Καθίζηση κατέγραψε το 2020 ο αριθμός νέων αδειών διαμονής που χορηγήθηκαν σε υπηκόους τρίτων χωρών που επένδυσαν σε ακίνητη περιουσία κατ’ ελάχιστον 250 χιλ. ευρώ μέσω του προγράμματος «Χρυσή Βίζα». Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, με την ολοκλήρωση του 2020 εκδόθηκαν 8.011 άδειες, έναντι 7.608 αδειών το 2019.
Αυτό σημαίνει ότι πέρυσι εκδόθηκαν συνολικά μόλις 403 νέες άδειες, έναντι 3.504 το 2019, ενώ περισσότερες από τις μισές εκδόθηκαν μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2020. Κι αυτό διότι από την 1η Ιανουαρίου έως και τις 31 Μαρτίου 2020, εκδόθηκαν 227 νέες άδειες, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία. Οι επιδόσεις του 2020 συγκρίνονται με αυτές του 2014, οπότε το πρόγραμμα έκανε τα πρώτα του βήματα, όπως και με αυτές των ετών 2015-2016 οπότε η Ελλάδα είχε βρεθεί σε πολιτική και οικονομική περιδήνηση.
Η καθίζηση των χορηγήσεων, που εξασφαλίζουν ελεύθερη πρόσβαση σε 26 χώρες της ζώνης Σένγκεν, δεν οφείλεται παρά στην πανδημική κρίση.
Η διακοπή της αεροπορικής σύνδεσης Αθήνας-Πεκίνο από τα μέσα του Φεβρουαρίου του 2020 «πάγωσε» τις επενδύσεις από τη χώρα του Δράκου στην ελληνική αγορά ακινήτων, με τους Κινέζους να καταλαμβάνουν, από την έναρξη του εν λόγω προγράμματος το 2013, παραδοσιακά, την μερίδα του λέοντος των συγκεκριμένων συναλλαγών. Επί συνόλου 8.011 αδειών, Κινέζοι έχουν λάβει τις 5.927 ή το 73% αυτών.
Οι εισροές ξένων κεφαλαίων μέσω του προγράμματος «Χρυσή Βίζα» τοποθετούνται από την έναρξη ισχύος του μέχρι και πριν την εκδήλωση της πανδημίας σε περίπου 2 δισ. ευρώ. Και προτού η σκιά του κορωνοϊού σκεπάσει την ελληνική αγορά ακινήτων, αναμενόταν νέα ισχυρή άνοδος των κινεζικών επενδύσεων στα ελληνικά ακίνητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι αρχές Ιανουαρίου 2020, η Ένωση Κινέζων Επενδυτών Ελλάδας, κατά την εναρκτήρια τότε εκδήλωση για τη σύστασή της, ανέφερε ότι μέσω της «Χρυσής Βίζας» εκτιμάται ότι θα τοποθετηθούν από 800 εκατ. ευρώ έως 1 δισ. ευρώ στην ελληνική αγορά ακινήτων.
Συγκρατημένη αισιοδοξία
Ύστερα από μία χρονιά με αναιμικές επιδόσεις, οι επενδύσεις στην ελληνική αγορά ακινήτων, φέτος, μέσω του προγράμματος «Χρυσή Βίζα» θα μπορούσαν σταδιακά να ανακάμψουν, όπως εκτιμούν ειδικοί. Κι αυτό όχι μόνο λόγω της σταδιακής επιστροφής στην κανονικότητα από το πρώτο εξάμηνο του 2021, συναρτήσει, βέβαια, της πορείας ανοσοποίησης του πληθυσμού. Αλλά και για έναν ακόμη βασικό λόγο. Από την 1η Ιουλίου, η Πορτογαλία θα τεθεί εκτός του ευρωπαϊκού χάρτη της «Χρυσής Βίζας». Σύμφωνα με τις αλλαγές στο πρόγραμμα που αποφάσισε η κυβέρνηση της χώρας, οι δημοφιλείς τουριστικά περιοχές της χώρας, όπως το Πόρτο και η Λισαβώνα θα εξαιρεθούν από τις επενδύσεις ελάχιστης αξίας 500.000 ευρώ με αντάλλαγμα την εξασφάλιση άδειας διαμονής. Η εν λόγω διαρθρωτική αλλαγή κρίθηκε απαραίτητη, προκειμένου να ενισχυθούν περιοχές στην Πορτογαλία που είναι λιγότερο δημοφιλείς επενδυτικά. Προς την κατεύθυνση αυτή, η αξία των τοποθετήσεων σε περιοχές που είναι δεύτερης κατηγορίας ή δρομολογούνται προγράμματα αστικών αναπλάσεων τοποθετείται σε 280.000 ευρώ.
Με τα δεδομένα αυτά, οι ειδικοί κάνουν λόγο για το τέλος της Χρυσής Βίζας στην Πορτογαλία, καθώς μπορεί να μειώνεται το ύψος της απαιτούμενης επένδυσης, αλλά περιορίζονται και οι προσδοκώμενες αποδόσεις (yields). Ως εκ τούτου, παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι ορισμένοι από τους ξένους επενδυτές που θα τοποθετούνταν στην πορτογαλική αγορά ακινήτων μέσω «Χρυσής Βίζας» θα στραφούν στην Ελλάδα, όπου έναντι ελάχιστης επένδυσης 250.000 ευρώ σε ακίνητη περιουσία, είναι δυνατή η απόκτηση άδειας διαμονής. Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα το ύψος της ελάχιστης επένδυσης για την απόκτηση άδειας διαμονής είναι το χαμηλότερο, συγκριτικά με την Ισπανία (500 χιλ. ευρώ), την Κύπρο (300 χιλ. ευρώ) και την Μάλτα (350 χιλ. ευρώ).