Ανακοπή κατά ΕΦΚΑ. Διάκριση ευθύνης σε περίπτωση σύμπτωσης ιδιοτήτων Προέδρου του ΔΣ και διευθύνοντος συμβούλου ανώνυμης εταιρίας.
ΔΠΑ 4341/2020, 34ο Τμήμα
Οι διευθυντές, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι και γενικά οι εντεταλμένοι στην διοίκηση των νομικών προσώπων του άρθρου 115 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, μεταξύ των οποίων και οι ανώνυμες εταιρίες, ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για την καταβολή των οφειλομένων από τα νομικά αυτά πρόσωπα προς το Ι.Κ.Α. ασφαλιστικών εισφορών, οι οποίες έχουν γεννηθεί κατά τη διάρκεια του χρόνου λειτουργίας τους, χωρίς να απαιτείται λύση της εταιρείας, εφόσον είχαν μία από τις ανωτέρω ιδιότητες κατά τον χρόνο γένεσης της σχετικής απαίτησης του Ι.Κ.Α. και ανεξάρτητα από τον χρόνο βεβαίωσης των εισφορών αυτών, τα δε πρόσωπα αυτά ευθύνονται για οφειλές του νομικού προσώπου που δημιουργήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο αυτά είχαν μία από τις κατά τα ανωτέρω ιδιότητες και έφεραν την ευθύνη συμμόρφωσης του νομικού προσώπου προς τις απορρέουσες εκ της ασφαλιστικής νομοθεσίας υποχρεώσεις του (πρβλ. ΣτΕ 267/2018, 567/2014, 1028/2013).
Περαιτέρω, οι όροι «διευθυντές», «διαχειριστές», «διευθύνοντες σύμβουλοι», «εντεταλμένοι στη διοίκηση» αναφέρονται στα πρόσωπα τα οποία έχουν, από το καταστατικό και τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου, ατομική εξουσία διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρίας, είτε είναι μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου (οπότε καλούνται Διευθύνοντες Σύμβουλοι) είτε όχι (οπότε καλούνται Γενικοί Διευθυντές) (πρβλ. ΑΠ 1283/2017).
Εν όψει δε της υποχρέωσης στενής ερμηνείας των σχετικών διατάξεων, που δημιουργούν πρόσθετη ευθύνη προς καταβολή οφειλών νομικού προσώπου σε βάρος φυσικού προσώπου που δεν είχε το ίδιο την ιδιότητα του εργοδότη, τυχόν άλλες ιδιότητες του φυσικού προσώπου που δεν εντάσσονται εννοιολογικά στους όρους «διευθυντής», «διαχειριστής», «διευθύνων σύμβουλος», «εντεταλμένος στη διοίκηση» δεν μπορούν να το καταστήσουν συνυπεύθυνο για την καταβολή των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών. Τέτοιες δε ιδιότητες είναι και εκείνες του απλού μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Προέδρου του, εφόσον πάντως ο τίτλος αυτός δεν συνοδεύεται με εξουσία διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρίας, αλλά οι εξουσίες αυτές έχουν ανατεθεί σε άλλο ή άλλα πρόσωπα (διευθύνοντες συμβούλους ή διευθυντές).
Προς την κατεύθυνση αυτή συνηγορούν και οι μεταγενέστερες (και ως εκ τούτου μη εφαρμοστέες εν προκειμένω) διατάξεις του άρθρου 31 του ν. 4321/2015, οι οποίες διεύρυναν τη σχετική ευθύνη ρητώς σε όλους όσοι διατέλεσαν «νόμιμοι εκπρόσωποι, πρόεδροι, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων» κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους (πρβλ. για τη σχετική διεύρυνση, με τον ν. 4075/2012, του κύκλου των ενεχόμενων ποινικά για μη καταβολή εισφορών προσώπων της διοίκησης νομικού προσώπου, ΑΠ 20, 316/2017).
Στην προκείμενη περίπτωση, ο ανακόπτων υπήρξε Πρόεδρος του ΔΣ και διευθύνων σύμβουλος της ανώνυμης εταιρίας από 7.11.2007 έως 25.3.2008, ενώ υπήρξε, αποκλειστικά, Πρόεδρος του ΔΣ αυτής από 26.3.2008 έως και την 6.9.2010. Κατά το διάστημα από 26.3.2008 και έως την αποχώρησή του από το ΔΣ της ως άνω εταιρίας, ο ανακόπτων, ως Πρόεδρος του ΔΣ αυτής, δεν είχε την αρμοδιότητα εκπροσώπησης της εταιρίας ούτε ήταν σε θέση να δεσμεύει αυτήν με μόνη την υπογραφή του, εξουσίες που ασκούσε στο εξής ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας.
Βάσει των ανωτέρω, το Δικαστήριο έκρινε ότι μη νομίμως βεβαιώθηκαν σε βάρος του με την προσβαλλόμενη ατομική ειδοποίηση ποσά αναγόμενα σε άλλα χρονικά διαστήματα (πλην του διαστήματος από 7.11.2007 έως 25.3.2008), κατ’ αποδοχή εν μέρει της υπό κρίση ανακοπής.