ΑΡΙΘΜΟΣ 114/2021
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
– Πλειστηριασμός. Έξοδα εκτέλεσης. Πλειστηριασμός μερικών ακινήτων. Κατάσχεση, βάσει ενιαίας – κοινής εκθέσεως, περισσοτέρων ακινήτων, για ορισμένα από τα οποία δεν ολοκληρώθηκε η εκτέλεση με πλειστηριασμό.
– Κατά τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 932, 971 και 975 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι από το πλειστηρίασμα, που επιτεύχθηκε από τον πλειστηριασμό αναγκαστικώς κατασχεμένων ακινήτων, προαφαιρούνται, προκειμένου να γίνει η κατάταξη των δανειστών, όλα τα έξοδα εκτελέσεως. Σ’ αυτά, κατά την έννοια των εν λόγω διατάξεων, περιλαμβάνονται οι δαπάνες, που γίνονται για την εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος όλων των δανειστών και αφορούν τη προδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως, την κατάσχεση, τη συντήρηση του κατασχεθέντος, τον πλειστηριασμό και την κατάταξη, δηλαδή όλες οι δαπάνες, που είναι αναγκαίες για τη διεξαγωγή της όλης εκτελεστικής διαδικασίας από τα πρώτα έξοδα για τη λήψη απογράφου, μέχρι την αποπεράτωσή της. Επομένως, έξοδα εκτελέσεως, τα οποία, κατά τις παραπάνω διατάξεις, προαφαιρούνται από το πλειστηρίασμα, είναι εκείνα με τα οποία η εκτέλεση ήχθη σε πέρας με πλειστηριασμό, αφού η προαφαίρεση γίνεται από το πλειστηρίασμα, που προέκυψε από την εκτέλεση, όχι δε και τα έξοδα εκτελέσεως η οποία δεν ολοκληρώθηκε με πλειστηριασμό ή εγκαταλείφθηκε και έτσι δεν απέδωσε πλειστηρίασμα, από το οποίο και μόνον προαφαιρούνται, κατά τα ανωτέρω, και τα έξοδα. Επομένως, και στην περίπτωση κατασχέσεως, βάσει ενιαίας – κοινής εκθέσεως, περισσοτέρων ακινήτων, για ορισμένα από τα οποία δεν ολοκληρώθηκε η εκτέλεση με πλειστηριασμό, τα έξοδα εκτελέσεως που αφορούν τα ακίνητα αυτά δεν θα αφαιρεθούν από το πλειστηρίασμα που επιτεύχθηκε από τον πλειστηριασμό των λοιπών ακινήτων (ΑΠ 792/2019, ΑΠ 238/2006). Αν παρά ταύτα ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος εσφαλμένα αφαιρέσει ορισμένο ποσό πλειστηριάσματος προς κάλυψη τέτοιων εξόδων εκτέλεσης, όπως των εξόδων που διενήργησε ο δικαστικός επιμελητής κατ’ εντολή του επισπεύδοντος τον πλειστηριασμό δανειστή για την ενιαία κατάσχεση όλων των ακινήτων και αυτών δηλαδή που δεν εκπλειστηριάστηκαν, τότε με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 979 παρ. 2 και 1006 παρ. 3 ΚΠολΔ ανακοπή, ο ανακόπτων, που μπορεί να είναι και αναγγελθείς δανειστής μπορεί να προσβάλλει τον πίνακα κατατάξεως, εφόσον θίγονται, με την κατ` αυτόν τον τρόπο γενομένη μείωση του εκπλειστηριάσματος, τα έννομα συμφέροντά του, με τη μη προσήκουσα κατάταξη αυτού. Με την ανακοπή αυτή δεν αμφισβητείται το υπαρκτό των πράξεων εκτελέσεων, η νομιμότητα ή οι υπέρογκες, βάσει των προβλεπομένων από το νόμο ανωτάτων ορίων, χρεώσεις, που έκανε ο δικαστικός επιμελητής αλλά το αν αυτές οι πράξεις και συνακόλουθα τα αναγκαία και νόμιμα γι αυτές έξοδα έγιναν προς το συμφέρον όλων των δανειστών και είναι, υπό την έννοια αυτή, έξοδα εκτελέσεως, γι’ αυτό και νομιμοποιείται παθητικά, ως καθ` ου η ανακοπή, μόνο ο επισπεύδων δανειστής και όχι και ο δικαστικός επιμελητής, που θα νομιμοποιούταν μόνο στην περίπτωση που θα αμφισβητούνταν το υπαρκτό των πράξεων εκτέλεσης, η νομιμότητα ή το υπέρογκο ύψος των χρεώσεων αυτών (ΑΠ 1644/2018, AΠ 658/2014, ΑΠ 300/2013, ΑΠ 60/2011).