόνος για να βγει στον «αέρα» ακόμη ένα πρόγραμμα δανειοδότησης πολύ μικρών επιχειρήσεων: μέσω αυτού του προγράμματος θα χρηματοδοτηθούν κυρίως τα σχήματα εκείνα που είναι αποκλεισμένα από τραπεζικά προϊόντα. Με άλλα λόγια πρόκειται για «έξυπνα» δάνεια που θα έχουν… στόχευση.
Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης
Το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο υπολογίζεται να ενεργοποιηθεί μέσα στο β’ 10ήμερο του Ιανουαρίου ή το πολύ έως το τέλος του μήνα: Πολύ μικρές επιχειρήσεις θα αποκτήσουν μέσω αυτού πρόσβαση σε δάνεια κεφαλαίου κίνησης έως 50.000 ευρώ, εγγυημένα από το Δημόσιο. Η δυνατότητα αυτή θα δοθεί μέσω της επέκτασης του Ταμείου Εγγυοδοσίας Επιχειρήσεων Covid-19 που έχει συστήσει η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα (ΕΑΤ) με τις εμπορικές και συνεταιριστικές τράπεζες. Το ποσό που υπολογίζεται να μοιραστεί θα φτάνει τα 450 εκατ. ευρώ.
Ποιοι είναι δικαιούχοι των «έξυπνων» δανείων
Μέσα από αυτό το «έξυπνο» πρόγραμμα που θα στοχεύει στην ενίσχυση μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που δυσκολεύονται να βρουν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό θα ενισχυθούν εκείνες οι επιχειρήσεις που έχουν κύκλο εργασιών μεταξύ 100.000 έως 200.000 ευρώ. Όπως προαναφέρθηκε, η επέκταση του Ταμείου Εγγυοδοσίας με ειδική πρόβλεψη για τις πολύ μικρές επιχειρήσειςπροέκυψε από την ανάγκη κάλυψης των αναγκών που αντιμετωπίζει η συγκεκριμένη κατηγορία επιχειρήσεων, η οποία είναι εν πολλοίς αποκλεισμένη από τον τραπεζικό δανεισμό.
Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι από τον αριθμό των αιτήσεων που υποβλήθηκαν για δανειοδότηση τόσο στο πλαίσιο του ΤΕΠΙΧ ΙΙ όσο και του Ταμείου Εγγυοδοσίας, διαπιστώθηκε ότι μεγάλος αριθμός πολύ μικρών επιχειρήσεων αναζητεί εναγωνίως χρηματοδότηση μερικών δεκάδων χιλιάδων ευρώ, ώστε να αντεπεξέλθει στις επιπτώσεις που έχει δημιουργήσει η πανδημία και οι περιοριστικοί όροι ή και η αναστολή της λειτουργίας τους. Χρηματοδότηση που δεν είναι εύκολο να βρεθεί .. με τους κλασικούς τρόπους αυτή την περίοδο. Ο μέσος όρος των δανείων κεφαλαίου κίνησης που εγκρίθηκαν και χορηγούνται στο πλαίσιο του ΤΕΠΙΧ ΙΙ ανέρχεται στις 60.000 ευρώ, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος των δανείων της προηγούμενης φάσης του ΤΕΠΙΧ (ΤΕΠΙΧ Ι) ήταν σχεδόν 130.000 ευρώ.
Προθεσμία για τη χορήγηση των «έξυπνων» δανείων
Γι’ αυτόν τον λόγο στο υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων αποφάσισαν να ορίσουν ως ανώτατο όριο των δανείων που θα χορηγούνται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις τα 50.000 ευρώ. Τα εν λόγω «έξυπνα» δάνεια, όπως ορίζει το Προσωρινό Πλαίσιο της Ε.Ε., θα πρέπει να έχουν χορηγηθεί έως τις 30 Ιουνίου 2021, εκτός και αν υπάρξει παράταση του Πλαισίου, κάτι που βέβαια θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη της πανδημίας. Η περίοδος αποπληρωμής των δανείων θα είναι έως 5 έτη, όπως άλλωστε ισχύει για όλα τα δάνεια που χορηγούνται από το Ταμείο Εγγυοδοσίας και το ΤΕΠΙΧ ΙΙ, ενώ αυτή τη στιγμή, το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν, ώστε να δοθεί το μέγιστο ποσοστό εγγύησης. Ο αριθμός των δανείων που θα χορηγηθούν σε πολύ μικρές επιχειρήσεις αναμένεται να ξεπεράσει τις 10.000 καθώς είναι βέβαιο ότι δεν θα αιτηθούν όλες το ανώτατο προβλεπόμενο ύψος των 50.000 ευρώ.
Η «στροφή» στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Η «στροφή» προς τις μικρότερες επιχειρήσεις ξεκίνησε από τον δεύτερο κύκλο του Ταμείου Εγγυοδοσίας, όπου υπήρξε ειδική πρόβλεψη για αυτές. Συγκεκριμένα, στις αιτήσεις που έχουν εγκρίνει οι τράπεζες, τα δάνεια προς τις ΜμΕ ανέρχονται στα 2,1 δισ. ευρώ, ενώ στις μεγάλες, στα 450 εκατ. ευρώ. Τα δεδομένα ήταν διαφορετικά για τον πρώτο κύκλο του Ταμείου, όπου εγκρίθηκαν δάνεια 2 δισ. ευρώ για τις μεγάλες επιχειρήσεις και 1,5 δισ. ευρώ για τις ΜμΕ. Σε ό,τι αφορά τις εκταμιεύσεις των δανείων του πρώτου κύκλου, οι οποίες θα πρέπει να γίνουν έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, ανέρχονταν στα 3,480 δισ. ευρώ, έναντι συνολικών εγκρίσεων 3,540 δισ. ευρώ, κάτι που εκτιμάται ότι σημαίνει πως το σύνολο των εκταμιεύσεων θα γίνει εντός του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος. Για τον δεύτερο κύκλο του προγράμματος, που έχουν εγκριθεί 2,550 δισ. ευρώ από τις τράπεζες, βρίσκεται σε εξέλιξη η τελική αξιολόγηση από την ΕΑΤ, με το ποσοστό των εγκρίσεων να ανέρχεται στο 70%. Οι εκταμιεύσεις για τον δεύτερο κύκλο θα πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί έως τις 30 Ιουνίου του τρέχοντος έτους.