Μια ενδιαφέρουσα απόφαση του Αρείου Πάγου (ΑΠ 1140/2020) για τη διαβίβαση δεδομένων δανειολήπτη σε εταιρείες είσπραξης απαιτήσεων
Μπορεί μια τράπεζα να διαβιβάσει νομίμως προσωπικά δεδομένα δανειολήπτη σε εταιρείες είσπραξης απαιτήσεων, εφόσον κατά τη χορήγηση του δανείου τον είχε ενημερώσει για γνωστοποίηση δεδομένων σε συνεργαζόμενα νομικά πρόσωπα; Πληροί μια τέτοια ενημέρωση τις απαιτήσεις της ενημέρωσης του υποκειμένου κατά το άρθρο 11 Ν.2472/1997;
Αυτό είναι το ζήτημα που εξετάστηκε από το Α1’ Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου στην απόφαση ΑΠ 1140/2020, η οποία αναρτήθηκε πρόσφατα στην ιστοσελίδα του ανωτάτου δικαστηρίου.
Το ιστορικό
Το Δεκέμβριο του 2008 ο ενάγων κατάρτισε σύμβαση προσωπικού δανείου με την εναγόμενη Τράπεζα, για το ποσόν των 3.000 ευρώ, πληρωτέου σε 36 μηνιαίες δόσεις.
Ο δανειολήπτης εξόφλησε εμπροθέσμως τις 35 δόσεις, όχι όμως και την τελευταία. Στην όχληση της Τράπεζας περί ύπαρξης υπολοίπου οφειλής, της τάξης των 105,79 ευρώ, ο δανειολήπτης απάντησε ότι δεν αναγνωρίζει καμία άλλη οφειλή, αφού το υπόλοιπο αυτό συμψηφίζεται με ποσό που του παρακρατήθηκε, ως έξοδα δανείου, κατά την εκταμίευση των χρημάτων.
Μετά την απάντηση αυτή, η εναγόμενη διαβίβασε τα προσωπικά δεδομένα του δανειολήπτη «τόσο στη δική της εισπρακτική εταιρεία, όσο και σε άλλες εισπρακτικές εταιρείες», οι οποίες και άρχισαν να τον οχλούν τηλεφωνικώς για την εξόφληση του υπολοίπου. Ο δανειολήπτης προσέφυγε δικαστικώς ζητώντας να αναγνωριστεί η παραβίαση των απαιτήσεων ενημέρωσης του άρθρου 11 Ν.2472/1997, αφού αυτός ουδέποτε είχε ενημερωθεί για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, τόσο κατά τη σύναψη της σύμβασης, όσο και πριν η διαβίβαση συντελεστεί. Η Τράπεζα, από την πλευρά της, ισχυρίστηκε ότι είχε ενημερώσει τον δανειολήπτη της, καθώς στη σύμβαση δανείου αναφερόταν ότι: «Ο Δανειολήπτης και ο εγγυητής παρέχουν στην Τράπεζα την ρητή και ανεπιφύλακτη συγκατάθεσή τους και εξουσιοδότηση να τηρεί σε ηλεκτρονικό ή μη αρχείο και να επεξεργάζεται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία δηλώθηκαν στην Τράπεζα με την υποβολή της αίτησης για την χορήγηση δανείου, τα οποία μπορούν να γνωστοποιούνται προς χρήση στις εταιρείες του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας καθώς και στα συνεργαζόμενα με την Τράπεζα φυσικά και νομικά πρόσωπα, όπως και τα δεδομένα που προκύπτουν από τη λειτουργία της παρούσας σύμβασης».
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών, δικάζοντας ως Εφετείο, δικαίωσε τον ενάγοντα.
Σύμφωνα με το δικαστήριο, δεν αποδείχθηκε ότι η Τράπεζα είχε ενημερώσει τον ενάγοντα, είτε κατά το χρόνο συλλογής των δεδομένων, είτε και μεταγενέστερα, «κατά τρόπο σαφή για την ταυτότητα του υπευθύνου επεξεργασίας, την ταυτότητα του τυχόν εκπροσώπου του, για τον σκοπό της επεξεργασίας (διαβίβασης) και για τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών, όπως απαιτείτο κατ’ άρθρον 11 παρ. 1 α, β, γ Ν. 2472/1997».
Η αναφορά σε γνωστοποίηση δεδομένων σε «συνεργαζόμενα» νομικά πρόσωπα, κατά το δικαστήριο, αφορούσε στο πλαίσιο της προώθησης προϊόντων και υπηρεσιών και όχι σε θέματα σχετικά με την κίνηση του λογαριασμού του δανείου, ενώ «η όποια συγκατάθεσή του αφορούσε συγκατάθεση για ενημέρωση εκ μέρους τρίτων συνεργαζομένων εταιρειών για προώθηση αγαθών και υπηρεσιών και όχι συγκατάθεση για διαβίβαση προσωπικών του δεδομένων σε εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών».
