Τι δείχνουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ
Στο 13,5% υπολογίζεται η ζημιά της πανδημίας του κορωνοϊού στον τζίρο των επιχειρήσεων και των δραστηριοτήτων της ελληνικής οικονομίας, όπως προκύπτει από τα προσωρινά στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ).
Πιο συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια του 2020, ο κύκλος εργασιών για το σύνολο των επιχειρήσεων και των δραστηριοτήτων της οικονομίας διαμορφώθηκε σε 266 δισ. ευρώ, αριθμός μειωμένος κατά 13,5% σε σχέση με το 2019, όταν είχε ανέλθει σε 307,7 δισ. ευρώ
Πρόκειται, επομένως, για απώλεια τζίρου της τάξης των 41,7 δισ. ευρώ μέσα στο 12μηνο της πανδημίας του κορωνοϊού και των πρωτοφανών περιοριστικών μέτρων.
Η μεγαλύτερη πτώση, όπως είναι φυσικό, παρατηρήθηκε στον τομέα υπηρεσιών παροχής καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης, ο οποίος συρρικνώθηκε κατά 53,4%. Κατά 50,1% διολίσθησε και ο κλάδος της διαχείρισης ακίνητης περιουσίας.
Ακολούθησε ο τομέας «άγνωστη δραστηριότητα» με «βουτιά» 40,1%, ο τομέας διοικητικών και υποστηρικτικών δραστηριοτήτων με πτώση 35,3%, ο τομέας των τεχνών – διασκέδασης – ψυχαγωγίας με απώλειες 30,1% και ο τομέας μεταφοράς – αποθήκευσης με μείωση 26,6%.
Στον αντίποδα, στην υγειονομική κρίση «αντιστάθηκε» ο τομέας γεωργίας – δασοκομίας – αλιείας, ο οποίος ενισχύθηκε κατά 3,1%, ο τομέας δημόσιας διοίκησης – άμυνας – υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης (0,8%) και ο τομέας δραστηριότητες ανθρώπινης υγείας και κοινωνικής μέριμνας (0,5%).
Όσον αφορά τις 205.984 επιχειρήσεις, οι οποίες τέθηκαν σε υποχρεωτική αναστολή λειτουργίας τον Μάρτιο του 2020, ο κύκλος εργασιών για το σύνολο του έτους περιορίστηκε κατά 36,4% και διαμορφώθηκε από 29,5 δισ. ευρώ το 2019 σε 18,7 δισ. ευρώ το 2020, με τη μεγαλύτερη πτώση (-67,5%) να παρατηρείται στον κλάδο των καταλυμάτων.
Στο τελευταίο τρίμηνο του 2020, ο κύκλος εργασιών στο σύνολο των επιχειρήσεων και των δραστηριοτήτων υποχώρησε κατά 8,6% και περιορίστηκε στα 72,2 δισ. ευρώ, γεγονός το οποίο αποδεικνύει ότι η επίδραση του β’ lockdown ήταν ηπιότερη σε σχέση με την αντίστοιχη του α’ lockdown (Μάρτιος – Απρίλιος). Και πάλι, ωστόσο, το βαρύτερο τίμημα κλήθηκαν να πληρώσουν οι υπηρεσίες παροχής καταλύματος και εστίασης, ο τζίρος των οποίων συρρικνώθηκε κατά 47,9%.