Το Πεκίνο εξετάζει το ενδεχόμενο να αναθεωρήσει την «πολιτική του ενός παιδιού», καθώς η οικονομική ανάπτυξη επιβράδυνε τις γεννήσεις
Για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες, το Πεκίνο φέρεται να εξετάζει την κατάργηση ή τον περιορισμό της χαλάρωσης της «πολιτικής του ενός παιδιού», η οποία είχε ως στόχο να συγκρατήσει την ανεξέλεγκτη αύξηση του πληθυσμού της τα προηγούμενα χρόνια.https://b29eb74c6c30dd48661061b14f8ad77b.safeframe.googlesyndication.com/safeframe/1-0-37/html/container.html
Οι οικονομολόγοι από την πλευρά τους επισημαίνουν ότι θα χρειαστούν πρόσθετα μέτρα για την ενίσχυση της ανάπτυξης, δεδομένου ότι τα τελευταία χρόνια οι γεννήσεις δείχνουν να μειώνονται και ο πληθυσμός της Κίνας να γερνάει με ταχύτερους ρυθμούς σε σχέση με το παρελθόν.
Οπως δηλώνει χαρακτηριστικά ο επικεφαλής οικονομολόγος της Pinpoint Asset Management, Σίγουέι Σάνγκ, στο CNBC: «ακόμη και αν χαλαρώσουν οι περιορισμοί, θα είναι μάλλον δύσκολο να αντιστραφεί αυτή η τάση».
Είναι γεγονός ότι η αμφιλεγόμενη πολιτική του Πεκίνου έχει ήδη αναστραφεί τα τελευταία χρόνια, καθώς επιτρέπεται σε όλο και περισσότερα ζευγάρια να κάνουν και δεύτερο παιδί.
Η οικονομία της Κίνας βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε βιομηχανίες όπως η μεταποίηση, οι οποίες άφθονα «φθηνά χέρια». Όμως, η αύξηση των μισθών καθιστά τα κινεζικά εργοστάσια όλο και λιγότερο ελκυστικά, την ίδια ώρα που οι εργαζόμενοι σε αυτά καλούνται να αποκτήσουν υψηλότερες δεξιότητες ώστε να ενισχυθεί η καινοτομία σε αυτά.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για την Κίνα είναι ότι η γήρανση του πληθυσμού τροφοδοτεί ένα υπάρχον ζήτημα: βραδύτερη αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων, όπως υποστηρίζει η Αλίσια Γκαρσία – Χερέρο, επικεφαλής οικονομολόγος της Natixis για την περιοχή Ασίας – Ειρηνικού.
«Βουτιά» 15% στις γεννήσεις το 2020
Η Κίνα εισήγαγε την «πολιτική του ενός παιδιού» στα τέλη της δεκαετίας του 1970 σε μια προσπάθεια να επιβραδύνει την αύξηση του πληθυσμού της, ο οποίος διπλασιάστηκε από 500 εκατομμύρια ανθρώπους τη δεκαετία του 1940 σε πάνω από 1 δισεκατομμύριο μέχρι τη δεκαετία του 1980.
Τα επόμενα 40 χρόνια, ο πληθυσμός της Κίνας αυξήθηκε κατά 40% – σε 1,4 δισεκατομμύρια – τέσσερις φορές περισσότερο από αυτόν των ΗΠΑ σήμερα.
Ωστόσο δεν ήταν μόνο η πολιτική του Πεκίνου που λειτούργησε αποτρεπτικά για τα ζευγάρια. Όπως συμβαίνει σε άλλες αναπτυγμένες οικονμομίες, το υψηλό κόστος στέγασης και εκπαίδευσης αποτρέπει τα ζευγάρια να κάνουν παιδιά τα τελευταία χρόνια.
Η χαλάρωση της πολιτικής από το 2016 συνοδεύτηκε από μείωση των γεννήσεων, οι οποίες μειώθηκαν για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά το 2020, με το ποσοστό της μείωσης να ανέρχεται πέρυσι σε 15% ήτοι 10 εκατ. γεννήσεις, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία.
Αναλυτές υποστηρίζουν ότι ένας τρόπος να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, θα ήταν η Κίνα να ανοίξει τις πύλες της σε περισσότερους μετανάστες, κάτι που δεν αναμένεται να συμβεί στο εγγύς μέλλον.
Προκλήσεις από τη γήρανση του πληθυσμού
Για το Πεκίνο, η αντιμετώπιση της γήρανσης του πληθυσμού αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για την επόμενη πενταετία
Στο μεταξύ,όσοι γεννήθηκαν πριν από την εφαρμογή της πολιτικής του ενός παιδιού την δεκαετία του 1980 αποτελούν πλέον ένα μεγάλο κομμάτι της κινεζικής κοινωνίας, καθώς την ερχόμενη δεκαετία, περί τα 123,9 εκατ. Κινέζοι θα εισέλθουν στην ηλικιακή κατηγορία των 55 ετών και άνω, καταγράφοντας την μεγαλύτερη δημογραφική αύξηση μεταξύ όλων των ηλικιακών ομάδων, σύμφωνα με την Morgan Stanley.
Αυτή η δημογραφική αλλαγή θα δημιουργήσει τις δικές της οικονομικές απαιτήσεις, επισημαίνουν αναλυτές, δεδομένου ότι θα χρειαστούν μελλοντικά περισσότεοι εργαζόμενοι για τη φροντίδα των ηλικιωμένων, ενώ παράλληλα θα καταγραφεί αύξηση σε κάθε τομέα και δραστηριότητα που σχετίζεται με τις συντάξεις και τους συνταξιούχους.