Π το 2020 και τα διατηρεί σε ανοδική τροχιά για το 2021 και το 2022, τα spreads των ομολόγων βρίσκονται κοντά στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας δεκαετίας, ενώ το καθαρό «σκορ» με το οποίο έκλεισε το 2020 για τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις ήταν υποβάθμιση κατά μία μόνο βαθμίδα.
Πλέον, οι προοπτικές έχουν μετατοπιστεί από τις αναβαθμίσεις προς τις «ουδέτερες/υποβαθμίσεις», σημειώνει η Bank of America.
Για τη χρονιά που ξεκινά, οι αναλυτές θεωρούν ότι οι παράγοντες που θα επηρεάσουν τις αποφάσεις των οίκων για τις αξιολογήσεις των κρατών της Ευρώπης θα είναι τρεις:
1. Ο ρυθμός της οικονομικής ανάπτυξης.
2. Η ικανότητα των χωρών να επαναφέρουν τα χρέη τους σε πτωτική τροχιά.
3. Η επιτυχημένη υλοποίηση των επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Πιθανές αιτίες υποβαθμίσεων θα είναι η συσσώρευση κόκκινων δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών και η ενδεχόμενη μεταφορά των υποχρεώσεων αυτών στους κρατικούς προϋπολογισμούς.
Μετά από αυτά, η Bank of America προειδοποιεί ότι η εικόνα του 2021 δεν είναι ρόδινη: Οι προβλέψεις για το ΑΕΠ προϊδεάζουν για αργή ανάκαμψη και τα χρέη αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται.
Όμως, όσο η ΕΚΤ και η Ε.Ε. καταφέρνουν να στηρίζουν τη διάθεση των επενδυτών για ρίσκο (κάτι που προβλέπεται ότι θα συνεχιστεί), οι οίκοι αξιολόγησης μπορούν να δικαιολογήσουν μία συνολικά ουδέτερη στάση απέναντι στο αξιόχρεο των χωρών της Ευρωζώνης, εκτιμάται. Έτσι, η Bank of America σημειώνει ότι οι υποβαθμίσεις είναι πιθανότερες για τις χώρες του ημι-πυρήνα (στις οποίες περιλαμβάνονται Βέλγιο, Γαλλία, Αυστρία κτλ) και την Ισπανία.
Όπως έχει ήδη γράψει το moneyreview.gr, η Ελλάδα εισέρχεται στη νέα χρονιά με προσδοκίες για αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής της ικανότητας. Τα προγραμματισμένα reviews της ελληνικής αξιολόγησης για το έτος θα ξεκινήσουν στις 22 Ιανουαρίου με τη Fitch και θα ακολουθήσουν στις 19 Μαρτίου η DBRS, στις 23 Απριλίου η S&P, στις 21 Μαΐου η Moody’s, στις 16 Ιουλίου η Fitch, στις 17 Σεπτεμβρίου η DBRS, στις 22 Οκτωβρίου η S&P και στις 19 Νοεμβρίου η Moody’s.
Κ. Σαμ.