Η εκ νέου εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων που τέθηκαν σε ισχύ στη Γερμανία από τον περασμένο Νοέμβριο, προκειμένου να ανακοπεί η μετάδοση του τρίτου κύματος της πανδημίας, αποδείχθηκε επιβλαβής για τη γερμανική οικονομία. Αποτέλεσμα η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης να «οπισθοχωρήσει» το α΄ τρίμηνο της τρέχουσας χρονιάς και μάλιστα περισσότερο από το αναμενόμενο, μετά τη σχετικά υποτονική της ανάπτυξη κατά το δ΄ τρίμηνο της περυσινής χρονιάς.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία που δημοσίευση η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία, το γερμανικό ΑΕΠ κατέγραψε αρνητικό ρυθμό -1,7%, χαμηλότερα από τις εκτιμήσεις των αναλυτών για συρρίκνωση της τάξεως του -1,5%, από 0,5% τους τελευταίους τρεις μήνες του 2020.
«Η κρίση της Covid-19, προκάλεσε άλλη μια υποχώρηση της οικονομικής επίδοσης στις αρχές του 2021», δήλωσε η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία. «Κάτι που επηρέασε την κατανάλωση των νοικοκυριών ειδικότερα, την ίδια ώρα που οι εξαγωγές των προϊόντων στήριξαν την οικονομία».
Η γερμανική οικονομία αναθεωρήθηκε επί τα βελτίω το τελευταίο τρίμηνο του 2020, καθώς η ισχυρή ζήτηση για γερμανικά αγαθά από την Κίνα και τις ΗΠΑ, στήριξαν τα μέγιστα τον κλάδο της μεταποίησης, αντισταθμίζοντας με αυτόν τον τρόπο την υποτονική εσωτερική κατανάλωση.
Η άποψη των οικονομολόγων είναι, ότι η γερμανική οικονομία απέτυχε να αναπτυχθεί το α΄ τρίμηνο του 2021, κυρίως εν μέρει των προκλήσεων με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπος ο κλάδος της μεταποίησης και αφορούν τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα σε παγκόσμιο επίπεδο και την έλλειψη ημιαγωγών που έχει πλήξει ιδιαίτερα τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας, εκ των κινητήριων δυνάμεων της γερμανικής οικονομίας.
«Μέχρι τώρα η βιομηχανία είχε αντισταθμίσει τις απώλειες από τον κλάδο των υπηρεσιών», έγραψε σε σημείωμα ο Τόμας Γκίτζελ, επικεφαλής οικονομολόγος της VP Bank. «Κάτι που δεν συμβαίνει πλέον. Η βιομηχανία υπέφερε και υποφέρει από τις ελλείψεις στα υλικά».