Παραμένει στη χώρα, έχει δικαίωμα ψήφου
Συνελήφθη να έχει στην κατοχή του μαζί με ένα ακόμη άτομο 130 κιλά ινδικής κάνναβης, τοποθετημένη στο πίσω μέρος του οχήματος του και μέσα σε 120 νάιλον δέματα. Όμως πριν συλληφθεί και στη θέα των αστυνομικών που τον καταδίωξαν στην εθνική οδό Ιωαννίνων-Κακαβιάς, σήκωσε το όπλο του, ένα πυροβόλο τύπου Καλάσνικοφ, και άρχισε να τους πυροβολεί.
Οι αστυνομικοί ανταπέδωσαν τα πυρά αλλά ο δράστης της επίθεσης εναντίον τους κατέφερε να διαφύγει όπως και ο συνεργός του. Ενάμιση χρόνια αργότερα συνελήφθη και καταδικάστηκε από την ελληνική Δικαιοσύνη για σειρά εγκλημάτων σε συνολική κάθειρξη 25 ετών, ενώ διατάχθηκε η απέλασή του από τη χώρα μετά την έκτιση της ποινής του καθώς και η αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων.
Τώρα, όμως, ο δράστης αυτών των σοβαρών εγκλημάτων πέφτει… στα μαλακά καθώς η ποινή που του είχε επιβληθεί θα πρέπει να προσμετρηθεί σύμφωνα με τις ευμενέστερες διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα, ενώ δεν χρειάζεται να απελαθεί καθώς η συγκεκριμένη ποινή βάσει της νέας νομοθεσίας καταργήθηκε.
Μάλιστα ο συγκεκριμένος κατάδικος όχι μόνο έχει δικαίωμα να παραμείνει στη χώρα μας αλλά μπορεί και να ψηφίζει. Και αυτό διότι, η άλλη παρεπόμενη ποινή που του είχε επιβληθεί με την απόφαση του Εφετείου, αυτή της αποστέρησης των πολιτικών του δικαιωμάτων επίσης καταργήθηκε με τις νέες ποινικές διατάξεις.
Το «πράσινο φως» ώστε η ποινική αντιμετώπιση του συγκεκριμένου δράστη να αλλάξει άναψε υποχρεωτικά το Ζ’ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, ενώπιον του οποίου προσέφυγε ο συγκεκριμένος κατάδικος ζητώντας να αναιρεθεί η εφετειακή απόφαση που του επέβαλλε τις παραπάνω ποινές. Οι αρεοπαγίτες δεν έκαναν δεκτή την αίτηση αναίρεσης του δράστη στο σύνολό της, καθώς έκριναν πως η εφετειακή απόφαση φέρει την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που απαιτεί το Σύνταγμα και ο νόμος.
Πλην όμως δεν μπορούσαν να μην αναιρέσουν την απόφαση κατά το σκέλος της εκείνο που αφορούσε στις κύριες και παρεπόμενες ποινές, λόγω των νέων ευμενέστερων ποινικών διατάξεων που εισήχθησαν στη νομοθεσία μας με το νέο Κώδικα. Και αυτές οι ευμενέστερες διατάξεις είναι αυτές που ισχύουν, όπως κρίθηκε.
Έτσι η υπόθεση αναπέμφθηκε για νέα κρίση στο αρμόδιο δικαστήριο για να τη δικάσει ξανά και υπό το πρίσμα της νέας νομοθεσίας.
Η άγρια καταδίωξη, οι πυροβολισμοί και η διαφυγή
Στο ιστορικό της δικαστικής απόφασης περιγράφονται αναλυτικά τα όσα διαδραματίστηκα τον Απρίλιο του 2012 κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Σκηνικό που κυριολεκτικά παραπέμπει σε σενάριο αστυνομικού θρίλερ.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση ο δράστης της επίθεσης εναντίον των αστυνομικών μαζί με ένα ακόμη άτομο επέβαινε ως συνοδηγός σε όχημα που εντοπίστηκε να έχει ποσότητα ακατέργαστης ινδικής κάνναβης, συνολικού μεικτού βάρους 130 κιλών και 95 γραμμαρίων, που ήταν επιμερισμένα σε 120 νάιλον δέματα.
Οι δυο δράστες εισήγαγαν τα ναρκωτικά στην Ελλάδα από την Αλβανία. Εισήλθαν δε στη χώρα μας με ΙΧ από αδιευκρίνιστο σημείο της ελληνοαλβανικής μεθορίου.
