Εάν στον κανονισμό εργασίας προβλέπονται πειθαρχικά παραπτώματα και αντίστοιχες πειθαρχικές ποινές, τότε ναι μεν ο εργοδότης δεν υποχρεούται να επιλέξει αντί της καταγγελίας την επιβολή πειθαρχικής ποινής, λόγω της διαφορετικής λειτουργίας τους, πλην όμως η προσφυγή στην καταγγελία ελέγχεται δικαστικά
— Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας δεν είναι καταχρηστική όταν οφείλεται σε διακοπή της αρμονικής συνεργασίας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζομένου, που προήλθε από αντισυμβατική συμπεριφορά ή από πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων του τελευταίου, καθώς και όταν οφείλεται σε πραγματική και ηθελημένη ανάρμοστη συμπεριφορά του εργαζομένου προς τον εργοδότη ή τους νομίμους εκπροσώπους του ή προς συναδέλφους ή προς τους συναλλασσομένους με την επιχείρηση του εργοδότη, αφού στην περίπτωση αυτή διαταράσσεται η εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης και κλονίζεται η μεταξύ των μερών σχέση εμπιστοσύνηςπου πρέπει να διέπει τη λειτουργία της σύμβασης.
— Επίσης,ενόψει του αναιτιώδους χαρακτήρα της καταγγελίας,η αντικειμενικά αδικαιολόγητη καταγγελίαδεν είναι άνευ άλλου τινός καταχρηστική.
— Έτσι, η απόλυση δεν θεωρείται καταχρηστική όταν δεν υπάρχει καμία εμφανής αιτία ή όταν οι λόγοι που επικαλέστηκε γι’ αυτήν ο εργοδότης ήταν αναληθείς.
— Εάν στον κανονισμό εργασίας προβλέπονται πειθαρχικά παραπτώματα και αντίστοιχες πειθαρχικές ποινές, τότε ναι μεν ο εργοδότης δεν υποχρεούται να επιλέξει αντί της καταγγελίας την επιβολή πειθαρχικής ποινής, λόγω της διαφορετικής λειτουργίας τους, πλην όμως η προσφυγή στην καταγγελία ελέγχεται δικαστικά κατ’ άρθρο 281 Α.Κ.
— Ειδικότερα, το δικαστήριο, κατόπιν σχετικού ισχυρισμού, εξετάζει αν υπάρχουν άλλα ηπιότερα της καταγγελίας μέτρα, εξίσου πρόσφορα για την επίτευξη του επιδιωκόμενου με αυτήν σκοπού, δηλαδή αν η καταγγελία είναι όχι μόνο πρόσφορο αλλά και αναγκαίο μέσο για τη διαφύλαξη των εργοδοτικών συμφερόντων.
— Όμως για την επιβολή πειθαρχικής ποινής λόγω της εκ μέρους του εργαζομένου τέλεσης κάποιου παραπτώματος πρέπει να υφίσταται εσωτερικός κανονισμός στην επιχείρηση που προβλέπει το πειθαρχικό παράπτωμα ή/και τις επιβλητέες πειθαρχικές κυρώσεις.
— Εάν στην επιχείρηση δεν έχει καταρτισθεί εσωτερικός κανονισμός που να προσδιορίζει τα πειθαρχικά παραπτώματα ή/και τις επιβλητέες πειθαρχικές ποινές ή/και που να καθορίζει σχετικές πειθαρχικές διαδικασίες, δεν μπορεί να γίνει λόγος για παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας επειδή ο εργοδότης, αντί της καταγγελίας, δεν επέλεξε το ηπιότερο μέτρο της πειθαρχικής ποινής.
— Δεν αποκλείεται βεβαίως, σε όλως οριακές περιπτώσεις, ακόμη και σε περίπτωση έλλειψης εσωτερικού κανονισμού προβλέποντος πειθαρχικό δίκαιο, ο έλεγχος από το δικαστήριο του κύρους της καταγγελίαςαπό την άποψη της εκ μέρους του εργοδότη παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας, η οποία συνιστά την αντίστροφη μορφή της απαγόρευσης της κατάχρησης δικαιώματος (απόφαση Αρείου Πάγου, Επιθεώρησις Εργατικού Δικαίου 2021, σ. 99).