Eφετείο Αθηνών 5634/2020: Ελευθέρωση εγγυητή από σύμβαση εγγύησης – Πταίσμα της τράπεζας – Με ενέργειες ή παραλείψεις της έγινε αδύνατη η ικανοποίηση της από τον πρωτοφειλέτη.
“Κατά το άρθρο 862 ΑΚ, ο εγγυητής ελευθερώνεται, εφόσον από πταίσμα του δανειστή έγινε αδύνατη η ικανοποίηση του από τον οφειλέτη. Με τη διάταξη αυτή τίθεται ο κανόνας της ελευθερώσεως του εγγυητή, εάν από πταίσμα του δανειστή έγινε αδύνατη η ικανοποίηση του από τον οφειλέτη. Πταίσμα του δανειστή συνιστά όχι μόνο ο δόλος και η βαριά αμέλεια του περί την ύπαρξη της απαιτήσεως, αλλά και η ελαφρά αμέλεια, εκδηλώνεται δε είτε με ενέργειες είτε με παραλείψεις ένεκα των οποίων έγινε αδύνατη η ικανοποίηση του από τον πρωτοφειλέτη. Η εφαρμογή της διάταξης αυτής δεν αποκλείεται από τυχόν εκ των προτέρων παραίτηση του εγγυητή εκ του άρθρου 855 ΑΚ δικαιώματος δίζησης.
Εξάλλου, λόγω του ενδοτικού χαρακτήρα της ανωτέρω ρυθμίσεως, ο εγγυητής μπορεί να παραιτηθεί εκ των προτέρων του θεσπιζόμενου με αυτή ευεργετήματος (ένσταση ελευθερώσεως), όχι όμως για την περίπτωση κατά την οποία η ικανοποίηση του δανειστή θα καταστεί αδύνατη από δόλο ή βαριά αμέλεια του τελευταίου, καθόσον σύμφωνα με το άρθρο 332 παρ. 1 ΑΚ είναι άκυρη κάθε προηγούμενη συμφωνία που αποκλείει ή περιορίζει την ευθύνη από δόλο ή βαριά αμέλεια. Εφόσον δε στον Αστικό Κώδικα δεν περιελήφθη ορισμός της βαριάς αμέλειας, στον δικαστή τους ουσίας εναπόκειται, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να κρίνει πότε η αμέλεια φέρει βαριά μορφή, η τυχόν δε υπ’ αυτού εσφαλμένη υπαγωγή των γενομένων δεκτών περιστατικών στη νομική έννοια της βαριάς αμέλειας ελέγχεται αναιρετικώς.
Βαριά χαρακτηρίζεται η αμέλεια όταν η απόκλιση από το μέτρο της συμπεριφοράς του μέσου συνετού και επιμελούς ανθρώπου είναι ασυνήθης και ιδιαίτερα μεγάλη, όταν δηλαδή φανερώνει πλήρη αδιαφορία του δράστη για τα επιζήμια σε βάρος τρίτων αποτελέσματα της. Την υπαίτια αυτή συμπεριφορά οφείλει να επικαλεσθεί και αποδείξει ο εναγόμενος εγγυητής. Τέτοια συμπεριφορά συνιστά κατά τις περιστάσεις και η επί μακρόν αμέλεια του δανειστή να επιδιώξει την είσπραξη της απαιτήσεως του και η εν τω μεταξύ επελθούσα αδυναμία του πρωτοφειλέτη να καταβάλει την οφειλή του. Έτσι ο εγγυητής οφείλει να επικαλεσθεί και αποδείξει ότι η έγκαιρη η ικανοποίηση του δανειστή θα ήταν δυνατή, διότι ο οφειλέτης διέθετε ικανή περιουσία, οπότε θα τελεσφορούσε η κατ’ αυτού εκτέλεση (ΑΠ 1886/2014, ΑΠ 419/2013, ΑΠ 1850/2011, ΑΠ 377/2011, ΑΠ 2205/2009 όλες στη ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1568/2009 ΕλλΔνη 2012.410, ΑΠ 512/2008 ΝοΒ 2008. 2368, ΑΠ 48/2001 ΕλλΔνη 2001.900, Τρ. Εφ.Πειρ 123/2018 ΔΕΕ 2018. 519, Εφ Α θ 3632/2013 ΝΟΜΟΣ, Μ. ΕφΘρ 222/2016 ΕλλΔνη 2018. 1470).
