Οι ευρωπαϊκές τράπεζες, σε μεγάλο βαθμό, επέδειξαν αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες σε σημαντικό βαθμό φαίνεται να έχουν ξεπεράσει τα προβλήματα που έχει προκαλέσει η πανδημική κρίση. Ωστόσο, βρίσκονται αντιμέτωπες με ορισμένες σημαντικές προκλήσεις που μπορούν να κλονίσουν συθέμελα τον τραπεζικό κλάδο στη Γηραιά Ήπειρο.
Οι αναλυτές που αξιολογούν τα τεκταινόμενα στον κλάδο επισημαίνουν τις ομοιότητες που υπάρχουν με την χρηματοοικονομικήκρίσης του τέλους της πρώτης δεκαετίας του αιώνα. Υπάρχει όμως μία ουσιαστική διαφορά: οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν τώρα πολύ ισχυρότερη κεφαλαιακή θέση σε σχέση με το παρελθόν.
Πού οφείλεται η ανθεκτικότητα των τραπεζών
Αυτό οφείλεται εν μέρει στο αυστηρότερο ρυθμιστικό πλαίσιο των τραπεζών που επιβλήθηκε από τις ευρωπαϊκές αρχές μετά το σοκ του 2008. Ένα πλαίσιο που φαίνεται «να αποδίδει καρπούς», προφυλάσσοντας τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα από τους ισχυρούς κλυδωνισμούς.
Πλέον, οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι περισσότερο σίγουρες για την κεφαλαιακή τους θέση, γεγονός που αποτυπώνεται στην πρόθεση και στην ετοιμότητα ορισμένων απ’ αυτές να προχωρήσουν στην πληρωμή μερισμάτων για το 2020, παρά το «καμπανάκι» των ρυθμιστικών αρχών.
«Η πιο σημαντική παράμετρος είναι ότι δεν έχουμε παρατηρήσει σημαντική επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού των ιδρυμάτων από την έναρξη της κρίσης», δήλωσε ο Αρνό Ζουρνουά, αντιπρόεδρος της DBRS Morningstar σχολιάζοντας τα αποτελέσματα του τελευταίου τριμήνων.
Ο Φαχίντ Κουνβάρ, στέλεχος της Redburn ανέφερε επίσης ότι τα τελευταία τριμηνιαία αποτελέσματα ήταν «ισχυρά» με τα τρία τέταρτα των τραπεζών να γεμίζουν τα ταμεία τους.
Η κρατική στήριξη
Τα μεγαλύτερα τραπεζικά ιδρύματα στην Ευρώπη επωφελήθηκαν από μέτρα στήριξης των κυβερνήσεων, αλλά και από τη νομισματική πολιτική που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Τράπεζα της Αγγλίας. Οι αποφάσεις του περιόρισαν τα «λουκέτα» των επιχειρήσεων και έδωσαν ώθηση στον δανεισμό.
Ωστόσο, η κατάσταση θα μπορούσε να αλλάξει κατά το επόμενο έτος, καθώς αυτές οι κρατικές παρεμβάσεις ενδέχεται να περιοριστούν.
«Τα κόκκινα δάνεια θα αρχίσουν να «σκάνε» το επόμενο έτος. Τότε θα έχουμε μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για το πόσο άσχημη είναι η κατάσταση στον κλάδο», ανέφερε στο CNBC ο Νικ Άντριους, αναλυτής της Gavekal.
Η Ελίζαμπεθ Ράντμαν, επικεφαλής των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στη DBRS Morningstar, δήλωσε επίσης ότι «το πλήρες επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν είναι ακόμη πλήρως γνωστό».
Οι κυβερνήσεις δεν έχουν ανακοινώσει την άρση των μέτρων στήριξης, αλλά καθώς η υγειονομική κρίση περιορίζεται, τα σταδιακό άνοιγμα της οικονομίας ίσως να συνοδευτεί από τη σταδιακή άρση των κρατικών ενισχύσεων. Αυτό θα ασκήσει πίεση σε ορισμένες εταιρείες, οι οποίες μπορεί να δηλώσουν αδυναμία να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους. «Όταν αποσυρθούν αυτά τα μέτρα, αναμένουμε αύξηση των χρεοκοπιών αλλά του αριθμού των μη εξυπηρετούμενων δανείων στις τράπεζες», πρόσθεσε η Ράντμαν.
Το ύψος των επιτοκίων
Η δεύτερη πρόκληση είναι τα επιτόκια. «Ένας κίνδυνος, δεδομένου του επιπέδου των κρατικών δαπανών, είναι η πιθανή ραγδαία αύξηση των επιτοκίων, αυτό θα αυξήσει το κόστος των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας», δήλωσε ο Τζες Στάλεϊ, Διευθύνων Σύμβουλος της Barclays στο CNBC.
Τα επιτόκια μειώθηκαν σε χαμηλά επίπεδα μετά την πανδημία, αλλά οι κεντρικές τράπεζες θα μπορούσαν να εξετάσουν το ενδεχόμενο αύξησής τους εάν ο πληθωρισμός αυξηθεί σημαντικά στο εγγύς μέλλον. Ο κίνδυνος αυτός είναι μικρότερος στις χώρες της ζώνη του Ευρώ, σύμφωνα με τον Άντριους, όπου η πρόσφατη αύξηση του πληθωρισμού συνδέονταν με έκτακτα γεγονότα, όπως νέοι νόμοι για τους καταναλωτικούς φόρους στη Γερμανία.
Ωστόσο, στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι οικονομολόγοι έχουν προβλέψει ότι ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή θα ξεπεράσει τον στόχο που έχει θέσει η Τράπεζα της Αγγλίας, κάτι που πιθανότατα θα οδηγήσει στην αύξηση των επιτοκίων εκ μέρους της κεντρικής τράπεζας.
Όμως, υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να βοηθήσει τις ευρωπαϊκές τράπεζες στη φάση της ανάκαμψης. Οι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι οι καταναλωτές θα επιστρέψουν στα καταστήματα και στα εστιατόρια, κινώντας ξανά την οικονομία αμέσως μόλις αρθούν τα περιοριστικά μέτρα.