Οι φορολογικές δηλώσεις του 2021 θα είναι ο «καθρέφτης» των συνεπειών της πανδημίας στην οικονομία. Εκεί θα αποτυπωθούν οι μειώσεις των εισοδημάτων που έχουν υποστεί οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, η κατάρρευση της κερδοφορίας επαγγελματιών και επιχειρήσεων αλλά και η συρρίκνωση των εσόδων σε ποσοστό που σε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες μπορεί να ξεπερνά ακόμη και το 40% ή και το 50%. Από τις φορολογικές δηλώσεις, όμως, το υπουργείο Οικονομικών περιμένει να εισπράξει κάθε χρόνο πάνω από 3-3,5 δις. ευρώ μόνο από τα φυσικά πρόσωπα: τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους έχοντες εισόδημα από μερίσματα, από ενοίκια κλπ.
Το ότι θα υπάρξει μείωση των φορολογητέων εισοδημάτων στις φετινές φορολογικές δηλώσεις είναι απολύτως βέβαιο. Οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα δεν φορολογούνται για τις αποζημιώσεις ειδικού σκοπού που εισέπραξαν ενώ ο μισθός που δεν καταβλήθηκε για τις περιόδους αναστολής, δεν θα εμφανιστεί στη φορολογική δήλωση. Μικρό το κακό, σε δημοσιονομικό επίπεδο, για όσους είναι χαμηλόμισθοι καθώς αυτοί ούτως ή άλλως δεν πληρώνουν φόρο. Τι γίνεται όμως με αυτούς που έχουν μεγαλύτερους μισθούς που ξεπερνούν τα 1000 ή και τα 1500 ευρώ τον μήνα; Σε αυτούς η εφορία είναι πολύ πιθανό ότι θα κληθεί να επιστρέψει φόρους.
Ίδια εικόνα και για τους ελεύθερους επαγγελματίες οι οποίοι εκτός από τη μείωση των κερδών που θα εμφανίσουν (άγνωστο ποια θα είναι καθώς ούτως ή άλλως οι περισσότεροι αυτοαπασχολούμενοι δηλώνουν ότι ζουν με λιγότερα από 10.000 ευρώ τον χρόνο) θα κληθούν να πληρώσουν λιγότερα και λόγω της ενεργοποίησης της νέας φορολογικής κλίμακας. Όσο για τους ιδιοκτήτες ακινήτων, με την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων θα «μετρηθεί» και το ποια ήταν τελικά η απώλεια εισοδήματος από τα συνεχή κουρέματα που έγιναν από τον Μάρτιο και μετά.
Μόνο οι δημόσιοι υπάλληλοι θα εμφανίσουν εισοδήματα αντίστοιχα του 2019 ενώ οι συνταξιούχοι ίσως είναι η μοναδική κατηγορία που θα δηλώσουν περισσότερα λόγω της είσπραξης των αναδρομικών (σ.σ διόλου ευκαταφρόνητο ποσό της τάξεως των 1,7 δις. ευρώ μέσα στο 2020).
Εν μέσω λοιπόν πλήρους αβεβαιότητας σχετικά με το τι θα δείξει τελικώς ο «καθρέφτης» της οικονομίας για την περίοδο της πανδημίας, το οικονομικό επιτελείο πιέζεται να λάβει μέτρα στήριξης που συνδέονται με τις φορολογικές δηλώσεις:
1. Να μην εφαρμοστούν φέτος τα τεκμήρια διαβίωσης καθώς ήταν μειωμένα τα εισοδήματα χωρίς να υπάρχει ευθύνη των φορολογούμενων
2. Να μην επιβληθεί το πρόστιμο του 22% για τους φορολογούμενους που δεν κατόρθωσαν να συλλέξουν αποδείξεις που να αντιστοιχούν στο 30% του δηλωθέντος (και μειωμένου λόγω πανδημίας) εισοδήματος
3. Να εφαρμοστούν και το 2021 μειωμένοι συντελεστές υπολογισμού της προκαταβολής φόρου.
Όλα αυτά τα αιτήματα, απολύτως λογικά εν μέσω lockdown, μπορούν να προκαλέσουν τεράστιο δημοσιονομικό κόστος. Οι εισπράξεις φόρων θα είναι ούτως ή άλλως μειωμένες. Λιγότερο εισόδημα, λιγότεροι φόροι. Η μη επιβολή του προστίμου 22% δεν έχει δημοσιονομικό κόστος. Το μέτρο θεσπίστηκε για να οδηγηθούν οι φορολογούμενοι να κάνουν ηλεκτρονικά τις πληρωμές τους. Δεν έχει προβλεφθεί είσπραξη δημοσίων εσόδων από πρόστιμα άρα το οικονομικό επιτελείο μπορεί να πει εύκολα το «ναι». Η αναστολή όμως των τεκμηρίων διαβίωσης αλλά και η μείωση των συντελεστών υπολογισμού της προκαταβολής φόρου μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια εσόδων άνω των 1,5-2 δις. ευρώ ειδικά αν δεν θεσπιστούν κριτήρια. Γι’ αυτό και το οικονομικό επιτελείο δεν πρόκειται να αποφανθεί επί των συγκεκριμένων «αιτημάτων» της αγοράς πριν φτάσουμε στο καλοκαίρι.