Στην προκειμένη περίπτωση με την επικουρική βάση της ένδικης αγωγής της, κατά τη διάταξη του άρθρου 862 ΑΚ η ενάγουσα επικαλείται βαριά αμέλεια της δανείστριας τράπεζας ως προς την εξόφληση του επίδικου δανείου ύψους 14.000 ευρώ, από τον πρωτοφειλέτη) ο οποίος έχοντας εισπράξει ολόκληρο το ποσό αυτού, κατέβαλε μόνο τέσσερις (4) δόσεις, ύψους εκάστης 205,34 ευρώ από τις 120 συμφωνηθείσες και έκτοτε εξαφανίστηκε. Ότι, μολονότι από τον Οκτώβριο του 2009 το δάνειο είχε μεταφερθεί σε οριστική καθυστέρηση, η εναγομένη τράπεζα έκτοτε και μέχρι τον Ιούνιο του 2017 δεν είχε προβεί σε ουδεμία προσπάθεια είσπραξης της οφειλής από τον πρωτοφειλέτη. Ότι ο τελευταίος, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, προέβη στις αγοραπωλησίες ΙΧΕ και δίκυκλων μηχανών που περιγράφει αναλυτικά στο αγωγικό δικόγραφο, συνολικής αξίας 19.000 ευρώ, τα οποία πλέον δεν βρίσκονται στην κυριότητα του με αποτέλεσμα η εναγομένη να μην δύναται πλέον να κατασχέσει αυτά εγκαίρως προς εξόφληση του επίδικού δανείου. Με το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζητά να αναγνωρισθεί ότι έχει ελευθερωθεί από το επίδικο δάνειο κατ’ άρθρο 862 ΑΚ λόγω πταίσματος της εναγομένης…
Με τα δεδομένα αυτά κρίνεται ότι η εναγόμενη τράπεζα αμέλησε για ικανό χρονικό διάστημα και δη άνω των οκτώ (8) ετών να καταδιώξει τον πρωτοφειλέτη του επίδικου δανείου …, ο οποίος είχε σταματήσει να αποπληρώνει το δάνειο του ήδη από τον Δεκέμβριο τού 2008. Ο ισχυρισμός της εναγομένη ότι δεν είχε καταγγείλει το δάνειο καθόσον έληγε τούτο τον Απρίλιο του 2018 ελέγχεται ως αβάσιμος καθόσον οι ληξιπρόθεσμες δόσεις του δανείου, τουλάχιστον ενάμιση έτους, είχαν ήδη καταστεί απαιτητές και ως εκ τούτου δικαστικά επιδιώξιμες.
Η εναγόμενη τράπεζα παρέλειψε να διεξάγει δίκη είτε και οποιεσδήποτε διαδικασίες αναγκαστικής εκτελέσεως ή διαδικασίες λήψης ασφαλιστικών μέτρων προς εξασφάλιση της απαίτησης της όπως πχ καταγγελία δανείου και αίτηση για έκδοση σχετικής διαταγής πληρωμής, αίτηση για εγγραφή προσημείωσης υποθήκης, κατάσχεση κινητής και ακίνητης περιουσίας εναντίον του άνω πρωτοφειλέτη.
Λόγω δε της παραλείψεως αυτής ο … πώλησε σε τρίτους τα προαναφερόμενα οχήματα κι έτσι η εναγομένη αδυνατεί να κατασχέσει τούτα. Σε συνδυασμό δε με το γεγονός ότι δεν αποδεικνύεται η κυριότητα του πρωτοφειλέτη επί ακίνητης περιουσίας καθώς και με το ότι τούτος σταμάτησε οριστικά να αποπληρώνει τις οφειλόμενες δόσεις του, κρίνεται ότι τούτος κατέστη αναξιόχρεος καθώς επίσης κατέστη αδύνατη η ικανοποίηση της εναγομένης από τον τελευταίο αναφορικά με το επίδικο δάνειο.
Υφίσταται δε αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στην ανωτέρω οριστική ματαίωση της ικανοποίησης της απαίτησης από τον πρωτοφειλέτη καθώς και της προ αναφερόμενης παράλειψης της εναγομένης να επιδιώξει την ικανοποίηση της απαίτησης από αυτόν. Με τα δεδομένα όμως αυτά κρίνεται ότι στοιχειοθετείται βαριά αμέλεια της εναγόμενης τράπεζας δια μέσου των προστηθέντων υπαλλήλων αυτής για την ματαίωση ικανοποίησης της απαίτησης της από τον πρωτοφειλέτη.
Ως εκ τούτου πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την θεμελίωση του άρθρου 862 ΑΚ και κατά συνέπειαν πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη η ένδικη αγωγή κατά την ως άνω επικουρικώς σωρευόμενη βάση της και να αναγνωριστεί ότι η ενάγουσα έχει ελευθερωθεί από την από 3/4/2008 σύμβαση εγγυήσεως που έχει συνάψει με την εναγόμενη τράπεζα σύμφωνα με το άρθρο 862 ΑΚ…” (δημοσίευση απόφασης:dsanet.gr)