Εν τέλει, «για την ορθή και νόμιμη εφαρμογή των διατάξεων, που αφορούν στην ενημέρωση του ενάγοντος από την εναγόμενη τράπεζα και την συγκατάθεση του πρώτου για την επεξεργασία και διαβίβαση σε τρίτους των προσωπικών του στοιχείων, η εναγομένη τράπεζα ήταν υποχρεωμένη να τον ενημερώσει ειδικώς για τις εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών, με τις οποίες συνεργάζεται (επωνυμία, έδρα κ.λ.π) στις οποίες είχαν διαβιβαστεί τα προσωπικά στοιχεία του ενάγοντος και οι οποίες θα τον καλούσαν προς ενημέρωση και διευθέτηση της οφειλής του, γεγονός που δεν απεδείχθη ότι έλαβε χώρα στην προκειμένη περίπτωση».
Διαπιστώνοντας, κατά τα ανωτέρω, την προσβολή προσωπικότητας του ενάγοντος, το δικαστήριο επεδίκασε το ποσόν των 5.869,40 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική του βλάβη.
Η κρίση του Αρείου Πάγου
Ο Άρειος Πάγος δεν συμφώνησε με την ως άνω κρίση της προσβαλλόμενης απόφασης, την οποία και αναίρεσε κατά το μέρος της αυτό.
Το ανώτατο ακυρωτικό δέχθηκε ότι αφενός δεν θα μπορούσε να γίνει αναφορά σε εταιρείες είσπραξης απαιτήσεων σε χρόνο πρότερο της θέσπισής τους από τον Ν.3578/2009, αφετέρου οι εταιρείες αυτές «εμπίπτουν στην έννοια των “συνεργαζομένων”, με την αναιρεσείουσα, εναγομένη, τράπεζα νομικών προσώπων, αφού είχε αναθέσει, σ’ αυτές, να εισπράττουν, για λογαριασμό της, από τους δανειολήπτες, οφειλέτες της, τις κατ’ αυτών απαιτήσεις της».
Ειδικότερα, σύμφωνα με την απόφαση:
«Υπό τα δεδομένα αυτά, η ενημέρωση του υποκειμένου προσωπικών δεδομένων στην κρινόμενη υπόθεση αναιρεσίβλητου, από την υπεύθυνη επεξεργασίας των δεδομένων, αναιρεσείουσα, η οποία πραγματοποιήθηκε με τη σχετική αναγραφή στο έντυπο της αίτησης χορήγησης του δανείου, ότι αποδέκτες των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του αναιρεσίβλητου δανειολήπτη, τα οποία αφορούν την είσπραξη των απαιτήσεων της αναιρεσείουσας Τράπεζας, σε περίπτωση μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται με τη σύμβαση δανείου, είναι, εκτός των άλλων, και συνεργαζόμενα με την Τράπεζα φυσικά και νομικά πρόσωπα, όπως οι προαναφερθείσες εταιρείες, πληροί την απαιτούμενη, κατά τα γενόμενα δεκτά, ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων για τους αποδέκτες των προσωπικών του δεδομένων που συνελέγησαν κατά τη χορήγηση της πίστωσης και συνεπώς η ενέργεια αυτή της αναιρεσείουσας δεν συνιστούσε παραβίαση των ρυθμίσεων του άρθρου 11 παρ. 1 περ. γ’ ν. 2472/1997.
Και τούτο διότι, λαμβανομένου υπόψη ότι, οι ανωτέρω εταιρείες, με αντικείμενο την είσπραξη απαιτήσεων, στις οποίες διαβιβάστηκαν τα προσωπικά δεδομένα του ήδη αναιρεσίβλητου, ενάγοντος, θεσπίσθηκαν το πρώτον με το ν. 3578/2009, δηλαδή μετά την κατάρτιση της συμβάσεως δανείου μεταξύ των διαδίκων και, ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσε να αναγραφεί στην επίμαχη δανειακή σύμβαση ότι τα ως άνω δεδομένα θα διαβιβασθούν και σ’ αυτές, εμπίπτουν στην έννοια των “συνεργαζομένων”, με την αναιρεσείουσα, εναγομένη, τράπεζα νομικών προσώπων, αφού είχε αναθέσει, σ’ αυτές, να εισπράττουν, για λογαριασμό της, από τους δανειολήπτες, οφειλέτες της, τις κατ’ αυτών απαιτήσεις της.
Επομένως, το Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών, που δίκασε κατ’ έφεση και έκρινε ότι η αναιρεσείουσα Τράπεζα, όφειλε, εκτός από την πραγματοποιηθείσα κατά τη συλλογή των προσωπικών δεδομένων του αναιρεσίβλητου, να προβεί σε ενημέρωση αυτού για τη διαβίβαση των προσωπικών του δεδομένων, κατά το χρόνο διαβίβασης αυτών στις ως άνω εισπρακτικές εταιρείες και με την παράλειψή της αυτή και την εν συνεχεία χρήση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αυτού, από τις ως άνω εισπρακτικές εταιρείες, προκάλεσε σ’ αυτόν ηθική βλάβη και θεμελίωσε την αξίωσή του για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης, παραβίασε τους ανωτέρω κανόνες ουσιαστικού δικαίου, με εσφαλμένη υπαγωγή, σ’ αυτούς, των ανελέγκτως γενόμενων δεκτών πραγματικών περιστατικών στον εφαρμοσθέντα ως άνω κανόνα ουσιαστικού δικαίου».
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο areiospagos.gr