ΑΡΙΘΜΟΣ 739/2019
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
– Σύμβαση μίσθωσης. Αδιαίρετο της χρήσης του μίσθιου πράγματος. Καταγγελία για μέρος μόνο του μισθίου είναι άκυρη. Εμπορικές μισθώσεις. Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος.
– Από τη διάταξη του άρθρου 574 του ΑΚ, η οποία παρέχει την έννοια της συμβάσεως μισθώσεως προκύπτει ότι, η σύμβαση αυτή έχει ως περιεχόμενο για τον εκμισθωτή την παραχώρηση της χρήσεως του μισθίου στον μισθωτή (άρθρο 574 του ΑΚ). Η ενοχή αυτή λόγω της φύσεώς της είναι αδιαίρετος γιατί το αντικείμενο της, δηλαδή η χρήση του μισθίου, είναι αδιαίρετος αφού δεν επιδέχεται κτήση, άσκηση ή απώλεια κατ’ ιδανικά μέρη, δηλαδή, κατάτμηση σε μέρη που να διαφέρουν από το άλλο ποσοτικά. Συνέπεια του αδιαίρετου της χρήσεως του μισθίου πράγματος είναι ότι δεν επιτρέπεται καταγγελία της μισθώσεως για μέρος του μισθίου (ΕφΑθ 3963/1993, ΕΔικΠολυκ 1997.62). Ακόμη και όταν η σύμβαση της μισθώσεως έχει αντικείμενο ένα ή και περισσότερα αυτοτελή μίσθια ακίνητα, συνεχόμενα ή όχι, το ενιαίο αυτής δεν διασπάται στην περίπτωση εκποίησης ενός ή περισσοτέρων μισθωμένων ενιαίων μισθίων σε τρίτο. Η άποψη αυτή υπαγορεύεται από τον λόγο ότι ο νέος κτήτορας δεν μπορεί να έχει περισσότερα δικαιώματα από εκείνα που είχε ο αρχικός εκμισθωτής δικαιοπάροχός του αλλά και διότι η καταγγελία, δεν μπορεί να αναφέρεται σε τμήμα του μισθίου ακινήτου. Έτσι, τυχόν καταγγελία για μέρος μόνο του μισθίου από την πλευρά της μισθώτριας είναι άκυρη και δεν παράγονται εξ αυτής έννομα αποτελέσματα (ΕφΑθ 3706/2005, ΕλΔνη 2006.597, ΕφΑθ 3963/1993 ό.π, ΕφΑθ 2184/1989, ΕΔικΠολυκ 1991.308). Αντίθετο επιχείρημα δεν μπορεί να συναχθεί από τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 3 του Ν. 813/1978, όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 20 του ΠΔ 34/1995, σύμφωνα με την οποία κατ’εξαίρεση, προκειμένου περί ακινήτων, που μισθώθηκαν μαζί με άλλα, που ανήκουν σε άλλους ιδιοκτήτες ή εκμισθωτές για την ενιαία χρήση τους, δεν χωρεί καταγγελία εάν η αφαίρεσή του, περί του οποίου η καταγγελία, τμήματος καθιστά, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, αδύνατη ή ιδιαζόντως δυσχερή τη λειτουργία της επιχειρήσεως στα υπόλοιπα μίσθια ακίνητα.
– Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 281 του ΑΚ «καλή πίστη» θεωρείται η συμπεριφορά του χρηστού και συνετού ανθρώπου, που επιβάλλεται κατά τους συνηθισμένους τρόπους ενεργείας, ενώ ως κριτήριο των «χρηστών ηθών» χρησιμεύουν οι ιδέες του κατά γενική αντίληψη χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου (ΑΠ 123/2017, ΑΠ 119/2016, ΑΠ 38/2015) ο κοινωνικός δε ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, είναι ο σκοπός για την εξυπηρέτηση του οποίου αναγνωρίζεται από το δίκαιο η εξουσία πραγματώσεως ορισμένου βιοτικού συμφέροντος με απώτερο πάντως γνώμονα τη θεραπεία της κοινωνικής συμβιώσεως (ΑΠ 2271/2014). Για να θεωρηθεί η άσκηση του δικαιώματος καταχρηστική, πρέπει η προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο οικονομικός ή κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος, να προκύπτει από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου και του υποχρέου ή από την πραγματική κατάσταση που δημιουργήθηκε ή από τις περιστάσεις που μεσολάβησαν ή από άλλα περιστατικά, τα οποία, χωρίς κατά νόμον να εμποδίζουν τη γέννηση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή την άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, ως αντιτιθεμένη στο περί δικαίου αίσθημα και την ηθική τάξη και προκαλούσα έντονη εντύπωση αδικίας (ΟλΑΠ 6/2016). Προκειμένου δε να κριθεί, αν σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει αντικειμενική υπέρβαση των προαναφερομένων ορίων, συνεκτιμώνται τα κίνητρα, ο σκοπός του ασκούντος το δικαίωμα, το είδος των μέσων που χρησιμοποιήθηκαν και όλες οι λοιπές περιστάσεις πραγμάτωσης της συμπεριφοράς (ΑΠ 119/2016, ΑΠ 1258/2003).