Αντίθετες με το Σύνταγμα οι σχετικές διατάξεις – Παραβιάζουν το δικαίωμα υπεράσπισης, χωρίς τούτο να δικαιολογείται από το συγκεκριμένο υγειονομικό πλαίσιο που οφείλεται στην πανδημία του Covid-19
Αντίθετες στο Σύνταγμα κρίθηκαν οι διατάξεις σχετικά με τη χρήση τηλεεικονοδιάσκεψης χωρίς τη συγκατάθεση των μερών ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων στο πλαίσιο έκτακτης υγειονομικής ανάγκης από το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο.
Αναλυτικά η απόφαση:
Συνταγματικό Συμβούλιο Décision n° 2020-872 QPC du 15 janvier 2021 M. Krzystof B. [Utilisation de la visioconférence sans accord des parties devant les juridictions pénales dans un contexte d’urgence sanitaire]
Χρήση τηλεεικονοδιάσκεψης χωρίς τη συγκατάθεση των μερών ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων στο πλαίσιο έκτακτης υγειονομικής ανάγκης
Βαρβάρα Μπουκουβάλα (μετάφραση) – Αναδημοσίευση από ddikastes.gr
1. Το άρθρο 5 του διατάγματος της 25ης Μαρτίου 2020 που αναφέρεται παραπάνω προβλέπει ότι : “Κατά παρέκκλιση του άρθρου 706-71 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενώπιον όλων των ποινικών δικαστηρίων, εκτός των κακουργιοδικείων, κάθε μέσο οπτικοακουστικής τηλεπικοινωνίας, χωρίς να είναι αναγκαία η συγκατάθεση των διαδίκων. «Σε περίπτωση τεχνικής ή υλικής αδυναμίας προσφυγής σε τέτοια μέσα, ο δικαστής μπορεί να αποφασίσει να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε άλλο ηλεκτρονικό μέσο επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένου του τηλεφώνου, αρκεί να διασφαλίζεται η ποιότητα της μετάδοσης και η εξακρίβωση της ταυτότητας των συμμετεχόντων, καθώς και η διασφάλιση του απορρήτου της επικοινωνίας μεταξύ των μερών και των δικηγόρων τους. Ο δικαστής διασφαλίζει την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας ανά πάσα στιγμή και η γραμματεία καταρτίζει τα πρακτικά των εργασιών που πραγματοποιήθηκαν. Στις περιπτώσεις που προβλέπονται σε αυτό το άρθρο, ο δικαστής οργανώνει και διεξάγει τη διαδικασία διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τον σεβασμό των δικαιωμάτων υπεράσπισης και την κατ’ αντιμωλία διεξαγωγή των συζητήσεων».
2. Ο προσφεύγων προβάλλει ότι οι διατάξεις αυτές επιτρέπουν στο ανακριτικό τμήμα να αποφασίσει κατόπιν τηλεδιάσκεψης (τηλεεικονοδιάσκεψης) σχετικά με την παράταση της προσωρινής κράτησης, χωρίς να δίδεται η δυνατότητα αντίκρουσης στον διωκόμενο, γεγονός που θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τη στέρηση του τελευταίου, για περισσότερο από ένα χρόνο, της δυνατότητας να εμφανιστεί διά ζώσης ενώπιον του φυσικού του δικαστή. Τούτο οδηγεί σε παραβίαση των δικαιωμάτων υπεράσπισης που οι σκοποί της εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης και της προστασίας της δημόσιας υγείας δεν αρκούν για να δικαιολογήσουν.
[…]
4. Σύμφωνα με το άρθρο 16 της Διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη του 1789 : « Κάθε κοινωνία η οποία δεν έχει εξασφαλίσει τα δικαιώματα των πολιτών της ούτε έχει καθορίσει με ακρίβεια τη διάκριση των εξουσιών, δεν έχει Σύνταγμα». Η ανωτέρω διάταξη κατοχυρώνει το δικαίωμα υπεράσπισης.
6. Κατ ́ εξαίρεση του άρθρου 706-71 του ΚΠοινΔικ, οι αμφισβητούμενες διατάξεις, οι οποίες ισχύουν κατά τη διάρκεια της έκτακτης υγειονομικής κατάστασης ανάγκης που έχει κηρυχθεί με τον νόμο της 23ης Μαρτίου 2020 που αναφέρεται παραπάνω και για ένα μήνα μετά το τέλος αυτής, επιτρέπουν τη χρήση, χωρίς τη συμφωνία των μερών, μέσων οπτικοακουστικών τηλεπικοινωνιών ενώπιον όλων των ποινικών δικαστηρίων, εκτός των κακουργιοδικείων.