Όταν όμως αστυνομικοί που έκαναν περιπολία στην εθνική οδό Ιωαννίνων-Κακαβιάς τους εντόπισαν και άρχισαν να τους καταδιώκουν, ο οδηγός του οχήματος μείωσε την ταχύτητα και οι συνεπιβάτης του άρχισε να πυροβολεί προς τους αστυνομικούς με ένα Καλάσνικοφ.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην απόφαση του Αρείου Πάγου, ο οδηγός του υπόπτου οχήματος μόλις αντιλήφθηκε τα ηχητικά σήματα του περιπολικού, αντί να ακινητοποιήσει το ΙΧΕ αυτοκίνητο, «ανέπτυξε αρχικά ταχύτητα, πλην όμως στη συνέχεια τη μείωσε αισθητά, δηλ. κινήθηκε με τέτοια ταχύτητα που να επιτρέπει να βγει κανείς από το παράθυρο».
Τότε – σύμφωνα με την απόφαση «ο συνοδηγός του αυτοκινήτου (που όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια ήταν ο κατηγορούμενος) άρχισε να εξέρχεται από το παράθυρο της πόρτας του συνοδηγού και να στρέφει το πρόσωπό του προς τους αστυνομικούς, οι οποίοι κινούμενοι δεξιότερα του προπορευόμενου αυτοκινήτου (και όχι ακριβώς πίσω τους) τον είδαν καθαρά και οι οποίοι τον αναγνώρισαν και ενώπιον του ακροατηρίου (…). Ο συνοδηγός του αυτοκινήτου ταυτόχρονα έβγαλε από το ανοιχτό παράθυρο ένα όπλο και οι αστυνομικοί είδαν μια λάμψη, οπότε κατάλαβαν ότι ο συνοδηγός είχε όπλο.
Ο οδηγός του υπηρεσιακού αυτοκινήτου τότε έστριψε το όχημα προς τα αριστερά για να αποφύγει τις βολές, γιατί ο συνοδηγός πυροβολούσε εναντίον των αστυνομικών συνεχόμενα με το όπλο του, που αποδείχθηκε ότι ήταν πολεμικό τυφέκιο τύπου ΑΚ47 Κalashnikov.
Οι βολές αυτές ήταν στοχευμένες κατά των αστυνομικών (…), επιδιώκοντας με άμεσο δόλο πρώτου βαθμού το θάνατο των αστυνομικών και την εντεύθεν παύση της καταδίωξης. Το γεγονός αυτό προκύπτει και από τους αλλεπάλληλους πυροβολισμούς (τουλάχιστον οκτώ, γιατί οκτώ κάλυκες βρήκαν και παρέδωσαν οι αστυνομικοί, ενώ στην πραγματικότητα ήταν πολύ περισσότεροι….».
Σύμφωνα με την απόφαση οι δυο δράστες μετά την καταδίωξη κατάφεραν να διαφύγουν, πλην όμως το όχημα όπως και τα ναρκωτικά εντοπίστηκαν αργότερα από τις αρχές, οι οποίες έφτασαν μετά από ένα και πλέον έτος και στη σύλληψη του ενός δράστη, ήτοι του συνοδηγού.
Το Εφετείο έκρινε μάλιστα τον κατηγορούμενο ένοχο για παράνομη εισαγωγή, κατοχή και μεταφορά μεγάλης ποσότητας ναρκωτικής ουσίας (κάνναβης), όπως και για απόπειρα ανθρωποκτονία κατά συρροή και παράνομη οπλοφορία. Για τα αδικήματα αυτά τον καταδίκασε σε πολυετή κάθειρξη χωρίς αναστολή.
Ο Άρειος Πάγος όμως βάσει του νέου Ποινικού Κώδικα έκρινε πως πρέπει να αναιρεθεί η απόφαση του Εφετείου ως προς τις ποινές που επιβλήθηκαν για παράνομη εισαγωγή, κατοχή και μεταφορά μεγάλης ποσότητας ναρκωτικής ουσίας (κάνναβης), για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συρροή και για παράνομη οπλοφορία.
Επίσης κρίθηκε ότι η απόφαση πρέπει να αναιρεθεί και ως προς τις διατάξεις της περί επιβολής στον κατηγορούμενο της παρεπόμενης ποινής της αποστέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων του για πέντε έτη, καθώς και κατά το μέρος της εκείνο που προβλέπει την απέλασή του από τη χώρα μετά την έκτιση της ποινής του ή την απόλυσή του από τις φυλακές και την απαγόρευση επανεισόδου του τη χώρα για δέκα έτη. Μάλιστα τις δυο αυτές παρεπόμενες ποινές απέλειψε ο Άρειος Πάγος απευθείας με την απόφαση που εξέδωσε.