ΑΡΙΘΜΟΣ 752/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Εικονική σύμβαση.
– Από τις διατάξεις του άρθρου 138 ΑΚ προκύπτει ότι δήλωση βουλήσεως που εν γνώσει του δηλούντος δεν έγινε σπουδαίως παρά μόνο φαινομενικώς είναι εικονική, πάσχουσα ακυρότητα εκ του λόγου αυτού. Σκοπός της εν λόγω δηλώσεως είναι να δημιουργηθεί στους άλλους η εντύπωση μεταβολής της νομικής καταστάσεως άνευ υπάρξεως στον δηλούντα προθέσεως τέτοιας πραγματικής μεταβολής. Εικονική δυνατόν να είναι η δήλωση βουλήσεως όχι μόνο σε μονομερή δικαιοπραξία, αλλά και σε σύμβαση, όπως σύμβαση εταιρείας (άρθρο 741 ΑΚ), στην τελευταία δε αυτή περίπτωση για την αντίστοιχη ακυρότητα της συμβάσεως προϋποτίθεται γνώση της εικονικότητας από τον αντισυμβαλλόμενο του δηλούντος (ΑΠ 25/2016, ΑΠ681/2016). Επομένως, για την ακυρότητα μιας συμβάσεως ως εικονικής, ουσιώδες στοιχείο είναι η γνώση και η συμφωνία όλων των κατά το χρόνο της καταρτίσεως της συμβαλλομένων, για το ότι η συναφθείσα σύμβαση είναι εικονική και δεν παράγει έννομες συνέπειες. Για την εικονικότητα, δηλαδή, της δικαιοπραξίας αρκεί το γεγονός, ότι η δηλωθείσα βούληση των δικαιοπρακτούντων βαρύνεται με ελάττωμα, που συνίσταται στο ότι δεν αποσκοπεί πράγματι στην παραγωγή των εννόμων αποτελεσμάτων της καταρτιζόμενης δικαιοπραξίας (ΑΠ563/2016). Στο σχετικό περί εικονικότητας ισχυρισμό εμπεριέχεται και το στοιχείο ότι κατά το χρόνο καταρτίσεως της όλοι οι συμβαλλόμενοι ήταν εν γνώσει της εικονικότητας (ΑΠ874/1996).
Συνεπώς δεν είναι ανάγκη να προκύπτει και ο σκοπός για τον οποίο έγινε η ελαττωματική αυτή δήλωση, εκτός αν υποκρύπτει άλλη δικαιοπραξία και μόνο για την έρευνα του κύρους ή μη αυτής συμφώνως προς το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 138 ΑΚ (ΑΠ 502/2018). Ο εικονικώς δικαιοπρακτήσας μπορεί να αντιτάξει την εικονικότητα και την ακυρότητα της δικαιοπραξίας απ` αυτή τόσο κατά του αντισυμβληθέντος όσο και κατά του τρίτου, που συναλλάχθηκε εν γνώσει της εικονικότητας, όχι δε και κατά εκείνου που αγνοούσε οπωσδήποτε αυτή (ΑΠ794/2008).