7. Αυτές οι διατάξεις αποσκοπούν στη συνέχεια της λειτουργίας των ποινικών δικαστηρίων παρά τα επείγοντα υγειονομικά μέτρα που έχουν ληφθεί για την καταπολέμηση της εξάπλωσης της Πανδημίας covid-19. Συνεπώς έχουν ως σκοπό να προστατεύσουν τη συνταγματική αξία της υγείας και συμβάλλουν στην εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της συνέχειας της λειτουργίας της δικαιοσύνης.
8. Ωστόσο, κατ’ αρχάς, το πεδίο εφαρμογής των προσβαλλομένων διατάξεων αφορά σε όλα τα ποινικά δικαστήρια, με εξαίρεση τα κακουργιοδικεία. Επομένως, επιβάλλουν στον διάδικο τη χρήση μέσων οπτικοακουστικών τηλεπικοινωνιών σε μεγάλο αριθμό περιπτώσεων. Αυτό ισχύει ιδίως για την παράσταση ενώπιον του πλημμελειοδικείου ή του εφετείου που εκδικάζει τις εφέσεις κατά των αποφάσεων αυτού ή την παράσταση ενώπιον των ειδικών τμημάτων των δικαστηρίων που είναι αρμόδια προς εκδίκαση των ποινικών αδικημάτων των ανηλίκων. Η χρήση ενός οπτικοακουστικού μέσου τηλεπικοινωνίας μπορεί επίσης να είναι υποχρεωτική κατά τη διάρκεια της κατ’ αντιμωλίαν συζήτησης πριν από την προσωρινή κράτηση ενός ατόμου ή την παράταση αυτής, ανεξάρτητα από τη χρονική διάρκεια που το πρόσωπο αυτό στερήθηκε της δυνατότητας να εμφανιστεί διά ζώσης ενώπιον του δικαστή που καλείται να αποφανθεί σχετικά με την προσωρινή του κράτηση.
9. Δεύτερον, εάν η προσφυγή σε οπτικοακουστικά μέσα τηλεπικοινωνιών δεν είναι παρά μία δυνατή επιλογή του δικαστή, οι προσβαλλόμενες διατάξεις δεν περιγράφουν καμία προϋπόθεση για την άσκηση αυτής της ευχέρειας και όλες οι περιπτώσεις που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο δεν πλαισιώνονται από κανένα κριτήριο.
10. Ενόψει των ανωτέρω και λαμβανομένης υπόψη της θεμελιώδους σημασίας της εγγύησης της φυσικής παράστασης του ενδιαφερομένου ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, ιδίως στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 8, και ενόψει των προϋποθέσεων που τίθενται για την προσφυγή στη χρήση των μέσων τηλεπικοινωνιών, προκύπτει ότι οι ανωτέρω διατάξεις παραβιάζουν το δικαίωμα υπεράσπισης, χωρίς τούτο να δικαιολογείται από το συγκεκριμένο υγειονομικό πλαίσιο που οφείλεται στην Πανδημία του covid-19 κατά την περίοδο εφαρμογής τους. Επομένως, πρέπει να κηρυχθούν αντίθετες με το Σύνταγμα.
Συνέπειες αντισυνταγματικότητας:
12. Αφενός, κατ ‘εφαρμογή του άρθρου 2 του διατάγματος της 25ης Μαρτίου 2020, οι διατάξεις που κηρύσσονται αντίθετες προς το Σύνταγμα δεν μπορούν να εφαρμοστούν εφεξής. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει λόγος να μετατεθεί ο χρόνος έναρξης του ανίσχυρου των διατάξεων αυτών.
13. Αφετέρου, η αμφισβήτηση των μέτρων που ήδη έχουν ληφθεί βάσει των διατάξεων που κρίθηκαν αντισυνταγματικές, θα παραβίαζε τους σκοπούς συνταγματικής ισχύος της διαφύλαξης της δημόσιας τάξης και της διερεύνησης των δραστών ποινικών αδικημάτων και, συνεπώς, θα είχαν προφανώς υπερβολικές συνέπειες. Κατά συνέπεια, αυτά τα μέτρα δεν μπορούν να αμφισβητηθούν βάσει της αντισυνταγματικότητας αυτής.