Στόχος είναι μέχρι το 2023 η ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους της μισθωτής απασχόλησης να φτάσει σωρευτικά στις 5 ποσοστιαίες μονάδες
Νέα μείωση ασφαλιστικών εισφορών εξετάζει το υπουργείο Εργασίας η οποία θα εφαρμοστεί παράλληλα με την διατήρηση – και μετά το 2021 – της ήδη ισχύουσας κατά 3%, η οποία στην παρούσα φάση αφορά μόνο το τρέχον έτος.
Στόχος είναι μέχρι το 2023 η ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους της μισθωτής απασχόλησης να φτάσει σωρευτικά στις 5 ποσοστιαίες μονάδες. Για να μετρηθεί ο στόχος αυτός και οι προοπτικές εκπλήρωσής του ήδη προωθείται η εκπόνηση ειδικής οικονομικής μελέτης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο προγραμματισμός του υπουργείου Εργασίας στο μέτωπο της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών περιλαμβάνει δυο βασικά βήματα:
- επεξεργασία των δυνατότητων διατήρησης και μετά το 2021 της μείωσης των 3 ποσοστιαίων μονάδων που νομοθετήθηκε ως έκτακτο μέτρο μόνο για φέτος
- μέτρηση των προοπτικών για περαιτέρω μείωση, ώστε σωρευτικά η ελάφρυνση να φτάσει στις 5 ποσοστιαίες μονάδες
Σήμερα οι συνολικές ασφαλιστικές εισφορές των μισθωτών – εργοδοτικές και εργατικές – είναι στο 36,66%, μετά την μείωση των 3 ποσοστιαίων μονάδων φέτος και των 0,90 π.μ. το δεύτερο 6μηνο του 2020.
Ειδικότερα, στο 20% είναι το υποχρεωτικό ασφάλιστρο της κύριας σύνταξης, 7,10% υπέρ υγείας, 6,5% για επικουρική ασφάλιση και 3,06% για ανεργία και άλλους συνεισπραττόμενους κλάδους υπέρ ΟΑΕΔ.
Το σχέδιο που βρίσκεται στο τραπέζι του υπουργείου Εργασίας προβλέπει η σωρευτική μείωση να φτάσει έως τις 5 ποσοστιαίες μονάδες, ώστε οι εισφορές να φτάσουν στο 35,56% μέχρι το 2023. Το σχέδιο αυτό προϋποθέτει διατήρηση της μείωσης των 3 μονάδων και μετά το 2021, καθώς και περαιτέρω μείωση ασφαλιστικών εισφορών κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες, αφού η μείωση των 0,90 μονάδων του 2020 είναι μόνιμο μέτρο (αφορά βέβαια μόνο τις συμβάσεις πλήρους απασχόλησης).
Η νέα μείωση της τάξης των 1,1 ποσοστιαίων μονάδων, αντιστοιχεί σε ελάφρυνση 3% του μη μισθολογικού κόστους. Σωρευτικά, η μείωση των 5 μονάδων μεταφράζεται σε ελάφρυνση 12,32%.
Για παράδειγμα, ένας εργαζόμενος με μεικτό μισθό 1.000 ευρώ, καταβάλλει σήμερα εργοδοτικές και εργατικές ασφαλιστικές εισφορές συνολικού ύψους 366,6 ευρώ. Με το σχέδιο της σωρευτικής απομείωσης των εισφορών έως 5 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2023, θα πληρώνει 355,6 ευρώ συνολικά σε ασφαλιστικές εισφορές. Το όφελος για εργοδότη και εργαζόμενο είναι στα 11 ευρώ.
Αντίστοιχα, ένας μισθωτός με μεικτό μισθό 1.500 ευρώ, επιβαρύνεται σήμερα με ασφαλιστικές εισφορές ύψους 550 ευρώ. Με το σχέδιο απομείωσης των εισφορών θα επιβαρύνεται με 533 ευρώ εισφορές (σύνολο εργοδοτικών και εργατικών). Το συνολικό όφελος αγγίζει τα 17 ευρώ το μήνα.
Υπενθυμίζεται πως ήδη υπάρχει στο τραπέζι μια νομοθετημένη μείωση, μισής ποσοστιαίας μονάδας, δηλαδή 0,50 π.μ., για το 2022 από τις εισφορές της επικουρικής ασφάλισης. Πρόκειται για τον βηματισμό αποκλιμάκωσης της αύξησης στις εισφορές που επέβαλε ο νόμος Κατρούγκαλου το 2016. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ν. 4387/2016, από τον Ιούνιο του 2019 έως τον Μάιο του 2022 οι εισφορές επικουρικής ασφάλισης – υποχρεωτικές για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα – ανέρχονται σε 6,5%. Από τον Ιούνιο του 2022 οι εν λόγω εισφορές ήδη προβλέπεται να πέσουν στο 6%.
Αν διατηρηθεί, συνεπώς, η συγκεκριμένη πρόβλεψη του νόμου Κατρούγκαλου, η εκπλήρωση του στόχου της σωρευτικής ελάφρυνσης του μη μισθολογικού κόστους κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2023 θα απαιτούσε μόνο δυο κινήσεις:
- Διατήρηση της μείωσης των εισφορών κατά 3 π.μ. και μετά το 2021
- Περαιτέρω μείωση ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,60 ποσοστιαίες μονάδες
Σε κάθε περίπτωση, όλα θα εξαρτηθούν από τα δημοσιονομικά περιθώρια και τις αντοχές τόσο του κρατικού προϋπολογισμού όσο και του προϋπολογισμού του ΕΦΚΑ. Η διαχείριση της υστέρησης εσόδων που έχει προκαλέσει η πανδημία, δυσχεραίνει το εγχείρημα ελάφρυνσης του κόστους της μισθωτής εργασίας.
Στελέχη του υπουργείου Εργασίας επισημαίνουν πως η μείωση του μη μισθολογικού κόστους της μισθωτής εργασίας θα επιδράσει θετικά στην απασχόληση, αυξάνοντας τα κίνητρα για προσλήψεις, μειώνοντας αντίστοιχα τα κίνητρα για αδήλωτη απασχόληση και τονώνοντας το διαθέσιμο εισόδημα των μισθωτών.
Σε κάθε περίπτωση η ισχύουσα για φέτος μείωση του 3% αφορά μόνο τους συνεισπραττόμενους κλάδους υπέρ ΟΑΕΔ και δεν πλήττει τις ανταποδοτικές εισφορές επικουρικής και κύριας ασφάλισης, οι οποίες χρηματοδοτούν τις υφιστάμενες συντάξεις.