Για την πολιτική επικοινωνία (αποστολή μηνυμάτων και την διενέργεια κλήσεων πολιτικού περιεχομένου / προώθησης υποψηφιοτήτων) εφαρμόζονται οι διατάξεις του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (ΕΕ) 2016/679, στο εξής «ο Κανονισμός» και του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου 112 του 2004, όπως έχει τροποποιηθεί, στο εξής «Νόμος 112(Ι)/2004», που αφορούν στην απ’ ευθείας εμπορική προώθηση.
Το περιεχόμενο μιας πολιτικής επικοινωνίας μπορεί να παρουσιάζεται αμέσως ή εμμέσως, όπως με απλή παράθεση του προγράμματος δράσης και των πολιτικών ιδεών, με ενημερωτικό δελτίο που καλύπτει διάφορα θέματα, με προσκλήσεις σε ιστοχώρους για ανάγνωση των πολιτικών μηνυμάτων, ή με πρόσκληση σε προεκλογική ομιλία ή εκδήλωση. Ως εκ τούτου, τέτοιου είδους μηνύματα θεωρούνται «διαφημιστικά» και ισχύουν οι πιο πάνω διατάξεις της νομοθεσίας.
Η διεύθυνση οικίας, η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και ο αριθμός τηλεφώνου αποτελούν προσωπικά δεδομένα. Η χρήση τους για
σκοπούς πολιτικής επικοινωνίας αποτελεί μορφή επεξεργασίας. Τα πρόσωπα που διεξάγουν την πολιτική επικοινωνία στο πλαίσιο της προώθησης των πολιτικών τους προγραμμάτων και ιδεών είναι υπεύθυνοι επεξεργασίας σύμφωνα με την ερμηνεία που δίδεται στον όρο αυτό στο άρθρο 4 του Κανονισμού, είτε πρόκειται για πολιτικά κόμματα / κινήματα ή υποψήφιους βουλευτές και θα πρέπει να ενεργούν σύμφωνα με τις διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας.
Στις περιπτώσεις που μέρος της επεξεργασίας ανατίθεται σε εκτελούντα την επεξεργασία (εξωτερικό φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δεν είναι υπάλληλος / εργοδοτούμενος του υπεύθυνου επεξεργασίας), σύμφωνα με τον Κανονισμό (Άρθρα 4(8) και 28), θα πρέπει να υπάρχει σύμβαση και ο εκτελών να συμμορφώνεται με όλες τις προβλεπόμενες από τον Κανονισμό υποχρεώσεις του.
Η Επίτροπος παρέχει αναλυτικές οδηγίες τόσο για την πολιτική επικοινωνία μέσω της αποστολής μηνυμάτων (email, sms) όσο και της διενέργειας κλήσεων/ταχυδρομείου.
Παράλληλα, η Επίτροπος παρέχει ορισμένες διευκρινήσεις και για όλες τις περιπτώσεις πολιτικής επικοινωνίας.
Σε όλες τις περιπτώσεις πολιτικής επικοινωνίας η συγκατάθεση θα πρέπει:
– να αποτελεί συγκεκριμένη και ρητή ένδειξη βουλήσεως, με δήλωση ή με σαφή θετική ενέργεια, – να λαμβάνεται αφού το υποκείμενο των δεδομένων έχει ενημερωθεί, – να είναι ελεύθερη, – να μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή,
– να μπορεί να αποδειχθεί από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ότι έχει ληφθεί.
Νοείται ότι η συγκατάθεση θα πρέπει να λαμβάνεται από τον ίδιο τον κάτοχο του αριθμού ή της διεύθυνσης και όχι από τρίτους.
Δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν αριθμοί ή διευθύνσεις από πηγές προσβάσιμες στο κοινό (όπως, για παράδειγμα, τον τηλεφωνικό κατάλογο, το διαδίκτυο ή καταλόγους μελών επαγγελµατικών ενώσεων, σωματείων, συλλόγων, επαγγελµατικών κλάδων κ.τ.λ.) για αποστολή μηνυμάτων και διενέργεια κλήσεων πολιτικού περιεχομένου / προώθησης υποψηφιοτήτων αλλά ούτε για σκοπούς λήψης συγκατάθεσης αφού τέτοια ενέργεια θα συνιστούσε πολιτική επικοινωνία χωρίς συγκατάθεση.
Δεν επιτρέπεται επίσης η πολιτική επικοινωία σε τυχαίους αριθμούς τηλεφώνων (π.χ. που έχουν παραχθεί από πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή).
Ακόμη και εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν διατηρεί στοιχεία των κατόχων των αριθμών, οι αριθμοί τηλεφώνων αποτελούν προσωπικά δεδομένα, καθώς ο κάτοχος τους μπορεί εύκολα να ταυτοποιηθεί.
Δείτε αναλυτικά τις οδηγίες στο dataprotection.gov.cy(link is external).