ΑΡΙΘΜΟΣ 805/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Σύμβαση δανείου. Καταγγελία. Υπερημερία οφειλέτη. Όχληση. Παραγραφή. Διακοπή παραγραφής.
– Κατά τη διάταξη του άρθρου 806 ΑΚ με τη σύμβαση του δανείου ο ένας από τους συμβαλλομένους μεταβιβάζει στον άλλον, κατά κυριότητα, χρήματα ή άλλα αντικαταστατά πράγματα, και αυτός έχει υποχρέωση να αποδώσει άλλα πράγματα της ίδιας ποσότητας και ποιότητας, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 807 ΑΚ, αν δεν ορίσθηκε χρόνος για την απόδοση του δανείου ούτε συνάγεται αυτός από τις περιστάσεις, το δάνειο αποδίδεται αφού περάσει ένας μήνας από την καταγγελία του δανειστή ή του οφειλέτη. Από την τελευταία αυτή διάταξη, συνδυαζόμενη προς εκείνες των άρθρων 341 παρ. 2, 345 εδ. α’ και 808 του ΑΚ το πρώτο των οποίων ορίζει, στην παράγραφο 2, ότι αν για την εκπλήρωση της παροχής έχει ταχθεί ορισμένη προθεσμία από την καταγγελία, ο οφειλέτης γίνεται υπερήμερος όταν, αφού γίνει η καταγγελία, περάσει η προθεσμία, προκύπτει ότι επί δανείου του οποίου η απόδοση δεν είναι προσδιορισμένη χρονικώς, αυτό είναι αποδοτέο όταν παρέλθει ένας μήνας (υπολογιζόμενος σύμφωνα με τα άρθρα 240, 241 παρ. 1, 242, 243 παρ. 2 του Α.Κ.), από την ημέρα καταγγελίας του δανείου, είτε από τον δανειστή είτε από τον δανειολήπτη γενόμενης, και ότι οφειλέτης, που δεν αποδίδει το δάνειο όταν η προθεσμία αυτή παρέλθει, καθίσταται (υπό την επιφύλαξη του άρθρου 342 του ΑΚ) υπερήμερος, χωρίς να προσαπαιτείται όχληση εκ μέρους του δανειστή κατά το άρθρο 340 του Α.Κ. (ΑΠ 663/2010, ΑΠ 1740/2009, ΑΠ 1437/2005, ΑΠ 703/1992). Ο οφειλέτης δε, που κατέστη υπερήμερος, ως προς την απόδοση χρηματικού δανείου, οφείλει κατ’ αρχήν το από το νόμο προβλεπόμενο ανώτατο ποσοστό τόκου υπερημερίας (ίσο με το ποσοστό νόμιμου τόκου), εκτός εάν τα μέρη είχαν προβλέψει με τη σύμβαση να οφείλεται και για το χρόνο υπερημερίας του οφειλέτη το συμφωνημένο (κατώτερο) ποσοστό δικαιοπρακτικού τόκου (ΑΠ 1740/2009).
– Κατά το άρθρο 250 αριθ. 15 ΑΚ σε πέντε χρόνια παραγράφονται οι αξιώσεις των τόκων, κατά δε το άρθρο 251 ΑΚ η παραγραφή αρχίζει από τότε που γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η επιδίωξή της. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 253 ΑΚ η παραγραφή των αξιώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 250 ΑΚ αρχίζει μόλις λήξει το έτος μέσα στο οποίο συμπίπτει η έναρξη της παραγραφής, που ορίζεται στα προηγούμενα άρθρα. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι σε πέντε χρόνια παραγράφονται και οι τόκοι της υπερημερίας, οφειλόμενοι από της οχλήσεως (άρθρα 340, 345 ΑΚ), η εν λόγω δε βραχυπρόθεσμη (πενταετής) παραγραφή αρχίζει να τρέχει από την αρχή κάθε επόμενου έτους εκείνου εντός του οποίου έχουν παραχθεί αυτοί (τόκοι) και κατά το οποίο ο δικαιούχος μπορούσε να εγείρει αγωγή και να τους ζητήσει (ΑΠ 1411/2008). Τέλος, κατά το άρθρο 261 Α.Κ., την παραγραφή διακόπτει η έγερση της αγωγής, η δε παραγραφή, που διακόπηκε με τον τρόπο αυτό, αρχίζει και πάλι από την τελευταία διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου, επί αγωγών δε, που ασκήθηκαν μετά την έναρξη ισχύος της παραγράφου 1 άρθρου 101 του Ν. 4139/2013, στις 20-03-2013, η διακοπείσα, ως άνω, παραγραφή επαναρχίζει από την έκδοση τελεσίδικης απόφασης. Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται, με σαφήνεια, ότι η διακοπή της παραγραφής, με την άσκηση της αγωγής, επέρχεται υπέρ του πραγματικού δικαιούχου και κατά του πραγματικού υποχρέου της διαγνωστέας οφειλής τόσο όταν την αγωγή ασκεί ο πραγματικός δικαιούχος της αξιώσεως, όσο και όταν ασκεί αυτή μη δικαιούχος διάδικος, ο οποίος νομιμοποιείται στην άσκηση αυτής (ΑΠ 1102/2019, ΑΠ 172/2018, ΑΠ 252/2016, ΑΠ 190/2008).