ΑΡΙΘΜΟΣ 518/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Ρύθμιση των οφειλών των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Ευθύνη εγγυητή.
– Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 Ν. 3869/2010 για τη ρύθμιση των οφειλών των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων “φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση για τη ρύθμιση των οφειλών τους και απαλλαγή. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής η έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας στον οφειλέτη αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για την δυνατότητα υπαγωγής του στις διατάξεις του νόμου 3869/2010. Πτωχευτική ικανότητα έχουν τα πρόσωπα, τα οποία έχουν εμπορική ιδιότητα, την οποία αποκτούν κατά το υποκειμενικό (ουσιαστικό) σύστημα, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Εμπ.Ν., εφόσον ενεργούν κατά σύνηθες επάγγελμα εμπορικές πράξεις. Οι έμποροι, συνεπώς, για τους οποίους, μάλιστα, βάσει του άρθρου 8 παρ. 2 του ΒΔ/τος 2/14-5-1835 “περί αρμοδιότητας των εμποροδικείων”, ισχύει το τεκμήριο της εμπορικότητας, σύμφωνα με το οποίο όλες οι συναλλαγές που γίνονται από τον έμπορο τεκμαίρεται ότι γίνονται χάριν της εμπορίας του, αποκλείονται από την εφαρμογή του Ν. 3869/2010, στη ρύθμιση του οποίου, συνεπώς, δεν υπάγονται, ούτε τα ιδιωτικά χρέη του εμπόρου. Γι’ αυτούς, σε περίπτωση αδυναμίας εκπληρώσεως των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών τους, κατά τρόπο γενικό και μόνιμο (παύση πληρωμών), ισχύουν οι ρυθμίσεις του Ν. 3588/2007 (ΠτΚ) και όχι αυτές του Ν. 3869/2010 (ΑΠ 803/2017). Έτσι, υπάγονται στην ρύθμιση του ανωτέρω νόμου τα πρόσωπα που δεν ασκούν αυτοτελή οικονομική δραστηριότητα που να τους προσδίδει την ιδιότητα του εμπόρου, όπως, επίσης, και πρόσωπα τα οποία ήταν έμποροι, έπαυσαν, όμως, την εμπορία ή την οικονομική τους δραστηριότητα, χωρίς κατά την παύση αυτή να έχουν παύσει τις πληρωμές τους, ενώ, αντίθετα, δεν υπάγονται στην ρύθμιση του νόμου τα πρόσωπα, τα οποία, κατά τον χρόνο παύσεως των πληρωμών, είχαν την εμπορική ιδιότητα. Η εμπορική ιδιότητα, είτε υφιστάμενη, είτε αναγόμενη στο παρελθόν, κατά το χρονικό όμως σημείο κατά το οποίο έπαυσαν οι πληρωμές, είναι η προϋπόθεση, που προσδίδει πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, αποκλείοντας την υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του νόμου (ΑΠ 805/2019).
– Η ρυθμιζόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 847 επ. Α.Κ. σύμβαση εγγυήσεως είναι καθ` αυτή σύμβαση αστικού δικαίου, αφού κατά κανόνα παρέχεται χαριστικώς προς εξυπηρέτηση συμφερόντων άλλου. Αν όμως, αυτή δίνεται από τον εγγυητή κατ’ εκμετάλλευση της πίστεως που παρέχει το όνομά του και η οικονομική του επιφάνεια, με την είσπραξη απ’ αυτόν αμοιβής ή άλλης χρηματικής ωφέλειας ή με οποιοδήποτε άλλο, άμεσο ή έμμεσο, οικονομικό όφελος, που αντλείται από το λόγο για τον οποίο δόθηκε η εγγύηση και με την ανάληψη του σχετικού κινδύνου, τότε αυτή είναι εμπορική πράξη για τον εγγυητή και, μάλιστα, ανεξάρτητα από τον εμπορικό χαρακτήρα της κύριας οφειλής ή της εμπορικής ιδιότητας του εγγυητή, δηλαδή, αντικειμενικά εμπορική πράξη, κατ’ αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 2 του προαναφερομένου ΒΔ/τος “περί αρμοδιότητας των εμποροδικείων”, διότι συντρέχουν τα προσδιοριστικά στοιχεία της εξ αντικειμένου εμπορικότητας, δηλαδή η διαμεσολάβηση στην παροχή πίστεως με την ανάληψη του κινδύνου, προς το σκοπό απολαύσεως οικονομικού οφέλους. Επομένως, τέτοιες εγγυήσεις, εφόσον παρέχονται κατά σύνηθες επάγγελμα με σκοπό βιοπορισμού, αποτελούν αντικειμενικά εμπορικές πράξεις που προσδίδουν στον παρέχοντα αυτές την ιδιότητα του εμπόρου κατά το άρθρο 1 του Εμπ.Ν. (ΟλΑΠ 1513/1980, ΑΠ 805/2019, ΑΠ 1692/1998, ΑΠ 108/1997, ΑΠ 48/1996). Δηλαδή, η παροχή τέτοιων εγγυήσεων προσδίδει την ιδιότητα του εμπόρου κατά την ανωτέρω έννοια στον παρέχοντα αυτές όταν ασκείται κατά σύνηθες και όχι απαραίτητα κύριο επάγγελμα. Η κτήση, δηλαδή, της εμπορικής ιδιότητας δεν αποκλείεται από την παράλληλη με αυτή άσκηση άλλου μη εμπορικού επαγγέλματος ή άλλης ιδιότητας (ΟλΑΠ 1513/1980, ΑΠ 805/2019).